Την ημέρα που η τότε ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα) διευρύνθηκε με την προσθήκη τριών νέων μελών ο στρατηγός Ντε Γκωλ έβγαινε από το σπίτι του. Πλήθος δημοσιογράφοι είχαν συρρεύσει αλλά τον πλησίασαν με τον σεβασμό που συνήθως επέβαλλε η παρουσία του. «Ωραία ημέρα σήμερα» τους χαιρέτισε αυτός και ένας δημοσιογράφος πρόσθεσε: «Και εξαιρετική ημέρα, ιστορικής σημασίας». Γύρισε ο Ντε Γκωλ, κοίταξε τον προπέτη και ρώτησε: «Γιατί, αγαπητέ μου φίλε, τι συνέβη σήμερα;». Με βαθύ το αίσθημα ότι είχε πέσει σε παγίδα ο δημοσιογράφος συμπλήρωσε πως είχαν μπει στην ΕΟΚ το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία και η Δανία. Ο Ντε Γκωλ, με αυτό το ύφος που είχε συνήθως, απεφάνθη: «Αh! Les Anglais sont enfin venus en apportant leur breakfast» (Α, οι Αγγλοι ήλθαν επιτέλους κι έφεραν και το πρωινό τους). Τότε η Ιρλανδία εξήγε προς την Αγγλία εκατομμύρια αβγά και η Δανία είχε τεράστια παραγωγή αγγλικού τύπου μπέικον, που τηγανισμένα μαζί συγκροτούσαν το βασικό πιάτο του αγγλικού πρωινού.
Ο μεγάλος στρατηγός είχε κάνει λάθος. Οι Βρετανοί μπήκαν στην Κοινότητα για να την αποτρέψουν με κάθε θυσία από την πολιτική ένωση. Τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης δεν μπορούσαν καν να τις διανοηθούν. Αυτό που τους ενδιέφερε και το αξιοποίησαν δεόντως ήταν η ενιαία αγορά. Πολέμησαν αντίθετα με λύσσα και υπονόμευσαν όσο μπορούσαν την Κοινή Αγροτική Πολιτική και τις πολιτικές σύγκλισης.
Στον ΟΗΕ και στα άλλα μεγάλα «φόρα» ταυτίζονταν πάντα με τις ΗΠΑ και προσπαθούσαν να δημιουργήσουν συσπειρώσεις γύρω από αυτή τους τη θέση διασπώντας την κοινοτική ομοφωνία. Αντίστοιχος ήταν ο ρόλος του Ηνωμένου Βασιλείου σε ό,τι αφορούσε την κοινή εξωτερική πολιτική γενικότερα και τις πολιτικές αμυντικής συνεργασίας. Στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και αργότερα σε αυτό που ονομάστηκε Αραβική Ανοιξη ήταν πάντα σε άλλο μήκος κύματος. Αν ο άξονας Γαλλίας – Γερμανίας έβαζε σε κίνηση την ατμομηχανή της Κοινότητας, οι Εγγλέζοι ήταν πάντα αυτοί που καραδοκούσαν για να τραβήξουν το φρένο.
Καλό κατευόδιο λοιπόν; Οχι με τόση ευκολία. Ιδιαίτερα στην περίπτωσή μας ασταθή όνειρα όπως η μείωση της ύφεσης στο -0,5% και η διαμόρφωση ξανά, αλλά για πρώτη φορά με Αριστερά, ενός πλεονάσματος του δημόσιου τομέα πρέπει να εγκαταλειφθούν και να αναθεωρηθούν. Οι Αγγλοι μέσα στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς ήταν υποχρεωμένοι να προτιμήσουν ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα από άλλα ποιοτικώς κατώτερα αλλά και εμφανώς φθηνότερα. Η τακτική την οποία φαίνεται ότι έχει υιοθετήσει ο Κάμερον είναι πρώτα απ’ όλα να αποφύγει, όσο γίνεται, τη γελοιοποίηση για τον ίδιο και το κόμμα του. Δεύτερον, μεταθέτοντας τις ημερομηνίες για την έναρξη του Brexit στον Οκτώβριο και με μια μακρόσυρτη περίοδο διαπραγματεύσεων δύο ετών, ελπίζει να επιτύχει στόχους παραδοσιακούς, θα λέγαμε, δηλαδή να εκβιάσει και να διχάσει χωρίς να του ασκεί κανένας πολιτική κριτική, αφού θα είναι με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω, στάση επαμφοτερίζουσα, ιδιαίτερα αγαπητή στους Αγγλους από τον καιρό που ταξίδευαν τα πλοία τους και με πανί και με ατμό (à voile et à vapeur).
Υπάρχει βέβαια και η ιστορία της χελώνας που δέχθηκε να ανταγωνιστεί με τον λαγό και βάδιζε αργά αλλά σταθερά προς το τέρμα ενώ ο ανταγωνιστής της, σίγουρος για το αποτέλεσμα, ξάπλωσε στη ρίζα ενός δέντρου, να πάρει έναν υπνάκο και όταν ξύπνησε η χελώνα είχε ήδη τερματίσει.
Και μια και μας θύμισαν ο Κάμερον και οι οπαδοί του Brexit τους λαγούς, έχουν πάντα, ή στη Βουλή των Κοινοτήτων ή με νέο δημοψήφισμα, τη λύση που επέλεξε αυτό το ανίσχυρο μεν, αλλά πανέξυπνο ζωάκι όταν βρέθηκε σε δυσκολία. Θα σας τη θυμίσω.
Ο λαγός είχε καταφέρει με πολλά τσαλίμια και κολακείες να γίνει φίλος του λιονταριού. Οταν όμως το λιοντάρι μετά το φαγητό του βάραινε και έπαιρνε έναν υπνάκο, είχε αποκτήσει τη συνήθεια να ακουμπάει πάνω του και να φωνάζει προς τους διερχομένους: «Κοιτάξτε πώς κατάντησε το λιοντάρι. Κοιτάξτε τι του έκανα. Το έχω σπάσει στο ξύλο. Ο,τι θέλω το έχω. Κανένας δεν μπορεί να με νικήσει». Η πονηρή αλεπού, που τα άκουσε αυτά, πήγε και κάρφωσε τον λαγό στο λιοντάρι: «Οταν, άρχοντα της ζούγκλας, κοιμάσαι, ο λαγός αποθρασύνεται και λέει εις βάρος σου διάφορα». Το λιοντάρι χωρίς να πει τίποτε στον λαγό παραμόνευσε και μια μέρα εκεί που έτρωγε αποφάσισε να μην κοιμηθεί. Μια στιγμή που οι καυχησιές του λαγού είχαν φτάσει σε κορύφωση, απλώνει το χέρι του και τον βουτάει με τα τεράστια νύχια του: «Τι λες, ρε; Δεν ντρέπεσαι λιγάκι; Να σε κάνω τώρα μια χαψιά;». Και ο λαγός τρέμοντας του απάντησε πανικόβλητος: «Ελα τώρα, άρχοντά μου, μην τα παίρνεις όλα στα σοβαρά. Λέμε και καμιά σαχλαμάρα πού και πού για να περάσει η ώρα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ