«Το φύλο είναι πάντα ένα πράττειν» λέει «η πρωθιέρεια της queer theory» Τζούντιθ Μπάτλερ, η πρόσφατη –εναρκτήρια –διάλεξη της οποίας προκάλεσε ρίγη ενθουσιασμού στον ιεροφάντη της προοδευτικής διανόησης καθηγητή Κώστα Δουζίνα, εμπνευστή της σειράς των επαναστατικών διαλέξεων που διεξάγονται στο αλωθέν –πάλαι ποτέ άντρο της συντήρησης –Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, προπύργιο ήδη της πλέον ανατρεπτικής σκέψης. Διότι το γεγονός ότι η κοινωνική επανάσταση την οποία, ως αντιπολίτευση, ανήγγελλε η παρούσα κυβέρνηση δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί, δεν σημαίνει ότι είναι ανέφικτη σε τομείς που δεν άπτονται των οικονομικών ζητημάτων. Και δεν αναφέρομαι τόσο στην καθιέρωση του συμβολαίου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζεύγη –το οποίο ορθώς ψηφίστηκε –όσο στην προβολή, από τις κυβερνητικές δεξαμενές σκέψης, ιδεών όπως αυτές της Μπάτλερ, που δεν συνάδουν με την πολιτική της κυβέρνησης στο θέμα της ισότητας των φύλων. Βλέπουμε κι εδώ τη χρόνια έλλειψη συντονισμού από την οποία πάσχει η σημερινή εξουσία: να μη γνωρίζει η Αριστερά τι ποιεί η αριστερά (εξαιρώ τους ΑΝΕΛ που τιμούν γονυκλινείς την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ως αρχηγού κράτους).
Για να γίνω σαφέστερος: Ο σχεδιασμός τον οποίο η κυβέρνηση προωθεί προς υλοποίηση ως προς την ορθή γλωσσική αναφορά των φύλων στα δημόσια έγγραφα, αντιφάσκει με το superμεταμοντέρνο όραμα της queer theory («μιας από τις μεγαλύτερες επιστημολογικές τομές της εποχής μας»), το οποίο προβάλλει διά των think tank της. Και τούτο γιατί, ενώ η Γενική Γραμματεία Ισότητας των φύλων (Γ.Γ.Ι.Φ.) αναγνωρίζει την ύπαρξη δύο μόνο έμφυλων προσδιορισμών, η εν λόγω θεωρία έχει διαπιστώσει ότι οι προσδιορισμοί αυτοί είναι, μέχρι στιγμής, πενήντα έξι.
Αναλυτικότερα: Στον «Οδηγό χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας» που εκπόνησε πρόσφατα και απέστειλε προς εφαρμογήν στις δημόσιες υπηρεσίες η Γ.Γ.Ι.Φ. με σκοπό την «ένταξη της Ισότητας των Φύλων στη γλώσσα των διοικητικών εγγράφων», τα φύλα δεν είναι περισσότερα και άλλα από τα παραδοσιακά. «Ρίχνουμε τίτλους τέλους στη σεξιστική αναπαραγωγή των αναχρονιστικών στερεοτύπων, που παραγνωρίζουν τις ισότιμες αναφορές στο θηλυκό γένος» διαβάζουμε στο σχετικό «Δελτίο Τύπου» της Γ.Γ.Ι.Φ.: Οχι πλέον η γενικευμένη χρήση του λεγόμενου «περιληπτικού αρσενικού» για την αναφορά στα δύο φύλα, αλλά αναφορά και στα δύο φύλα. Οχι οι άστεγοι αλλά οι άστεγες/οι, όχι συμμετέχοντες αλλά συμμετέχουσες/οντες. Ενα παράδειγμα (σ. 27 του «Οδηγού»): «Οι εργοδότριες και οι εργοδότες είναι υποχρεωμένες/οι να μεριμνούν ώστε οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι σε αυτές/ούς μετανάστριες/ες να τυγχάνουν άμεσα ιατρικής φροντίδας».
Σωστά όλα αυτά. Αλλά κατά πόσο συμφωνούν με τις θεωρητικές συντεταγμένες του εν λόγω «Οδηγού», που αναπαράγουν τις βασικές αρχές των λεγόμενων Σπουδών Φύλου και ευθυγραμμίζονται με τους οραματισμούς της σκαπανέως πρωθιέρειας; Πώς συμβιβάζεται η παρουσία στον «Οδηγό» δύο μόνο έμφυλων ταυτοτήτων, όταν την ίδια στιγμή εκθειάζεται από τη Γ.Γ.Ι.Φ. (βλ. «Οδηγό», σ. 6) η επαναστατική ανακάλυψη ότι βιολογικό φύλο δεν υπάρχει, και διακηρύσσεται ότι «το φύλο είναι αποκλειστικά κατασκευή της κοινωνίας και του πολιτισμού», ότι η έννοια της ύπαρξης δύο φύλων αποτελεί ιδεολόγημα, επειδή «οι έμφυλες ταυτότητες είναι ρέουσες και μεταβάλλονται ανάλογα με τα νοήματα και τη σημασία που δίνουν οι άνθρωποι στον κόσμο που τους περιβάλλει»; (σ. 7).
Την αντίφαση αυτή αποφεύγει επιμελώς να επισημάνει η μόνη κριτική του περιεχομένου του «Οδηγού», που είδε έως τώρα το φως της δημοσιότητος (περ. Αλκινόη, Απρίλιος 2016) –κριτική που περιορίζεται μόνο στις πρακτικές δυσκολίες εφαρμογής των κανόνων της μη σεξιστικής γλώσσας στα διοικητικά έγγραφα. Αναφέρομαι στην πρόταση της αφειδώλευτα πρωτοπορούσας (ομόλογης ως προς αυτό με την Τζούντιθ Μπάτλερ) και, ομότιμης πλέον, καθηγήτριας κυρίας Ηριγόνης Τσαταλμπασίδου, για επαναφορά του δυϊκού αριθμού στη γλώσσα της δημόσιας διοίκησης («και, κατ’ ευχήν, στον κοινό –προφορικό και γραπτό − λόγο»). «Με τον τρόπο αυτό», γράφει η διαπρεπής κλασική φιλόλογος, «αποφεύγεται η αντιαισθητική βραχυγραφική συμπαράθεση αμφοτέρων των φύλων, ικανοποιείται το αίσθημα της ισότητάς τους και ενεργοποιείται ένα ακόμη ζωτικό στοιχείο της απαράμιλλης γλωσσικής μας διαχρονίας».
Παρά τον χαρακτηρισμό της ως «simplex et ridiculus» από ιοβόλο λατινιστή, η πρόταση της κυρίας Τσαταλμπασίδου δεν στερείται χρησιμότητος. Διότι μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για άλλες, ευστοχότερες, ως προς το αίτημα της ισότητας των φύλων προτάσεις· όπως εκείνη του «πληθικού αριθμού» (εκ του πλήθος) –διαφορετικού από τον πληθυντικό, που μπορεί να εκληφθεί ως αναφερόμενος σε δύο μόνο φύλα -, την οποία ιδεάστηκε αστειευόμενος ο αναφερθείς συνάδελφος, χωρίς να αντιληφθεί τη σοβαρότητά της. Πρόταση την οποία παρουσιάζω εδώ ανενδοίαστα (με την ευγενική άδεια του, κατά τα άλλα ευφυούς, επινοητή της) ως τη μόνη ικανή να εκφράσει χωρίς ιδεολογηματικούς αποκλεισμούς τις τουλάχιστον πενήντα έξι –έως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές –διαπιστωμένες έμφυλες ταυτότητες (αλλά και όσες αναμένεται να ανιχνευθούν στο μέλλον). Οσο για τη γραμματική μορφή του πληθικού αριθμού, αρμοδιότεροι να τη διατυπώσουν είναι, πιστεύω, όχι οι φιλόλογοι (κλασικοί ή μη), ούτε οι γλωσσολόγοι, αλλά οι πλέον διορατικοί μεταμοντέρνοι φυλολόγοι.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ