Με το μυθιστόρημά του «Ζιγκμαρίνγκεν. Ενας πύργος στη Γερμανία» (εκδόσεις Πόλις) ο Πιερ Ασουλίν επιστρέφει στους κλειστούς χώρους που έχουν πάνω τους το βάρος της μνήμης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ετσι, μετά το «Ξενοδοχείο Λυτεσιά», ο πύργος της πριγκιπικής οικογένειας των Χοεντσόλερν στο Ζιγκμαρίνγκεν της Βάδης-Βυρτεμβέργης είναι ο δραματικός χώρος στο μυθιστόρημα του γάλλου συγγραφέα. Ο Ασουλίν μυθιστορηματοποιεί το οκτάμηνο της παραμονής στον πύργο της γαλλικής κυβέρνησης των δωσιλόγων του στρατάρχη Πεταίν το τελευταίο διάστημα του πολέμου. Ζώντας υπό την προστασία των ναζί και με την ψευδαίσθηση ότι οι ναζί θα νικήσουν, οι Γάλλοι συμπεριφέρονται σαν να κυβερνούν, έχοντας μετατρέψει τον πύργο σ’ ένα ιδιότυπο «γαλλικό έδαφος». Αλλά το μυθιστόρημα δεν είναι ιστορικό. Το θέμα του Ασουλίν δεν είναι η μεγάλη ιστορία αλλά η μικρή ιστορία έτσι όπως την αφηγείται ο αρχιοικονόμος του πύργου Γιούλιους Στάιν. Ο ήρωας, που θυμίζει πολύ τους μπάτλερ της βρετανικής αριστοκρατίας (άλλωστε ο συγγραφέας αναγνωρίζει αφηγηματικές οφειλές στην τηλεοπτική σειρά «Ντάουντον Αμπεϊ») μας μεταφέρει την καθημερινότητα του πύργου μέσα από την τελετουργία των λεπτομερειών. Οι λεπτομέρειες κάνουν αυτό το μυθιστόρημα αξιανάγνωστο και αρκετές φορές συναρπαστικό. Ο Γιούλιους Στάιν, προικισμένος μουσικός, αποφασίζει να εγκαταλείψει την τέχνη του το 1933, όταν οι ναζί στην εξουσία βάζουν στο χέρι τους και τα μουσικά πράγματα. Αποφασίζει να γίνει αρχιοικονόμος και να «διασωθεί» μέσα στη στολή του υπηρέτη. Φυσικά η μουσική ρυθμίζει την αφήγηση –και καμιά φορά μας δίνει αφηγηματικά κλειδιά –καθώς όλο και κάποιος δίσκος θα γυρίζει «στο ζεστό πλατό του ηλεκτρόφωνου». Ο Στάιν «φιλοτεχνεί» όμως και πορτρέτα ανθρώπινων χαρακτήρων, το ανθρώπινο τσίρκο του πύργου. Ανάμεσά τους και ένας δωσίλογος που τον βλέπει με πολλή συμπάθεια. Ο συγγραφέας Σελίν: «Δύο χοντρές λερές ζακέτες η μια πάνω στην άλλη, μερικά κασκόλ γύρω από τον λαιμό στερεωμένα με διπλές παραμάνες… και μέσα σ’ ένα σακίδιο ένα γατί που του μουσούδι του ξεπρόβαλε από μια τρύπα».
Ο Ασουλίν στήνει εξαιρετικά την πλοκή, όπου οι εκπλήξεις παίζουν καθοριστικό ρόλο (η υπηρέτρια του στρατάρχη που είναι τελικά πράκτορας των Συμμάχων). Αλλά επιμένω ότι τη διαφορά την κάνουν οι λεπτομέρειες. Σαν εκείνες τις φλύαρες κίσσες που στον γερμανικό ουρανό δίνουν τις θέσεις τους στα μαύρα κοράκια για να δηλώσουν την πτώση και το τέλος. Εξαιρετική η μετάφραση της Μαρίζας Ντεκάστρο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ