Η άστοχη πρόταση του Αλ. Τσίπρα για σύγκληση Ευρωδιάσκεψης Κορυφής και η πανηγυρική απόρριψή της πιστοποίησε για μία ακόμη φορά την αδυναμία των ελλήνων πολιτικών ηγετών να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Η αδυναμία αυτή έχει βάθος. Ας το δούμε:
«Ενώ περιμέναμε τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, μας εμφανίστηκε ο… Τσίπρας». Δεν είναι ακριβώς τα λόγια αξιωματούχου της ΕΕ αλλά και δεν απέχουν πολύ από τις ενδόμυχες σκέψεις τους (όπως διεφάνησαν σε πρόσφατη κλειστή συνάντηση). Θα μπορούσαν να είναι δηλαδή. Και εκφράζουν ερμηνευτικά γιατί κατά βάθος αριθμός ευρωπαίων ηγετών αισθάνονται βαθιά απογοήτευση από την παρουσία ελλήνων ηγετών στην ΕΕ. Οχι βεβαίως πως ο Αλ. Τσίπρας δεν είναι ένας ιδιαίτερα ευφυής πολιτικός ηγέτης. Είναι και μάλλον κατά πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο των ηγετών της Ενωσης. Σοφός όμως δεν είναι. Γιατί άλλο σοφός και άλλο ευφυής. Ερευνες δείχνουν άλλωστε ότι οι περισσότεροι ευφυείς άνθρωποι σε όρους IQ βρίσκονται στις τάξεις του υποκόσμου ή στις φυλακές. Εκεί ο δείκτης ευφυΐας είναι πάρα πολύ υψηλός. Ο δείκτης σοφίας είναι ανύπαρκτος. Σοφός –μας έχουν διδάξει ο Πλάτωνας και Αριστοτέλης –είναι αυτός που εκτός από ευφυΐα έχει κρίση και θέτει την ευφυΐα του στην υπηρεσία της αρετής, του ορθού λόγου, του κοινού καλού, που μπορεί στοιχειωδώς να προβλέπει «τα μελλούμενα». Βεβαίως «οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα. Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί». Αλλά «εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα αντιλαμβάνονται». Και δυστυχώς όταν ο Τσίπρας ανήγγειλε ότι «θα σχίσει τα μνημόνια», ότι δεν υπήρχε «καμία περίπτωση η Ευρώπη να μη δεχθεί τις ελληνικές απόψεις / πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» ή να μη δεχθεί συνδιάσκεψη για τη διαγραφή ή δραστική μείωση του χρέους, δεν είχε αντιληφθεί τίποτα «από τα προσερχόμενα». Δεν είχε αντιληφθεί ότι έτσι ερχόταν τρίτο και ιδιαίτερα οδυνηρό μνημόνιο.
Αλλά τι ακριβώς περίμεναν οι Ευρωπαίοι από τους έλληνες ηγέτες; Θα σας διηγηθώ μια μικρή αλλά αληθινή ιστορία που απαντά κάπως στο ερώτημα.
Τον Ιούνιο του 2003, στις παραμονές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε στη Χαλκιδική (ήταν το τελευταίο Συμβούλιο που έλαβε χώρα εκτός Βρυξελλών), συνόδευσα τον τότε πρωθυπουργό Κ. Σημίτη στην επίσκεψή του στον πρώην πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν στο σπίτι του στο Παρίσι. Ο τελευταίος ήταν τότε ο πρόεδρος της Συνέλευσης (Convention) για την επεξεργασία του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Ημουν αναπληρωματικό μέλος της εν λόγω Συνέλευσης και ως εκ τούτου είχα τακτική συνεργασία με τον πρόεδρό της. Αφού ολοκληρώθηκε το τυπικό μέρος της συζήτησης γύρω από το σχέδιο του Συντάγματος που ο Ζισκάρ Ντ’ Εστέν θα παρουσίαζε επισήμως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, επωφελήθηκα να του θέσω ορισμένα ερωτήματα πάνω στο γιατί είχε τόσο ένθερμα υποστηρίξει την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ευρωπαϊκή Κοινότητα τότε). Η αντίδραση του Ζισκάρ Ντ’ Εστέν υπήρξε ιδιαίτερα αποκαλυπτική αλλά και εξόχως ενδιαφέρουσα για τον τρόπο που η τότε ευρωπαϊκή ηγεσία έβλεπε την Ελλάδα. Αφού αναφέρθηκε στους στενούς δεσμούς φιλίας με τον αείμνηστο Κ. Καραμανλή και τον ρόλο που έπαιξαν οι φιλικοί αυτοί δεσμοί για το θέμα, τόνισε ότι υποστήριξε την ελληνική ένταξη καθώς θεωρούσε ότι «είχε ένα γραμμάτιο να πληρώσει στον Πλάτωνα», ότι θεωρούσε ότι η Ευρώπη χωρίς τη χώρα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη στους κόλπους της δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ολοκληρωμένη. «Αλλά, αγαπητέ μου», υπογράμμισε με έμφαση, «νόμιζα εγώ αλλά και πολλοί άλλοι κάπως αφελώς και ίσως με μια κάπως ρομαντική διάθεση ότι με την ένταξη της Ελλάδας θα έμπαιναν στο Συμβούλιο της Ενωσης ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Περικλής και οι άλλοι σοφοί Ελληνες ή εν πάση περιπτώσει μια κάποια παραλλαγή αυτών. Αλλά δυστυχώς, αντί του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη βρεθήκαμε τις περισσότερες φορές μπροστά σε εντελώς πρωτόγνωρες καταστάσεις. Ανθρωποι που δεν είχαν ούτε τη σοφία ούτε τον ορθολογισμό της ελληνικής σκέψης και, το κυριότερο, δεν ήθελαν να καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Ευρώπη». «Χαίρομαι», κατέληξε, «που με τον Κ. Σημίτη επιστρέφει ο ελληνικός ορθολογισμός».
Ηταν τότε οι πολύ καλές ημέρες της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση που δυστυχώς δεν διήρκεσαν για πολύ. Και είναι γνωστό ότι ο Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν έχει σε τελευταίες συνεντεύξεις του εκφράσει τη βαθιά του απογοήτευση για την κατάσταση στην Ελλάδα και την προφανή αδυναμία της να ευθυγραμμισθεί με τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Εχει μάλιστα προτείνει και την αποχώρηση/αποβολή της χώρας από την ευρωζώνη. Αλλά αν μια τέτοια πρόταση προέρχεται από έναν παλαιό φίλο της Ελλάδας που έδωσε μάχη για την ένταξη της χώρας, είναι προφανές ότι «ως χώρα έχουμε κάνει κάτι πολύ στραβά» σε σημείο που να οδηγήσουμε σε απογοήτευση ή εχθρότητα ένθερμους παλαιούς υποστηρικτές μας και τελικά να χάσουμε ένα ευρύ δίκτυο φίλων της χώρας που λειτουργούσε ακριβώς μετά τη μεταπολίτευση. Και όλα αυτά όχι γιατί «δεν εμφανίστηκαν στο Συμβούλιο ο σύγχρονος Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης». Αυτό εκ των πραγμάτων ήταν αφελής ρομαντισμός. Αλλά κυρίως γιατί στο μεγαλύτερο μέρος τους οι ηγεσίες της χώρας «δεν θέλησαν να καταλάβουν τον τρόπο λειτουργίας της Ευρώπης». Και αυτό εξηγεί, μεταξύ άλλων, γιατί η Κύπρος είναι σήμερα εκτός μνημονίου και η Ελλάδα, έξι χρόνια μετά, παραμένει στα μνημόνια χωρίς θετική προοπτική στον ορίζοντα. Βέβαια υπάρχουν και άλλοι Ευρωπαίοι που δεν κατανοούν το πώς λειτουργεί το σύστημα, αλλά αυτοί δεν έχουν πίσω τους ούτε Πλάτωνα ούτε Αριστοτέλη. Και επιπλέον δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν δανεικά από την Ευρωπαϊκή Ενωση για να επιβιώσουν ως οικονομικές και τελικά ως κρατικές οντότητες.
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ