Πάντοτε έτρεφα αμφιβολίες απέναντι στο φαινόμενο του (αυτο)βασανιζόμενου καλλιτέχνη: Τι προσπαθεί να αποδείξει προκαλώντας τόσο υπέρμετρο σωματικό πόνο στον εαυτό του; Ποιες είναι οι προθέσεις και ποιο το ζητούμενο;
Από τη δεκαετία του ’70 ως σήμερα, η Μαρίνα Αμπράμοβιτς, ιέρεια της σύγχρονης τέχνης και «γιαγιά» της performance art, έχει υποβάλει τον εαυτό της σε όλα τα πιθανά μαρτύρια κατά τη διάρκεια των έργων της: έχει πληγώσει τα χέρια της, έχει χαράξει την κοιλιά της, έχει καταπιεί φάρμακα για κατατονικούς και σχιζοφρενείς, έχει αυτομαστιγωθεί, έχει ξαπλώσει σε πάγο, έχει περπατήσει το μισό Σινικό Τείχος, έχει κοντέψει να πεθάνει από έλλειψη οξυγόνου, έχει υποστεί κακοποίηση από θεατές που την έγδυσαν, της έχωσαν αγκάθια στο σώμα και ένα πιστόλι στον κρόταφο.
Ο κατάλογος των δεινών είναι μακρύς και ελαφρώς τρομακτικός. Σίγουρα η Μαρίνα επιβίωσε. Εξετάζοντας την πορεία της αντιλαμβάνεται κανείς το αποτύπωμα που άφησε η σέρβα καλλιτέχνις στον χώρο της τέχνης. Διερεύνησε τα όρια των ανθρώπινων αντοχών. Την έλξη που ασκούν επάνω μας οι επικίνδυνες τελετουργίες. Αμφισβήτησε, μεταξύ άλλων, τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον performer και στο κοινό του. Ανάγκασε τους θεατές των ακραίων δρώμενων που σκηνοθετούσε να βγουν από την παθητικότητά τους και να επέμβουν στη δράση, καθορίζοντας την τελική έκβαση –τη ζωή ή τον θάνατό της.
Επαφή με τον εαυτό μας


«Ετσι και εισέλθεις στην [νοητική] κατάσταση μιας performance, μπορείς να ωθήσεις το σώμα σου να κάνει πράγματα που σε καμία περίπτωση δεν θα έκανε διαφορετικά» έχει πει η ίδια σχολιάζοντας το έργο της. Με τα χρόνια, αντλώντας υλικό από μια τεράστια δεξαμενή εμπειριών, ανέπτυξε τη Μέθοδο Abramović, «μια σειρά ασκήσεων» που σκοπό έχουν «την επαφή με τον εαυτό μας και τη σύνδεση με τους άλλους», όπως διαβάζουμε στο site του Οργανισμού ΝΕΟΝ, σε σύμπραξη με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η εξαιρετική διοργάνωση «As one» στην Αθήνα (μία από τις πρώτες πόλεις στον κόσμο όπου εφαρμόστηκε το πρόγραμμα). Για επτά εβδομάδες, από τις 10 Μαρτίου ως τις 24 Απριλίου, η ίδια και οι συνεργάτες της δίδαξαν την εν λόγω μέθοδο τόσο σε επιλεγμένους έλληνες καλλιτέχνες όσο και σε ενδιαφερόμενους θεατές.
Οι χορογράφοι Γιάννης Αντωνίου και Σταύρος Αποστολάτος συμμετείχαν στο «As one» για 11 ημέρες με την performance μακράς διαρκείας «Πορτρέτο του Αγνωστου Ανδρα». Την τελευταία ημέρα –το περασμένο Σάββατο –προσκάλεσαν μαζί τους τον συνθέτη Μίνω Μάτσα.
Παρακολουθώντας για πολλές ώρες τη συγκεκριμένη δουλειά προσπάθησα να αντιληφθώ την ιδιαιτερότητα αυτών των αποκαλούμενων long durational performances, χάρη στις οποίες η Αμπράμοβιτς διακρίθηκε και δοξάστηκε παγκοσμίως.
Μυστικά επιβίωσης


Λευκοί τοίχοι, μαύρο πιάνο με ουρά, ελάχιστα αντικείμενα. Τρία σώματα. Τρεις καλλιτέχνες που προσπαθούν να συνυπάρξουν μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Να γεννήσουν, μέσα από τη συνομιλία τους, κάτι ενδιαφέρον. Γρήγορα συνειδητοποιώ ότι εδώ δεν μπορεί να εφαρμόσει κανείς τα τυπικά κριτήρια που χρησιμοποιεί απέναντι σε «κανονικά» θεάματα. Εδώ δεν υπάρχει τίποτε προσχεδιασμένο. Απλούστατα, δεν υπάρχει «θέαμα».
Υπάρχει μόνο διάρκεια… μεγάλη διάρκεια… η οποία βιώνεται ως αέναο παρόν. «Αν σκεφτείς «έχω μπροστά μου τόσες ώρες», τότε χάθηκες. Πρέπει να σκέφτεσαι το τώρα» εξηγούσε αργότερα ο χορογράφος Γιάννης Αντωνίου, συμπληρώνοντας: «Και πρέπει να σταματήσεις να φλυαρείς –αυτό θα σε εξοντώσει».
Ο Μίνως Μάτσας βουτάει στην «κοιλιά» του πιάνου: το μουσικό θέμα αποτελείται από ένα οστινάτο που παράγει το δεξί του χέρι ερεθίζοντας διαρκώς, για οκτώ ώρες, μια χορδή. Ταυτόχρονα, στο αριστερό χέρι χτίζεται ένα μοτίβο στα πλήκτρα και όλο αυτό το ηχόδραμα συνδιαλέγεται όχι μόνο με τους δύο χορευτές αλλά και με τους άλλους performers του χώρου: τη φωνή της «γυναίκας-ρολόι» που μετράει δυνατά στο βάθος του ορόφου (Βιργινία Μαστρογιαννάκη) και το πινγκ-πονγκ που παίζει η Γιώτα Αργυροπούλου με τους θεατές της, στο διπλανό δωμάτιο.
Οι επίμονοι, αινιγματικοί, ελαφρώς απόκοσμοι ήχοι του συνθέτη κινητοποιούν τα σώματα των δύο χορευτών που αναζητούν το δικό τους modus vivendi μέσα σε αυτή τη συνθήκη απόλυτης ελευθερίας. Ολα είναι πιθανά, όλα επιτρέπονται. Δεν υπάρχει «σενάριο». Ανά πάσα στιγμή κάθε επιλογή διαγράφεται διαθέσιμη: Κίνηση ή ακινησία; Ενταση ή ηρεμία; Συντονισμός ή αντιπαράθεση; –κ.ο.κ.
Η δύναμη της βούλησης


Ολα μπλέκονται γλυκά. Οι κινήσεις, οι εναλλαγές, οι παύσεις. Οι στιγμές μοναχικότητας και οι στιγμές σύμπνοιας. Ακόμη και οι στιγμές αμηχανίας… Μέσα από τον αυτοσχεδιασμό, τη δοκιμή και την επανάληψη, οι τρεις δημιουργοί συνθέτουν σταδιακά το δικό τους σύμπαν –λιτό, πυκνό και ανθρώπινο. Δοκιμάζουν τα όρια των αντοχών τους. Οι ώρες περνούν… Η κόπωση διεκδικεί τα λύτρα της. Ερχεται όμως αντιμέτωπη με τους δύο μεγαλύτερους αντιπάλους της: το πείσμα και την αυτοπειθαρχία.
Η δύναμη της βούλησης υπερισχύει των σωματικών αναγκών. Το μυαλό προσηλώνεται σε έναν σκοπό: τη δημιουργική επιβίωση. Οχι τη «σκέτη» επιβίωση που σκέφτεται μόνο τον εαυτό της αλλά τη συλλογική επιβίωση, αυτή που λαμβάνει υπόψη συνεργάτες και θεατές ταυτόχρονα. Καμία επίδειξη «μαρτυρίου», καμία υπερβολή οδύνης. Βυθισμένα σε ένα ιδιαίτερο ηχητικό περιβάλλον, τρία σώματα ανταλλάσσουν ενέργεια σμιλεύοντας ένα γλυπτό που ζωντανεύει υπομονετικά μπροστά στα μάτια μας.
Δεν εκθέτουν το «ταλέντο» τους, ούτε μιμούνται κανέναν. Γεμίζουν το κενό περιμένοντας τον δικό τους «Γκοντό». Βιώνουν συντροφικά το ταξίδι. Και μας μεταφέρουν την αίσθηση του εκτεθειμένου, ευάλωτου ανθρώπου που καλείται να αυτοσχεδιάσει ενάντια στον χρόνο με όπλα την πυγμή και τη φαντασία του. Αποδεικνύοντας ότι υπάρχει αυτό που έχει πει η ίδια η Αμπράμοβιτς: «μια τέχνη φτιαγμένη από εμπιστοσύνη, ευαισθησία και σύνδεση».
Τα μουσεία σήμερα, διακηρύττει η εμπνεύστρια της μεθόδου, οφείλουν να είναι ένας ζωντανός οργανισμός, όπου ο καλλιτέχνης διατηρεί επαφή και με το έργο του και με τους θεατές. Οι τελευταίοι δεν λειτουργούν ως παθητικοί αποδέκτες που καταναλώνουν ένα ήδη ολοκληρωμένο έκθεμα. Συμμετέχουν ενεργά και επηρεάζουν τη δυναμική των υπό εξέλιξη σχέσεων. Ενώνονται με τον δημιουργό σε μια νέου τύπου συλλογικότητα και πλάθουν, μέσω της τέχνης, αυτόν τον κοινό μύθο που έχουμε ανάγκη, σήμερα περισσότερο από ποτέ.
«Αs one», φίλοι μου..

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ