Το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές το γνωρίζουμε πάνω-κάτω. Δεν είναι εντελώς διαφορετικό από όσα παζάρεψαν οι προηγούμενοι πρωθυπουργοί. Περισσότερο κοινωνικό κράτος (δηλαδή προστασία κάθε ομάδας που μπορεί να ψηφίσει μπετόν αρμέ), περισσότερη φορολογία (επειδή μέχρις εκεί φτάνει το μυαλό όλων για τα έσοδα του κράτους), περισσότερη δημαγωγία (καθώς η παραμονή στην εξουσία είναι πιο σημαντική από τη σωτηρία της χώρας).
Αλλάξτε τα ονόματα, βάλτε οποιονδήποτε στη θέση του πρωθυπουργού, οποιονδήποτε στη θέση προέδρου άλλου κόμματος, και θα δείτε τις συμπεριφορές να εναλλάσσονται, σε ρόλους γραμμένους από τον Ευγένιο Ιονέσκο. Διαβάζουμε ανακοίνωση για την πιο πρόσφατη συζήτηση με τους δανειστές: «Η ανικανότητα της κυβέρνησης, οι τακτικισμοί, τα επικοινωνιακά κόλπα οδηγούν σε νέες επώδυνες καταστάσεις για τους πολίτες, καταστάσεις που εντείνουν τα αδιέξοδα και την απουσία αξιόπιστης προοπτικής για την υπέρβαση της κρίσης».
Οποιοδήποτε γραφείο θα μπορούσε να εκδώσει αυτή την ανακοίνωση, χρησιμοποιώντας μάλιστα την ανύπαρκτη λέξη «τακτικισμός». Μια ανακοίνωση δίχως χρησιμότητα για την κυβέρνηση που τάχα μου δέχεται κριτική, για το κόμμα που λέει αυτά τα γενικά, για τους πολίτες που έχουν ακούσει τόσες ίδιες ανακοινώσεις, ώστε να μη δίνουν πια καμία σημασία. Επί της ουσίας, η αντιπολίτευση δεν βοηθά ούτε τον εαυτό της ούτε τη χώρα. Εχει υποτιμηθεί πολύ ο ρόλος των κομμάτων που συνθέτουν το σώμα της Βουλής χωρίς να μετέχουν στην κυβέρνηση.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα είναι ευχαριστημένα ρίχνοντας την κυβέρνηση για να αναλάβουν μια οικονομία τύπου Βενεζουέλας. Το ερώτημα είναι εάν θα καταφέρουν κάτι σαμποτάροντας εκ των υστέρων πολιτικές που στήριξαν ενόσω βρίσκονταν στην κυβέρνηση. Ποιος είναι άραγε ο φόβος; Μην τυχόν και πάρει τα εύσημα της σωτηρίας ο Αλέξης Τσίπρας και μείνει πρωθυπουργός εφ’ όρου ζωής; Δεν υπάρχει άλλη λογική εξήγηση.
Ισως θα έπρεπε να εξεταστεί το σενάριο της κυβερνώσας Βουλής, της οικουμενικής κυβέρνησης, της εθνικής συνεργασίας, της σύμπραξης ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η γόνιμη συνύπαρξη όλων των πολιτικών δυνάμεων που κυβέρνησαν στα χρόνια της κρίσης και κατέληξαν στις ίδιες προτάσεις απέναντι στην τρόικα, την τριπλέτα, το Τρίο Στούτζες ή όπως αλλιώς θα μπορούσαν να ονομαστούν οι τρεις θεσμοί που δανείζουν στη χώρα.
Με μια γόνιμη αντιπολίτευση, κάθε κόμμα μπορεί να διεκδικήσει μερίδιο από πιθανή μελλοντική επιτυχία. Με την υστερία, τον μηδενισμό, τη χαζή κριτική και το ξεμάλλιασμα, το μόνο που διεκδικούν είναι μια θέση στο πάνθεον της αχρηστίας. Και να μην ελπίζουν ότι θα θυμάται ο κόσμος αν προέρχονταν από τη Νέα Δημοκρατία, το ΠαΣοΚ ή τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή αυτό δεν θα έχει καμία σημασία σε συνθήκες ακραίας φτώχειας που είναι πλέον πιθανές.
Να γυρίσουμε λίγο πίσω για να κάνουμε υποθέσεις. Πώς θα ήταν η χώρα αν είχε περάσει το σχέδιο Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό, εάν δηλαδή η αντιπολίτευση είχε αποδεχτεί την προοπτική της κατάρρευσης των Ταμείων; Πώς θα ήταν η χώρα εάν είχε γίνει το δημοψήφισμα από τον Γιώργο Παπανδρέου και οι πολίτες αποδέχονταν τότε τα αναγκαία μέτρα; Η σωτηρία, όμως, χρειάζεται μυαλό και παραδοχή ότι ο αντίπαλος έχει κι εκείνος μυαλό και λογικές προτάσεις. Κατά την εξαετία της κρίσης μάθαμε ότι κανείς δεν έχει μυαλό, συγκρότηση και την ανωτερότητα που θα επέτρεπε μια λύση εθνικής σύμπνοιας.
Καλό θα ήταν για τα κόμματα της αντιπολίτευσης να σωπάσουν ή να βοηθήσουν. Οι Κυριάκοι και οι Φώφες αυτού του τόπου θα πρέπει να ξυπνούν και να κοιμούνται με ένα ερώτημα: «Εγώ τι θα έκανα σήμερα στη θέση του Αλέξη;». Τα ίδια θα έκαναν, τα ίδια θα πρότειναν. Ας το αποδεχτούν χωρίς να ταράζονται στην ιδέα ότι έτσι στηρίζεται ένα πρόσωπο ή ένα κόμμα. Μαζί καταστρεφόμαστε.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 7 Μαΐου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ