Παρακολουθώ τη συζήτηση περί κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς και καταλήγω στα ακόλουθα συμπεράσματα:

Α) Η συζήτηση αφορά τη συγκόλληση κομματικών μηχανισμών. Υπάρχουν διάφοροι που εξαντλούν τη συγγραφική τους δεινότητα αναπτύσσοντας επιχειρήματα, γιατί πρέπει το Πασοκ να συμπορευτεί με το Ποτάμι, η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και ο εναπομείνας ΣΥΡΙΖΑ με όλους. Το επιχείρημα των υποστηρικτών αυτής της άποψης εξαντλείται σε μια πρόταση: Εάν οι μηχανισμοί ενωθούν, τότε, θα αλιεύσουν περισσότερεςψήφους από τους ψηφοφόρους-«πρόβατα» οι οποίοι θα τους επιλέξουν εξ αυτού και μόνον του λόγου. Ο ψηφοφόρος αυτής της κατηγορίας είναι οπαδός: Θέλει να κερδίζει η ομάδα του ανεξαρτήτως του εάν παίζει καλή μπάλα ή λαδώνει τον διαιτητή.

Β) Οι υπερασπιστές της προηγούμενης θέσης υπεραμύνονται των θολών νοημάτων τα οποία παρουσιάζουν ως σαφή: Οι υπερασπιστές της (κεντρο)δεξιάς επικαλούνται, ιδίως, την υπεροχή της έναντι της (κεντρο)αριστεράς και το αντίθετο. Το «κέντρο» είναι ένα κερασάκι και για τους δύο. Δεν έχει κανένα ιδιαίτερο πολιτικό νόημα για τη δεξιά ή την αριστερή ατζέντα. Εν τω μεταξύ, κάθε απόπειρα να καταλάβει κανείς με παραδοσιακά κριτήρια, εάν η ΝΔ είναι δεξιό κόμμα ή ο ΣΥΡΙΖΑ αριστερό, θα τον οδηγούσε σε διαφορετικά από τα αναμενόμενα συμπεράσματα. Η ΝΔ, κρατικιστική και λαϊκιστική, επί δεκαετίες, περισσότερο σε αριστερά προσομοιάζει, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ που εφαρμόζει καθαρόαιμες πολιτικές λιτότητας παραπέμπει σε δεξιά. Το κέντρο παραπέμπει, από μόνο του, σε κάτι ενδιάμεσο, ασαφές, και αποτελεί το (ψυχολογικό) καταφύγιο όσων δεν χώρεσαν στην δεξιά και την αριστερά. Άντε,στους παλαιότερους να θυμίζει τον Γεώργιο Μαύρο…

Γ) Όλη αυτή η συζήτηση δεν αφορά τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» αλλά κάποια μερικότερα χαρακτηριστικά του. Το πελατειακό σύστημα το οποίο αποτελεί το μέτρο και το όριο κάθε πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας στηνΕλλάδα, δέχεται να επικαθορίζεται ως «δεξιό»,«αριστερό» ακόμη και ως «κεντρώο», αρκεί να μην διαρραγεί η ισχύς του. Οι τροϊκανής έμπνευσης μεταρρυθμίσεις του τύπου «έλεγχος της φοροδιαφυγής»/ «άνοιγμα επαγγελμάτων»/ «εξορθολογισμός της ασφαλιστικής δαπάνης»προκαλούν, το πολύ-πολύ, επιδερμικέςαμυχές στο πελατειακό παχύδερμο: Το ζητούμενο είναι, εν τέλει, εάν ο συριζαίος ή ο δεξιός που θα είναι ο επόμενος επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων θα καταφέρει να ξεγελάσει την όποια τρόϊκα. Μετά, και εξαιρέσεις θα υπάρξουν και τροπολογίες ξέρουμε να περνάμε και όλα θα γίνουν όπως πριν, όπως ήταν πάντα…

Καρατομεί η αριστερο-μνημονιακή κυβέρνηση Τσίπρα τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, αλλά τους λέει με νόημα ότι το κάνει με πόνο ψυχής, εννοώντας ότι, αμέσως μόλις φύγουν οι ελεγκτές και περάσουμε τον κάβο, εδώ είμαστε και θα τα ξαναβρούμε. Επιδεικνύει τα hotspots που στήνουν οι φαντάροι, ενώ αλωνίζουν οι ημέτεροι μέσω των ΜΚΟ και των κοινοτικών κονδυλίων, δίνοντας το μήνυμα ότι μπίζνες γίνονται ακόμη και σε τέτοιες συνθήκες και ότι αυτοί ξέρουν να τις κάνουν.

Δ) Πόσο αριστερή(έστω κεντροαριστερή) και πόσο δεξιά(έστω κεντροδεξιά) πρέπει να είναι μια πολιτική κινηση που συσπειρώνει ανθρώπους που πιστεύουν ότι, εάν δεν γίνει η μια και μοναδική μεταρρύθμιση που έχει ανάγκη ο τόπος, δηλαδή, η κατεδάφιση του πελατειακού κράτους, τότε, η χώρα δεν πρόκειται να βγει από το σπιράλ της κρίσης; Η αλήθεια είναι ότι ο γράφων που ανήκει σε μια τέτοια κίνηση, στο Ποτάμι, παραμένει παγερά αδιάφορος απέναντι στο υπαρξιακό- για όσους το θέτουν- θέμα του προσδιορισμού μας. Η έγνοιά μας είναι να μπορέσουμε να προτείνουμε λύσεις που θα αποδομούν,έστω στα σημεία, τον πελατειασμό.

Δεν έχουμε, πάντως, αυταπάτες. Η κοινωνία μας εθισμένη στα οφέλη του πελατειασμού, έστω κι αν αυτά είναι βραχυπρόθεσμα, έστω κι αν είναι κοινωνικά άδικα, θα αργήσει να κατανοήσει ότι υπάρχει μέλλον έξω απ’ αυτόν.

Η συσπείρωση των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων είναι μια διαδικασία επίπονη. Είναι σίγουρο, όμως, ότι και περισσότεροι από ποτέ είμαστε και ότι αξίζει τον κόπο.

O Π. Καρκατσούλης, είναι γραμματέας κοινοβουλευτικού έργου στο Ποτάμι