Το ηλεκτροσόκ των Ευρωπαίων από το Brexit επιβεβαιώνει την κοινή διαπίστωση ότι κατά τα τελευταία χρόνια της κρίσης, η ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα της ΕΕ έχει αλλοιωθεί δραματικά. Η στιγμή σήμερα είναι οριακή. Η Ευρώπη οφείλει να ξαναβρεί τον βηματισμό της. Δύο είναι οι ιδεολογικές κόκκινες γραμμές που δεν θα πρέπει να υπερβεί. Η πρώτη αφορά στην οικονομία και η δεύτερη προσδιορίζεται από τη στάση της απέναντι στην εθνικιστική δεξιά.

Είναι γεγονός κατ’ αρχάς πως oι εφαρμοσθείσες κατά τα τελευταία χρόνια «οικονομικές συνταγές» της μονεταριστικής λιτότητας, του αντιπληθωρισμού και της μειωμένης ζήτησης, διέλυσαν την ευρωπαϊκή οικονομία και την κοινωνία της ενώ διεύρυναν τις ανισότητες. Ειδικότερα: αποσάρθρωσαν το μεγαλύτερο μέρος της «αστικής τάξης» και εξαθλίωσαν τους αυτοαπασχολούμενους, τους εμπόρους, τους βιοτέχνες, τους επιχειρηματίες, τους επιστήμονες, τους μισθωτούς ενώ εξόντωσαν την ευρωπαϊκή νεολαία με την πρωτόγνωρη υψηλή ανεργία. Η Ευρώπη συνεπώς θα πρέπει να επανοικοδομήσει τον ιδεολογικό της χώρο στη βάση ενός ήπιου κοινωνικού φιλελευθερισμού ο οποίος θα στηρίζεται στις αρχές της διδασκαλίας του Κέινς για τόνωση της απασχόλησης μέσω κυρίως της αύξησης της ζήτησης όπως επιβάλλεται κατά τις περιόδους ύφεσης όπως είναι η σημερινή. Σημειώνουμε πως την θεωρία αυτή την υποστήριξε σε ένα βαθμό (το 1969) και ο γκουρού του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν με το ευφυολόγημα πως σε περιόδους ανεπαρκούς ζήτησης οι κυβερνήσεις θα πρέπει να μοιράσουν χρήματα στους λαούς ακόμα και με ελικόπτερο (helicopter money).

Στη σημερινή, λοιπόν, δύσκολη συγκυρία η Ευρώπη θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τη μορφή του οικονομικού μοντέλου που προτιμάει: αν επιλέγει, δηλαδή, ένα σύστημα με μονεταριστικές κατευθύνσεις, με σφιχτούς προϋπολογισμούς και λιτότητα ή ένα σύστημα ελεύθερης μεν αγοράς αλλά με κοινωνικό πρόσημο, το οποίο θα μπορούσε να επιβάλει κάποια ποσοτική χαλάρωση (αναγκαία σε περιόδους κρίσεων), όπως την προσδιορίζει και ο Ντράγκι σε επανελειμμένες συνεντεύξεις του. Σύμφωνα, άλλωστε, με τον ανώτατο ευρωπαίο τραπεζίτη ο πληθωρισμός θα πρέπει να αυξηθεί, σε ευρωπαϊκό επίπεδο (γύρω στο 2%), ώστε να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά και το πρόβλημα του χρέους. Η στροφή βέβαια σε μια τέτοια πολιτική έχει ανάγκη από μια ευρύτερη συναίνεση μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών ώστε η Ένωση σύντομα να ξαναβρεί τον χαμένο ιστορικό της ρόλο: δηλαδή, ως μιας ενότητας κρατών με κοινωνική βάση και αλληλεγγύη που θα εγγυάται την ευημερία και την σταθερότητα.

Σημειώνουμε, επίσης, πως η σημερινή κρίση δεν έχει καμιά ομοιότητα με εκείνη της Βαιϊμάρης του Μεσοπολέμου με τον αχαλίνωτο πληθωρισμό (ο οποίος υπήρξε το πάγιο και εμμονικό φοβικό σύνδρομο των Γερμανών), οπότε τότε ήταν αναγκαίες οι αποπληθωριστικές συνταγές. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι έγκυροι οικονομολόγοι (πχ Στίγκλιτς στα ΝΕΑ, 3/1/2016, ο Κρούγκμαν αλλά και άλλοι) διακηρύσσουν πως η οικονομική στενότητα, που παρατηρείται στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας, αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά κυρίως με την αύξηση της ζήτησης -η οποία θα επέφερε επιπλέον και αναδιανομή εισοδημάτων- καθώς και με την τόνωση των ιδιωτικών αλλά και με την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων. Αυτό συνεπάγεται προώθηση υποδομών στο κράτος, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στον αγροτικό τομέα, στην τεχνολογία, στο περιβάλλον κλπ. Στη λογική αυτή κινείται και το σχέδιο Γιούνκερ των 315 δις ευρώ. Ωστόσο, για την πραγμάτωση αυτής της πολιτικής απαιτείται κατά βάση η αύξηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού στα πρότυπα των ΗΠΑ. Συγκεκριμένα: παρά το γεγονός ότι το συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ-27 είναι μεγαλύτερο από εκείνο των ΗΠΑ (12.533 έναντι 11.332 δις ευρώ με στοιχεία του 2011), ο κοινοτικός της προϋπολογισμός είναι 20 φορές μικρότερος (142 δις έναντι 2840 δις) και είκοσι δύο φορές μικρότερος ως ποσοστό του ΑΕΠ από εκείνο των ΗΠΑ (1,13% έναντι 25,06%)! Με έναν προϋπολογισμό, ωστόσο, που θα κινούνταν στη λογική εκείνου των ΗΠΑ η ΕΕ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει καλύτερα τις παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις, αποφεύγοντας τις βάρβαρες κοινωνικές ανθρωποθυσίες.

Τέλος, μια κοινωνική και δημοκρατική στροφή της Ευρώπης θα πλήξει άμεσα τα ακροδεξιά μορφώματα, τα οποία κατακλύζουν σήμερα πολλές χώρες της και απειλούν να αλλοιώσουν τη μορφή της, τον αστικό της πολιτισμό και τους δημοκρατικούς της θεσμούς, ενώ με τις λαϊκιστικές μεθόδους και τη δημαγωγική τους ρητορική αποτελούν θανάσιμη απειλή για τον οικονομικό-κοινωνικό φιλελευθερισμό. Ενός συστήματος, δηλαδή, που εφαρμόστηκε μ’ επιτυχία στην Ευρώπη τα τελευταία 70 χρόνια και προσέφερε πρωτόγνωρη ευημερία στους λαούς της. Πρέπει να σημειωθεί επιπλέον πως η μάχη κατά της ακροδεξιάς δεν έχει σχέση με την εθνοτική και πατριωτική δεξιά που υπεραμύνεται με σθένος τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις αρχές της αστικής δημοκρατίας ενώ πιστεύει στις παραδόσεις του έθνους. Γιατί η ακροδεξιά αποτελεί «ιδεολογία» μίσους και εξόντωσης του «άλλου», γεγονός που αποτυπώνεται και από την απάνθρωπη στάση της απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες.

Πριν από 120 περίπου χρόνια έγραφε ο Νίτσε: «ανησυχώ για το τέλος στο οποίο βλέπουμε έναν μεσαίωνα μεταμφιεσμένο». Ο Μεσαίωνας από τον οποίο κινδυνεύει σήμερα η Ευρώπη είναι η ακραία οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια καθώς και η εθνικιστική ακροδεξιά η οποία τρέφεται από τις σάρκες της φτώχειας, της λιτότητας και των ανθρώπινων αποκλεισμών.


Ο κ. Σωτήρης Χατζηγάκης είναι πρώην υπουργός