Η εμπειρία από τη θητεία μου στο υπουργείο Υγείας με οδηγεί στην άποψη ότι η μεταπολεμική Ελλάδα ήταν μια σχετικά ασφαλής χώρα από πλευρά δημόσιας υγιεινής μολονότι οι μηχανισμοί επιδημιολογικής επιτήρησης δεν έφτασαν ποτέ στο επίπεδο άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Η αθρόα όμως εισροή μεταναστών δεν αποτελεί πλέον μόνο ζήτημα πολιτικό, κοινωνικό αλλά και δημόσιας υγείας. Η μετάδοση των λοιμωδών νόσων, ως γνωστόν, είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα στο οποίο μετέχουν πολλοί και διακριτοί πληθυσμοί, όπως άνθρωποι, ζώα, έντομα, παράσιτα κ.λπ., περιβαλλοντικοί λόγοι, καθώς και κοινωνικοί παράγοντες. Είναι κοινός τόπος και για τους απλούς ανθρώπους, όχι μόνο για τους επιστήμονες, ότι η έγκυρη εκτίμηση των κινδύνων έχει βαρύνουσα σημασία για την έγκαιρη αντιμετώπιση νόσων σε μετανάστες και πρόσφυγες κατά την είσοδό τους στη χώρα, καθώς και για την πρόληψη της διασποράς λοιμωδών νόσων τόσο στον πληθυσμό των μεταναστών και προσφύγων όσο και στον γηγενή πληθυσμό.
Για κάθε χώρα υποδοχής, όπως Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, ή εγκατάστασης, όπως Γερμανία, Νορβηγία κ.λπ., ειδικοί επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι η εισβολή επιδημιών ή η επανεμφάνιση λοιμωδών νόσων που έχουν απαλειφθεί στην Ευρώπη αποτελεί έναν ιδιαίτερα σοβαρό και εν δυνάμει κίνδυνο όχι μόνο για τη δημόσια υγεία αλλά και για την οικονομία της χώρας (π.χ. τουρισμός).
Ηδη έχουν αναφερθεί μαζικά κρούσματα γαστρεντερίτιδας στο λιμάνι του Πειραιά, όπου φιλοξενούνται μερικές χιλιάδες άνθρωποι σε έναν περιορισμένο χώρο, καθώς και άλλα περιστατικά, όπως λεϊσμανίαση, και κάποια περισσότερο τρομώδη που αντιμετωπίστηκαν την τελευταία στιγμή.
Ηδη, με βάση τις νεότερες ειδήσεις, δρομολογείται η κατασκευή νέων hotspots σε όλη τη χώρα, κάποια από τα οποία ίσως λειτουργήσουν και ως σημεία μακρόχρονης φιλοξενίας. Τα σημεία αυτά θα πρέπει να είναι ελεύθερα από παράγοντες που μπορούν να υποβοηθήσουν στη μετάδοση νόσων, όπως έλη, περιοχές όπου έχει καταγραφεί η ύπαρξη διαβιβαστών (κουνούπια, φλεβοτόμοι, ψύλλοι) και στάσιμων νερών.
Υπάρχει ανάγκη οργάνωσης άμεσα ενός νέου Συστήματος Επιτήρησης για την πρόληψη των επαπειλουμένων κινδύνων από επιδημίες, καθώς και για την αντιμετώπισή τους. Αυτό δεν μπορεί να αφεθεί στα σημερινά συστήματα οργάνωσης. Απαιτείται η συγκρότηση ενός «Προγράμματος Σύγχρονης Επιδημιολογικής Επιτήρησης» της χώρας για την προσεκτική παραμετροποίηση του μοντέλου μετάδοσης των νόσων. Οι σημερινές εμπειρικές πρακτικές είναι αδύνατον να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το πρόβλημα. Η ενδογενής αβεβαιότητα των σημερινών συστημάτων γίνεται πιο έντονη λόγω της αθρόας μετακίνησης πληθυσμών. Γι’ αυτό απαιτείται η συγκρότηση αυτού του Προγράμματος χωρίς βραδύτητα, ως βελτίστου υποδείγματος, με τη σύνθεση διαφορετικών πηγών πληροφορίας. Το Πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να συγκροτηθεί στη βάση συγκεκριμένων υποπρογραμμάτων προκειμένου να διασφαλιστούν οι παρακάτω ενέργειες που προτείνονται από πολλούς επιστήμονες, και ιδιαίτερα από τον καθηγητή κ. Γιάννη Τσελέντη.
Οι ενέργειες που προτείνονται είναι οι εξής:
  • Διασύνδεση και συνεργασία με τα Ινστιτούτα Δημόσιας Υγείας των κατοίκων που υποδέχονται πρόσφυγες και εκείνων στα οποία εγκαθίστανται. Προτείνεται το δίκτυο να συμπεριλάβει τις Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία ως χώρες υποδοχής και τις Γερμανία και Νορβηγία ως χώρες εγκατάστασης.
  • Σύσταση βάσης γεωχωρικών δεδομένων με προσανατολισμό την παρακολούθηση της δυναμικής των επιδημιών για την επιτήρηση της δυναμικής εισβολής ή διασποράς λοιμωδών νοσημάτων που ενδημούν στις χώρες προέλευσης και διέλευσης των μεταναστών.
  • Συνεργασία με εξειδικευμένα εργαστήρια και κέντρα για την επιτήρηση λοιμωδών νοσημάτων.
  • Δημιουργία δικτύου ταχείας απόκρισης για την έγκαιρη ταυτοποίηση και αντιμετώπιση τυχόν επιδημιών.
  • Δημιουργία δικτύου παρακολούθησης και πρόληψης λοιμωδών νοσημάτων μεταξύ των σημείων φιλοξενίας των μεταναστών στις χώρες υποδοχής. Συστηματική καταγραφή της χώρας προέλευσης των μεταναστών για να διευκολυνθεί το έργο της επιδημιολογικής επιτήρησης.
  • Λήψη ιατρικού και ψυχιατρικού ιστορικού για την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση τυχόν οξέων προβλημάτων υγείας, εγκυμοσύνης, και για ψυχολογική υποστήριξη.
  • Βάση υγειονομικών δεδομένων για τους μετανάστες. Η βάση αυτή θα περιέχει ευαίσθητα στοιχεία κάθε ατόμου. Θα συνδέεται με κάθε μετανάστη που συμμετέχει στο πρόγραμμα μέσω ενός μοναδικού κωδικού. Ο κωδικός αυτός θα αντιστοιχεί και θα συσχετίζεται με προσωπική υγειονομική ταυτότητα και ηλεκτρονική έξυπνη κάρτα. Θα μπορεί δε να συνδέεται και με τη βάση χωρικών δεδομένων.
  • Χορήγηση υγειονομικής ταυτότητας σε κάθε μετανάστη αφού εξεταστεί και θεραπευθεί από τυχόν λοιμώδη νοσήματα. Η κάρτα αυτή θα τον ακολουθεί στο ταξίδι του προς τη χώρα μετεγκατάστασής του.
Η εφαρμογή αυτού του σύνθετου και πολύπλοκου προγράμματος και των υποπρογραμμάτων του δεν μπορεί να αφεθεί στις υπάρχουσες διοικητικές δομές καθώς και στη σύσταση μιας απλής Επιτροπής Παρακολούθησης. Θα πρέπει να συγκροτηθεί, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία από το 1998, Κεντρική Ομάδα Διοίκησης Εργου (ΚΟΔΕ) η οποία θα έχει την κύρια ευθύνη για την παρακολούθηση, την εφαρμογή, την προσαρμογή και τον συντονισμό των ενεργειών, για χάραξη πολιτικών κ.λπ. του συνόλου των δράσεων του Προγράμματος.
Ταυτόχρονα θα πρέπει να συγκροτηθούν κατά Περιφέρειες της χώρας Περιφερειακές Ομάδες Διοίκησης Εργου (ΠΟΔΕ) με αντίστοιχες αρμοδιότητες για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση ιδιαιτεροτήτων που τυχόν θα αναφύουν σε κάθε Περιφέρεια.
Πρόεδρος της ΚΟΔΕ προτείνεται να είναι πολιτικό στέλεχος του υπουργείου Υγείας και μέλη του εκπρόσωποι από το ΚΕΕΛΠΝΟ, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Ινστιτούτο Pasteur, τα νοσοκομεία Αιγινήτειο και «Ανδρέας Συγγρός», καθώς και εταιρείες του ιδιωτικού τομέα με εμπειρία στην εφαρμογή ανάλογων πολυσύνθετων πληροφοριακών συστημάτων και εξειδικευμένων συμβουλευτικών υπηρεσιών.
Η ΚΟΔΕ θα μπορεί να συνεργάζεται (ή και να συμμετέχουν σε αυτήν) με εκπροσώπους από χώρες υποδοχής και εγκατάστασης μεταναστών, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γερμανία. Επίσης είναι αυτονόητη η συνεργασία για την υλοποίηση του προγράμματος της αρμόδιας υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας της ΕΕ καθώς και του ΠΟΥ. Νομίζω ότι η συγκρότηση αυτού του Προγράμματος πρέπει να επισπευσθεί καθώς έχει ήδη αργήσει. Το να αναζητούνται εκ των υστέρων ευθύνες για οποιασδήποτε μορφής αργοπορία θα είναι δευτερεύουσας σημασίας θέμα.
Ο κ. Αλέκος Παπαδόπουλος είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ