Δύσκολο να γράψεις για τον Μαρωνίτη. Ηταν ο πρώτος καθηγητής που άκουσα όταν εισήλθα στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, και με το διαρκέστερο αποτύπωμα. Δίδασκε Ηρόδοτο, επιμένοντας στην αλαζονεία της εξουσίας, και από τη μοιραία άνοιξη του ’67, στην ηθική της αξιοπρέπειας και της αντίστασης στην τυραννία. Δάσκαλος με όλες τις αποχρώσεις της λέξης. Το φθινόπωρο του ’69 συναντηθήκαμε στα υπόγεια κελιά της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης. Στο κείμενό του, ένα από τα περίφημα 18 Κείμενα που τερμάτισαν τη σιωπή των διανοουμένων, δανείζεται τον ποιητικό λόγο για να αναρωτηθεί για τη θέση του σ’ αυτό που ο ίδιος ορίζει «τρεις φυλακές». Λόγος καίριος, που δεν είναι πολιτικά αναλώσιμος, και σαφώς υπερβαίνει τη συγκυρία. Στα ’80 πρεσβύτερος συνάδελφος στη γενέθλια σχολή, που κοσμούσαν προσωπικότητες, με διακριτή φωνή και παρέμβαση. Ο ίδιος βρίσκεται στο κέντρο ενός πανεπιστημιακού κύκλου, στον οποίο δεν μπορώ να μην ονομάσω τον Τάσο Χρηστίδη και την Ελλη Σκοπετέα που έφυγαν νωρίτερα. Αλλά πλέον το ακροατήριό του είναι εθνικό.


Δεν δημιούργησε «σχολή»

Ο Μαρωνίτης συνομιλεί με την ποίηση και τη Νεοελληνική Λογοτεχνία μεταφέροντας την αυστηρότητα της κλασικής φιλολογίας στη νεοελληνική και τη φιλολογική μέθοδο στη λογοτεχνική κριτική, επιχειρώντας και την αμφίδρομη πορεία. Στο πρόσωπο του Μαρωνίτη, ο φιλόλογος απεκδύεται τον ρόλο του σχολαστικού και από το κοίλον μεταβαίνει στην ορχήστρα. Γίνεται συνδημιουργός νοημάτων. Δεν μπορείς πλέον να αναφερθείς στον αστερισμό που σημάδεψε τον σύγχρονό μας Νεοελληνικό πολιτισμό, από τον Καβάφη ως τον Σεφέρη, επιμένοντας στους μεταπολεμικούς, τον Αναγνωστάκη, τον Πατρίκιο, τον Σαχτούρη, χωρίς να συνακροαστείς τη φωνή του ποιητή με την εξίσου δημιουργική φωνή του κριτικού και του δοκιμιογράφου.
Δεν ανήκει και δεν δημιούργησε «σχολή» ο Μαρωνίτης, ούτε άφησε πνευματικούς απογόνους. Δύσκολα τα βιβλία του μεταφράζονται, κι ακόμα δυσκολότερα να μιλήσουν σε ένα ξένο κοινό. Η διδασκαλία του όμως, τόσο η αυτοπρόσωπη στο Πανεπιστήμιο, όσο και μέσω των βιβλίων του, είχε απήχηση. Δεν νοείται επαρκής φιλόλογος, που διδάσκει νεοελληνική λογοτεχνία, χωρίς να έχει εντρυφήσει στον Μαρωνίτη, και κρίμα που η προσκόλληση στον τύπο και όχι στα νοήματα που μεταφέρει η Αρχαία γλώσσα εμπόδισε την εκπαίδευση να επικοινωνήσει με τον Αρχαίο κόσμο μέσα από τις μαρωνίτειες μεταφράσεις και αναλύσεις του Ομήρου και του Ηροδότου. Ο Μαρωνίτης δεν χρησιμοποιούσε τη γλώσσα για να αποδώσει τις σκέψεις του. Σκεπτόταν μέσω και με τη γλώσσα. Η μετάφραση γίνεται διαμεσολάβηση. Προϋποθέτει μια άλλη σχέση για το εμείς και οι Αρχαίοι.


Γεωμετρικός ο λόγος του

Μαρωνίτης και δημόσιος λόγος είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο. Καλλιέργησε, καλύτερα επιτέλεσε, τον δημόσιο λόγο με επιμονή, ηθική και αισθητική, όχι ως παράπλευρη προβολή της φιλολογίας, αλλά με την ενδελέχεια της δημόσιας παρρησίας. Οταν στα ’90, συστημένος και παρακινημένος από τον ίδιο, άρχισα να γράφω στο «Βήμα», είχα μπρος μου τις πρακτικές του: ωριμότητα δεν είναι να προσθέτεις, αλλά να αφαιρείς. Αντίσταση στον πληθωρισμό των λόγων, στην εύκολη και ανέξοδη ρητορεία, στην επανάληψη, αναζήτηση του καίριου, της σαφήνειας αλλά και της μέγιστης λιτότητας στην έκφραση. Ο λόγος του Μαρωνίτη ήταν γεωμετρικός. Ανέλυε κατά αντιπαραθετικά ζεύγη, τα οποία ακουμπούσαν αφενός στο μέρος, δηλ. στο κείμενο αναφοράς, αφετέρου στο όλον, δηλαδή σε ολοκληρωμένα νοήματα. Η ποίηση και η ηθική, ο νόστος και η νέκυια, φιλότης και νείκος, χώρος και χρόνος, κ.ο.κ. Ζεύγη εννοιών κατ’ αντιπαράθεση, χιαστί, σε συνεκδοχή, μετωνυμία, μεταφορά. Γέφυρες και χάσματα με τον Αρχαίο κόσμο, χρήση των αναλογιών. Δεξιοτέχνης της ειρωνείας, ικανός να αυτοσαρκάζεται, ανέλυε θαυμάσια την αμφισημία, αλλά δεν αγαπούσε τη ρευστότητα και τη συνεχή διαφυγή του νοήματος. Νηφάλιος και ταυτόχρονα θιασώτης του πάθους. Εκείνο πάντως που εντυπωσίαζε ήταν η συνεχής του διανοητική ετοιμότητα και διέγερση. Η κουβέντα με τον Μίμη δεν ήταν ποτέ ανέξοδη και χαλαρωτική, αναγκάζοντας τον συνομιλητή του να μπει στην περιπέτεια της ανάλυσης και της δοκιμασίας των εννοιών που χρησιμοποιεί. Λόγος παραγωγικός, αισθήσεις και νους εν διεγέρσει.


Ο λόγος του στο διηνεκές

Τον είδα για τελευταία φορά λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, για να συζητήσουμε για τον Διάλογο για την Παιδεία, και για τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών και του Κλασικού πολιτισμού. Ηταν σκιά του εαυτού του, αλλά με τη γνώριμη οξύνοια. Σκέπτομαι ότι μακάρι και τώρα, που η απουσία του ενδεχομένως φοβίζει λιγότερο φίλους και αντιπάλους, οι προτάσεις αυτές να βρουν τον δρόμο τους στην εκπαίδευση. Ο θάνατος μας επιβάλει να σκεφτούμε συνολικά, διαχρονικά και με την απόσταση του πένθους μια προσωπικότητα. Τι ήταν ο Μαρωνίτης; Αν και λόγω της μακροχρόνιας κρίσης, υποτιμούμε και ελεεινολογούμε τον εθνικό μας εαυτό και τον πολιτισμό μας των τελευταίων πενήντα χρόνων, όταν κατακάτσει ο κουρνιαχτός θα καταλάβουμε τον πυρήνα μιας συζήτησης για τον νεοελληνικό μας εαυτό, στην οποία ο Μαρωνίτης θα ακούγεται με τον στοχαστικό λόγο του και τη χαρακτηριστική του φωνή.


Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ