«Το «Οχι» έχει μείνει στην Ιστορία ως η μεγάλη ανατροπή. Με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου που ακολούθησαν άνοιξε ο δρόμος για μια διαφορετική πολιτική, με αναπτυξιακή προοπτική και κοινωνικό πρόσημο, δέσμευση για την αναδιάρθρωση του χρέους, χωρίς αγγλικό δίκαιο, χωρίς τα δυσθεώρητα πλεονάσματα στα οποία είχαν δεσμευτεί ΝΔ – ΠαΣοΚ».
Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ για την πρώτη επέτειο του δημοψηφίσματος (5.7.2016)
Η ικανότητα τα ψεύδεσαι με ευλογοφάνεια είναι από τις σημαντικότερες στην πολιτική. Απορρέει δυνητικά από την ίδια τη σχέση της αντιπροσώπευσης –ο «αντιπρόσωπος», χάριν του ιδίου συμφέροντος, έχει κίνητρα να ψεύδεται έναντι του «αντιπροσωπευομένου». Οπως τα ψέματα στην καθημερινή ζωή δεν είναι όλα ίδια (υπάρχουν «αθώα» και λιγότερο «αθώα» ψέματα), έτσι και στην πολιτική υπάρχουν κατηγορίες ψεμάτων. Για τον οξυδερκή πολίτη είναι σημαντικό να διακρίνει αυτές τις κατηγορίες και τις επιπτώσεις τους, αν μη τι άλλο για να μη γίνεται πρόθυμο θύμα του εξουσιαστικού λόγου.
Μπορούμε, αδρομερώς, να διακρίνουμε τρεις τουλάχιστον κατηγορίες ψεμάτων: τα γεγονοτολογικά, τα εξωραϊστικά και τα ιδεολογικά.
Τα γεγονοτολογικά (factual) ψέματα είναι απλά: ο ψεύτης δίνει εσφαλμένα στοιχεία για ένα θέμα προκειμένου να ενισχύσει την άποψή του. Δεν σέβεται τα δεδομένα, ή, συνηθέστερα, τα σέβεται επιλεκτικά, γιατί επιδιώκει, κυρίως, να κάνει πιστευτή τη δική του αφήγηση για ένα επίμαχο θέμα. Παραδείγματος χάριν, οι υποστηρικτές του Brexit έλεγαν ψέματα για τα 350 εκατ. στερλίνες ανά εβδομάδα που συνεισφέρει η Βρετανία στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το πραγματικό ποσό είναι περίπου το μισό. Τέτοια ψέματα είναι πάμπολλα στην εποχή της αφθονίας των πληροφοριών –ποτέ δεν λείπουν οι «πειραγμένοι» αριθμοί για να δικαιολογηθεί το οτιδήποτε!
Τα εξωραϊστικά ψέματα επιχειρούν να στιλβώσουν την πραγματικότητα έτσι ώστε να μη φανεί αυτό που είναι, αλλά αυτό που θα ήθελε ο ψεύτης να σκέπτονται οι άλλοι ότι είναι. Εδώ το ψέμα λειτουργεί κυρίως ως προπαγάνδα. Παίρνει τη μορφή είτε παραπλανητικής υπόσχεσης είτε συγκάλυψης μιας πρακτικής.
Παράδειγμα παραπλανητικής υπόσχεσης ήταν οι αντιμνημονιακές κορόνες των λαϊκιστών πολιτικών –υπόσχονταν κάτι που δεν μπορούσαν να υλοποιήσουν. Θυμηθείτε το διαβόητο «θα σκίσω το Μνημόνιο» (Τσίπρας) ή, πιο πίσω, «δεν θα συναινέσω στη λιτότητα» (Σαμαράς στο Ζάππειο).
Η προπαγανδιστική συγκάλυψη λειτουργεί διαφορετικά: πασχίζει να αποκρύψει, διά του εξωραϊσμού, τις ιδιοτελείς πράξεις του ομιλητή. Παραδείγματος χάριν, ο ρουσφετολόγος πολιτικός δεν θα πει ποτέ ότι ευνοεί συγκεκριμένους ανθρώπους με ιδιοτελή κριτήρια, αλλά θα μιλήσει για «αποκατάσταση αδικιών». Ο εκάστοτε πρωθυπουργός είναι «υποχρεωμένος» να διακηρύσσει την πίστη του στην «αξιοκρατία», αλλά, στην πράξη, κομματικοποιεί ασύστολα το κράτος. Στο εξωραϊστικό ψέμα, η πράξη αποκλίνει από τον λόγο, και η απόκλιση αυτή δεν πρέπει να γίνει αντιληπτή. Ο λόγος λειτουργεί συγκαλυπτικά.
Τα ιδεολογικά ψέματα είναι ακραία μορφή προπαγάνδας και είναι τα πιο ενδιαφέροντα όσο και επικίνδυνα. Ο ψεύτης επιχειρεί όχι μόνο να επηρεάσει την αντίληψη της πραγματικότητας (μέσω του spinning που βλέπουμε στις σύγχρονες μιντιακές κοινωνίες), αλλά και να κάνει τον πολίτη να εκλογικεύσει τη δυσάρεστη εμπειρία του με όρους που συμφέρουν τον ψεύτη.
Τα ιδεολογικά ψέματα επεμβαίνουν στην ίδια την αντιληπτική λειτουργία, παρέχοντας αφενός ένα λεξιλόγιο που επιχειρεί να κατασκευάσει ρητορικά μιαν άλλη πραγματικότητα, αφετέρου κριτήρια σκέψης που λειτουργούν αυτολογοκριτικά για το άτομο. Για να συμβεί αυτό, ο ψεύτης χρησιμοποιεί τη «διπλή σκέψη» (doublethink) –το σύνηθες νόημα των εννοιών αντιστρέφεται, ανανοηματοδοτώντας έτσι την πραγματικότητα. Ο σκοπός είναι, διά της εξουσιαστικής επιβολής, οι έννοιες να εκκενωθούν από το πρωτοτυπικό περιεχόμενό τους προκειμένου να επανεγγραφούν στη συνείδηση του ατόμου με το επιδιωκόμενο νέο νόημα (π.χ. «η ελευθερία είναι σκλαβιά»). Οπως έδειξαν υπέροχα ο Τζορτζ Οργουελ και ο Βάτσλαβ Χάβελ, τα ιδεολογικά ψέματα είναι το κατ’ εξοχήν πεδίο των ολοκληρωτικών καθεστώτων.
Με βάση τα παραπάνω μπορείτε να αποφανθείτε κατά πόσο «το «Οχι» [ήταν] η μεγάλη ανατροπή» και κατά πόσο «με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου που ακολούθησαν άνοιξε ο δρόμος για μια διαφορετική πολιτική […]». Για το Ριζοσπαστικό Αριστερό Κόμμα της Ωκεανίας, πάντως, δεν υπάρχει αμφιβολία: η άγνοια είναι δύναμη, η λιτότητα είναι αναπτυξιακή δυναμική, το Μνημόνιο Τσίπρα είναι κοινωνική δικαιοσύνη! Α, ξέχασα: και οι Παππάς και Σπίρτζης είναι οι αρχάγγελοι της αντιδιαπλοκής!
Ο κ. Χ. Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick, συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Η τραγωδία των κοινών» (Ικαρος).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ