Το Βήμα – The Project Syndicate
Ο απόηχος του αποτυχημένου πραξικοπήματος στην Τουρκία εγείρει ένα θεμελιώδες ερώτημα: θα συνεχίσει ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο αυταρχικό μονοπάτι του, ίσως και με εκδικητική διάθεση, ή θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τους αντιπάλους του και να γεφυρώσει τις βαθιές ρωγμές στην τουρκική κοινωνία; Δεν είναι ξεκάθαρο ακόμη, αλλά κρίνοντας από περασμένα ιστορικά παραδείγματα, οι σοβαρές αμφισβητήσεις αυταρχικών ή ημι-αυταρχικών καθεστώτων συνήθως οδηγούν σε σκλήρυνση της στάσης του καθεστώτος και όχι σε μεγαλύτερη μετριοπάθεια. Και οι ενέργειες του Ερντογάν μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος – μαζικές συλλήψεις και διώξεις χιλιάδων στρατιωτών, δικαστών, αστυνομικών και καθηγητών – δείχνουν να επιβεβαιώνουν το απαισιόδοξο σενάριο.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να εξετάσουμε τα όσα συμβαίνουν στη Τουρκία σήμερα μέσα από το πρίσμα της προσωπικότητας του Ερντογάν ή των αυταρχικών του τάσεων. Ο ίδιος και το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) αντανακλούν μία τεκτονική μεταστροφή της τουρκικής πολιτικής. Στην προσπάθεια απομάκρυνσης της πορείας της τουρκικής ιστορίας μακριά από τη ριζοσπαστική εκκοσμίκευση του Κεμάλ Ατατούρκ, το AKP αρχικά έδειχνε να παρεκκλίνει από το αυταρχικό κεμαλικό καλούπι. Επειδή οι δυτικοί παρατηρητές ήταν υποστηρικτικοί προς την κοσμική φύση του κεμαλισμού, πολλοί παρέβλεψαν το γεγονός ότι προσομοίαζε περισσότερο στον ευρωπαϊκό φασισμό της δεκαετίας του 1930 παρά σε μία φιλελεύθερη δημοκρατία.
Μόνο τη δεκαετία του 1950 άρχισε το σύστημα σταδιακά να χαλαρώνει. Η εκκοσμίκευση του κεμαλισμού δεν ήταν έκφραση ενός εκτενούς λαϊκού κινήματος από κάτω προς τα πάνω. Επιβλήθηκε από μία μικρή αστική ελίτ – στρατιωτική και πνευματική – σε μία παραδοσιακή και κυρίως, αγροτική κοινωνία. Ο κεμαλισμός όχι μόνο εισήγαγε το λατινικό αλφάβητο, αποκόπτοντας εντελώς τους Τούρκους από οποιοδήποτε δεσμό με την ιστορία και τον πολιτισμό τους, αλλά απαγόρευσε και τις παραδοσιακές φορεσιές επιβάλλοντας τον ευρωπαϊκό κανόνα ένδυσης σε έναν ολόκληρο πληθυσμό. Όλα τα επίθετα που ακούγονταν αραβικά – ή μουσουλμανικά – έπρεπε να αντικατασταθούν με τουρκικά.
Καμία ευρωπαϊκή κοινωνία δεν βίωσε μία τόσο απότομη και από πάνω προς τα κάτω πολιτισμική επανάσταση. Στη Δύση, η εκκοσμίκευση πήγε χέρι – χέρι με τον Διαφωτισμό, τον εκδημοκρατισμό και τον φιλελευθερισμό. Στην Τουρκία, ο πληθυσμός δεν είχε επιλογή. Οι εκλογικές νίκες του AKP από το 2002 και μετά, ήταν κατά κάποιον τρόπο, η επιστροφή των καταπιεσμένων. Ο οικονομικός εκσυγχρονισμός οδήγησε στην κοινωνική κινητικότητα των συντηρητικών στρωμάτων και στην άνοδο μίας νέας μπουρζουαζίας, προσκολλημένης στις παραδοσιακές θρησκευτικές αξίες, που έβλεπε την κεμαλική ελίτ σαν καταπιεστές. Αυτοί οι ψηφοφόροι αποτέλεσαν τη βάση των εκλογικών επιτυχιών του AKP και της δημοκρατικής νομιμότητάς του.
Η πρόσφατη προσπάθεια στοιχείων του στρατού – της ασπίδας του κεμαλισμού – να ανατρέψει τη βούληση του λαού (όπως έκανε τρεις φορές τον τελευταίο μισό αιώνα) επιβεβαιώνει τη σύγκρουση μεταξύ της κοσμικότητας και της δημοκρατίας στη Τουρκία. Την ίδια στιγμή, η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν τα τελευταία χρόνια δεν είναι τόσο επιτυχημένη. Η αρχική δέσμευσή του για «μηδενικές συγκρούσεις με τους γείτονες» έχει οδηγήσει σε επιδείνωση των σχέσεων με την Αρμενία, τη Ρωσία, το Ισραήλ και την Αίγυπτο – για να μην αναφερθεί το κύμα των τρομοκρατικών επιθέσεων από την ανάμιξη της χώρας στον εμφύλιο της Συρίας. Τίποτε από αυτά δεν μείωσε την υποστήριξη προς τον Ερντογάν στο εσωτερικό, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση, βρέθηκαν – αν και με δυσκολία – να τον υποστηρίζουν όταν έλαβε χώρα η απόπειρα πραξικοπήματος.
Αλλά η αντίδραση του Ερντογάν σε αυτό μόνο θα οξύνει τις βαθιές ρωγμές στην τουρκική κοινωνία. Πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα, ο Ερντογάν είχε κάνει κάποιες κινήσεις για να μειώσει τις εντάσεις με τη Ρωσία και το Ισραήλ που μάλλον δεν θα επηεραστούν από τα γεγονότα στο εσωτερικό. Ωστόσο, ο πόλεμος στη Συρία δεν δείχνει να αποκλιμακώνεται και το προσφυγικό κύμα θα συνεχίσει να αποτελεί πρόκληση για την τουρκική πολιτική και την κοινωνική συνοχή. Τελικά, το κεμαλικό κοσμικό κράτος με την υποστήριξη του στρατού, δεν ήταν βιώσιμο. Η αποδόμησή του από το AKP έχει την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Αλλά το αποτυχημένο πραξικόπημα θα ενισχύσει τις ανελεύθερες πλευρές της δημοκρατίας του Ερντογάν, στην οποία η θέληση του λαού και της πλειοψηφίας υπερισχύει του πλουραλισμού, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας του λόγου. Η σταθερότητα ενός τέτοιου συστήματος στη Τουρκία – όπου παρά την αντίδραση στο πραξικόπημα, η εχθρότητα προς τον Ερντογάν είναι μεγάλη – μένει να διαπιστωθεί.
Ο κ. Shlomo Avineri είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ.