Ο ενεργός πληθυσμός στη χώρα μας είναι 5.000.000 (όλοι οι αριθμοί είναι κατά προσέγγιση). Κάτι περισσότερο, 6.000.000 δηλαδή, ζουν χωρίς να εργάζονται επισήμως. Αν υπολογίσει κανείς ότι περίπου 1.200.000 μέλη του ενεργού πληθυσμού βρίσκονται σε αδυναμία να εργαστούν λόγω ανεργίας, τότε το συμπέρασμα είναι ότι κάθε παραγωγικά δραστήριος Ελληνας πρέπει να καλύψει τα έξοδα άλλων δύο που δεν εργάζονται λόγω ηλικίας, ανεργίας ή επιλογής. Από αυτούς τους ενεργούς Ελληνες πρέπει κανείς να υπολογίσει και να αφαιρέσει περίπου 600.000 οι οποίοι, καίτοι φορολογούνται, δεν καταβάλλουν τις οφειλές τους λόγω αδυναμίας. Ετσι, περίπου 3.000.000 είναι αυτοί που καλύπτουν, μαζί με τον δανεισμό βέβαια και τη βοήθεια της ΕΕ, τα έξοδα του ελληνικού κράτους. Είναι τα αφανή υποζύγια της σημερινής κρίσης.
Δηλαδή, όχι μόνο υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης σε ό,τι αφορά το προσωπικό ή το οικογενειακό τους εισόδημα αλλά καλύπτουν με το υστέρημά τους τις δαπάνες του πολυτελούς κράτους που διαιωνίζουμε, δηλαδή χρηματοδοτούν τις ανάγκες εκατοντάδων χιλιάδων υποαπασχολουμένων ή αργομίσθων δημοσίων υπαλλήλων που προσελήφθησαν με πολιτικό μέσο και ανήκουν στην πολιτική πελατεία.
Κάποτε, σε κάποια πλατεία της χώρας, θα πρέπει να στηθεί ο ανδριάντας του ανώνυμου φορολογουμένου. Αν κάποιος πάσχει από προχωρημένη ιδεοληψία, είναι δηλαδή οπαδός φανατισμένος του Λένιν ή του Τρότσκι ή του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, μπορεί να αισθάνεται ευτυχής γιατί κατορθώσαμε να φτιάξουμε μια κοινωνία όπου ελάχιστοι εργάζονται και οι πλείστοι όσοι ζουν και τρέφονται από αυτούς τους ελαχίστους εργαζομένους. Βέβαια, αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί.
Ο μέσος Ελληνας, αριστοτέχνης της αντιφατικής μικροαστικής συμπεριφοράς, καταφέρνει πολύ συχνά να κατακεραυνώνει θεωρητικά τον παρασιτισμό των άλλων και να απολαμβάνει σε πολλά επίπεδα τον ιδιαίτερο, δικό του παρασιτισμό, που τον δικαιολογεί έξοχα με ακροβατικές κατασκευές ή με τη συστηματική αναίσχυντη ψευδολογία ή, τέλος, με την εξίσου αναίσχυντη αναφορά στην προηγούμενη ευθύνη των άλλων, διότι όλοι το ίδιο είμαστε, ως γνωστόν.
Για τον λόγο αυτόν οι κυβερνήσεις όλων των εποχών και όλων των αποχρώσεων είχαν ως βασική επαγγελία την πάταξη της φοροδιαφυγής. Και ως συνηθισμένο απολογισμό την αποτυχία στο συγκεκριμένο πεδίο κυβερνητικής δράσης η οποία οφειλόταν στον λαϊκισμό της αντιπολίτευσης ή στην ανικανότητα των υπηρεσιών ή εν πάση περιπτώσει δεν είχε ακόμη προλάβει να ολοκληρωθεί λόγω των γενικότερων πολιτικών εξελίξεων.
Η παρούσα κατάσταση εμφανίζει μια ευτυχή πρωτοτυπία. Κριτής του αγώνα εναντίον της φοροδιαφυγής δεν θα είναι ο έλλην ψηφοφόρος αλλά ο «απρόσωπος» και «γκρίζος» (όπως θα έλεγε ο Βαρουφάκης) γραφειοκράτης των Βρυξελλών, ο οποίος, στερούμενος νεοελληνικής κουλτούρας, δεν δωροδοκείται, δεν γνωρίζει άλλες παρόμοιες περιπτώσεις που έτυχαν καλύτερης μεταχείρισης και εν πάση περιπτώσει δεν τον ενδιαφέρει το επιχείρημα αυτό, δεν γνωρίζει το ιστορικό παρελθόν της μεγάλης οικογενείας Καραμήτρου στα βουνά της Ρούμελης και, το κυριότερο, δεν σκοπεύει να πολιτευτεί στην περιοχή όπου ο υπό εξέταση φοροφυγάς ασκεί τα δημοκρατικά του καθήκοντα.
Το Δημοκρατικό Κόμμα στις ΗΠΑ έχει ως σήμα έναν συμπαθέστατο γάιδαρο. Είχε καθιερωθεί το 1828, όταν ο Δημοκρατικός υποψήφιος Τζάκσον είχε συγκριθεί υβριστικά με γάιδαρο. Ο Τζάκσον αντέστρεψε το επιχείρημα, επαίνεσε την υπομονή και την αντοχή του γαϊδάρου και έκτοτε το καρτερικό τετράποδο έγινε σύμβολο του κόμματος που συχνά πλειοψηφεί στις αμερικανικές εκλογές.
Μήπως ήρθε η ώρα να συσπειρωθούν τα υποζύγια της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή όσοι πληρώνουν φόρους, σε μια πολιτική κίνηση, με έμβλημα τον γάιδαρο, η οποία θα απαιτήσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από όσους ζητούν την ψήφο τους και δεν θα ικανοποιηθεί με προεκλογικές φλυαρίες και δημαγωγικές υποσχέσεις;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ