Στη συζήτηση για την Αναθεώρηση του Συντάγματος έχουν μέχρι τώρα ακουστεί πολλά. Έχουν κατατεθεί ποικίλες απόψεις για διάφορα πολιτικά ζητήματα, τα οποία επικεντρώνονται, κυρίως, στον τρόπο εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, στην ασυλία των βουλευτών και τη θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ Υπουργών-Βουλευτών. Καμία συζήτηση, όμως, δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής για την αξιοποίηση της. Για το τι θέλουμε να κερδίσουμε τόσο εμείς, όσο και οι επόμενες γενιές, από αυτή τη Συνταγματική Αναθεώρηση. Για το πώς, δηλαδή, θα τη συνδέσουμε με τη βασική εθνική πρόκληση των καιρών, που αυτή τη στιγμή είναι μια: Η οικονομική ανάπτυξη και η προσέλκυση επενδύσεων. Το τελευταίο, άλλωστε, πέρα από διαχρονικό πρόταγμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αποτελεί (τους τελευταίους μήνες) και στόχος της Κυβέρνησης.

Σήμερα, η χώρα μας χρειάζεται πάνω από 100 δις νέες επενδύσεις με εισαγωγή κεφαλαίων και χρήματα που θα έρθουν στην Ελλάδα από το εξωτερικό. Γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο θα δούμε την οικονομική πίτα να μεγεθύνεται και τα οικονομικά μας βάρη να μειώνονται. Και, βέβαια, όλοι οι αναπτυξιακοί νόμοι που κατά καιρούς εκπονήθηκαν, ακόμα και ο τελευταίος που ψηφίστηκε πρόσφατα, με «προίκα» μόλις 5 δις, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το μέγεθος της πρόκλησης και το υφιστάμενο κλίμα «αποεπενδυτικότητας».

Αν ανατρέξουμε, όμως, στο πρόσφατο παρελθόν μας θα δούμε ότι η Ελλάδα, αμέσως μετά το Β’ Παγκόσμιο, είχε μετατραπεί σε υποδοχέα επενδύσεων και γνώριζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μάλιστα, στις αρχές της δεκαετίας του 1950 κατάφερε να τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης που σήμερα σημειώνει η Κίνα. Τι διαφορετικό έκαναν οι κυβερνήσεις του ’50 και του ’60 σε σχέση με αυτά που γίνονται σήμερα; Γιατί ενώ στο παρελθόν καταγράφονταν μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις, σήμερα γίνονται ελάχιστες;

Το μυστικό κρυβόταν στο άρθρο 112 του Συντάγματος του 1952 που έλεγε: «Νόμος εφ’άπαξ εκδιδόμενος θέλη ρυθμίσει την προστασίαν των εκ της αλλοδαπής εισαγωμένων προς τοποθέτησην εις την χώρα κεφαλαίων.» Οι δύο αυτές μαγικές λέξεις, όπως σημείωνε ο έγκριτος νομικός Τρύφων Κουταλίδης σε άρθρο του στο Βήμα (2/6/2002), «κρύβουν την σοφία του συντάκτου του άρθρου αυτού. Αφού κατά Συνταγματική επιταγή, ο νόμος θα εξεδίδετο μία και μόνη φορά (εφ΄άπαξ), αυτοί που επρόκειτο να υπαγάγουν τις επενδύσεις τους στο νόμο αυτό, θα ήτανε σίγουροι ότι οι κανόνες του παιχνιδιού δεν θα αλλάξουν δια της τροποποιήσεως του νόμου αυτού», κατέληγε.

Το ΝΔ 2687/1953, που βρίσκεται ακόμα εν ισχύ, αποτέλεσε τη νομική βάση πάνω στην οποία εδράστηκαν στη χώρα μας εκατοντάδες μεγάλες επενδύσεις όπως π.χ. διυλιστήρια, ναυπηγεία, κλπ. Παράλληλα, η Ελληνική Ναυτιλία, με το νομικό της καθεστώς να υπάγεται στο ίδιο Ν.Δ, γνώρισε μια πρωτοφανή άνθηση, αφού οι εγκριτικές πράξεις που εκδίδονται δεν μπορούν να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν μονομερώς, παρά μόνο με την σύμφωνη γνώμη του επενδυτή που εισάγει τα κεφάλαια στη χώρα μας. Η Συνταγματική κατοχύρωση του ΝΔ 2687/1953 επαναλήφθηκε σε όλες τις αναθεωρήσεις, με τελευταία του 2001.

Δυστυχώς, στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη εξαγγελθεί ότι στην επικείμενη Συνταγματική αναθεώρηση θα καταργηθεί το ΝΔ 2687/1953. Ελπίζω να αποτελέσει μια ακόμη εξαγγελία που θα καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων και να προστεθεί στη λίστα των μέχρι τώρα ανερμάτιστων Κυβερνητικών υποσχέσεων. Διαφορετικά, κάτι τέτοιο θα σήμαινε και την οριστική ταφόπλακα στην Ελληνική Ναυτιλία. Και θα σηματοδοτούσε ένα επιπλέον βήμα στη διάλυση της χώρας

Σήμερα μπαίνουμε σε μία νέα εποχή. Η χώρα διψά για επενδύσεις. Τα κεφάλαια αναζητούν εναγωνίως ασφαλείς προορισμούς. Είναι η ευκαιρία για τη χώρα μας να αξιοποιήσει την περίοδο αυτή. Να προσφέρει σταθερότητα και ασφάλεια στα κεφάλαια και τις επιχειρήσεις που αναζητούν νέους προορισμούς. Παρά τις εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες που δημιούργησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, ιδιαίτερα με τα capital controls, οι πρόσφατες εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν μία ακόμα ευκαιρία.

Γιατί, εάν τελικά ολοκληρωθεί το Brexit, μπορεί να επέλθουν τριγμοί στη αγορά του City του Λονδίνου. Πολλές ναυτιλιακές εταιρείες θα αναζητήσουν άλλα λιμάνια, άλλους προορισμούς. Ιδιαίτερα, εάν υλοποιηθούν οι σκέψεις για την μεταβολή του Non Dom Status, του ειδικού καθεστώτος, δηλαδή, με το οποίο περιβάλλονται οι ξένοι που ζουν και εργάζονται στο Λονδίνο για λογαριασμό των επιχειρήσεων που δρουν στο εξωτερικό.

Σε κάθε περίπτωση, η επικείμενη Αναθεώρηση θα πρέπει να προβλέπει την έκδοση ενός καινούργιου νόμου προστασίας των επενδύσεων, που θα βρίσκεται σε συμφωνία με τις διατάξεις ανταγωνισμού της ΕΕ. Ένα τέτοιο εργαλείο -αν αξιοποιηθεί σωστά- μπορεί να προσφέρει το καθεστώς ασφάλειας στους επενδυτές για νέες ευκαιρίες μέσα στους κόλπους της Ευρώπης και του Ευρώ, για τη διασφάλιση των οποίων τόσο πολύ έχουμε υποφέρει οι Έλληνες.

Ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης είναι Βουλευτής Β’ Αθηνών της Ν.Δ. και πρώην Υπουργός