Είναι γνωστό πως όλες οι χώρες που μπήκαν σε μνημόνια εξήλθαν έπειτα από κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα, ενώ μόνη η Ελλάδα παραμένει έξι χρόνια μετά στη δίνη της κρίσης. Αυτό συνέβη γιατί η βάση των προβλημάτων, δηλαδή ο τεράστιος, ακριβός και αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας που οδήγησε τη χώρα σε αυτή την κατάσταση, δεν εκριζώθηκε.
Η χώρα εξάλλου για πάνω από 30 χρόνια γιγάντωνε το δημόσιο χρέος της καθώς έτρεχε με μέσο δημοσιονομικό έλλειμμα 6%, για να μπορεί η εκάστοτε κυβέρνηση να διατηρήσει ή και να αυξήσει την πελατειακή της βάση στο Δημόσιο, κάτι που συνέδραμε ουσιαστικά στην εκτόξευση των δημοσίων εξόδων πάνω από το 55% του ΑΕΠ. Επιπροσθέτως ένα 25% του ΑΕΠ αφορούσε τον ιδιωτικό τομέα που ήταν άμεσα εξαρτώμενος από την ανάθεση έργων από τον δημόσιο τομέα. Αυτή η σαθρή οικονομική τακτική, με την πρώτη περίσταση που περιορίστηκε ο «αρχικός τροφοδότης», ο εξωτερικός δανεισμός, ήταν λογικό να καταρρεύσει και να οδηγηθεί έτσι η χώρα στη βαθιά οικονομική κρίση που ζούμε.
Αυτό που θα περίμενε κανείς ως απάντηση θα ήταν η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και η μείωση των εξόδων του κράτους από το 55% του 2010 στο 40% τουλάχιστον, στα επίπεδα δηλαδή άλλων ως πρόσφατα προβληματικών χωρών. Στη διάρκεια της κρίσης όμως η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων (περίπου 200.000, κυρίως μέσω συνταξιοδοτήσεων) ήταν το ένα δέκατο αυτής του ιδιωτικού, ενώ και οι μειώσεις μισθών ήταν μικρότερες, με αποτέλεσμα σήμερα η διαφορά του μέσου μισθού στους δύο τομείς να ανέρχεται στο 30% υπέρ του Δημοσίου.
Στα χρόνια της κρίσης λοιπόν συρρικνώσαμε με την υπερφορολόγηση και την αύξηση των εισφορών το παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας για να μην πειράξουμε την πελατειακή βάση των κομμάτων.
Αν έστω και τώρα η κυβέρνηση κινηθεί ώστε να μειώσει τα δημόσια έξοδα κάτω από 40% του ΑΕΠ, αυτό θα σημαίνει ετήσια εξοικονόμηση πάνω από 9 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσόν, υπολογίζοντας με πολλαπλασιαστικό συντελεστή, θα μπορούσε να αποφέρει τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ στην οικονομία σε ετήσια βάση και πάνω από 200.000 θέσεις εργασίας ετησίως. Μείωση του προσωπικού και βελτιστοποίηση στις λειτουργίες των υπηρεσιών, καθώς και μείωση του φορολογικού συντελεστή στον ιδιωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις, θα προσελκύσουν επίσης και τους ξένους επενδυτές.
Μια πρόταση που στοχεύει να φέρει σε ισορροπία τα έσοδα με τα έξοδα δεν είναι νεοφιλελεύθερης λογικής αλλά απλά μαθηματικά και κοινός νους. Ενα λειτουργικό κράτος έχει τους πόρους για να βοηθήσει τους αδύνατους, να στηρίξει τη δημόσια υγεία και τη δημόσια παιδεία. Ενα κράτος που δεν έχει ελλείμματα επειδή πνίγει μέσω της φορολογίας τον ιδιωτικό τομέα δεν έχει μέλλον και βέβαια δεν θα έχει και πόρους για να ασκήσει κοινωνική πολιτική. Ιδού δόξης στάδιον λαμπρόν –ποιος θα κάνει αυτό που πρέπει…
Ο κ. Γιώργος Κοφινάκος είναι διευθύνων σύμβουλος της StormHarbour London.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ