Το 2000 ο Γάλλος Κριστόφ Φοβιό, πρώην πιλότος πολεμικών ελικοπτέρων, είναι ενθουσιασμένος με τις επιδόσεις των παιδιών του στο τένις. Τόσο ενθουσιασμένος, που αποφασίζει να τις υποβοηθήσει. Χωρίς να το γνωρίζουν ο δωδεκάχρονος Μαξίμ και η δεκάχρονη Βαλεντίν, ο μπαμπάς, που βέβαια τους ακολουθεί σε όλα τα παιδικά-εφηβικά τουρνουά ανά τη Γαλλία, ρίχνει στα μπουκαλάκια με το νερό των αντιπάλων τους λίγο αγχολυτικό Temesta (το οποίο προκαλεί υπνηλία). Μέσα σε τρία χρόνια, 27 αντίπαλοι βγαίνουν νοκ άουτ και ο Φοβιό καμαρώνει από τις κερκίδες. Ο άκρατος γονεϊκός ζήλος ξεσκεπάζεται το 2003, όταν ένας 25χρονος αντίπαλος του 15χρονου πια Μαξίμ χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου του λίγο μετά την απομάκρυνσή του από το γήπεδο. Κατά τη διάρκεια της δίκης του Φοβιό το 2006 –θα «φάει» τελικά οκτώ χρόνια -, ο κατήγορος θα τον περιγράψει ως έναν «ενήλικο που μετέτρεψε τα ίδια του τα παιδιά σε αντικείμενα της φαντασίωσής του για επιτυχία».
Ισως αυτός να είναι λίγο-πολύ ο ορισμός του γονιού-χούλιγκαν. Εκείνου που εμπλέκεται συναισθηματικά και λογιστικά στο άθλημα που παίζει το παιδί του, αποστραγγίζοντάς το (και το παιδί και το άθλημα) από την τελευταία σταγόνα αυθόρμητης χαράς. Οι βρετανικές εφημερίδες κάνουν λόγο εσχάτως για αξιοσημείωτη έξαρση της βίας στα παιδικά πρωταθλήματα ποδοσφαίρου (π.χ. στη Λίγκα Νέων του Σάρεϊ της Νοτιοανατολικής Αγγλίας, ένας γονιός απείλησε να μαχαιρώσει διαιτητή). Αλλά και στην Ελλάδα το είδος ευδοκιμεί εδώ και χρόνια. Τη δεκαετία του ’80 και του ’90, που όλα (αλλά και το ίδιο το παιχνίδι) ήταν ελαφρώς πιο «χύμα», έπεφτε σχεδόν απενοχοποιημένα μπουνίδι μεταξύ γονιών και προπονητών, διαιτητών κ.ο.κ. Στην Ελλάδα της κρίσης, πάλι, ο γεννήτωρ χούλιγκαν υφίσταται, αλλά ενδεχομένως λίγο πιο ενοχικός και λίγο πιο new age (χωρίς βεβαίως ποτέ να απουσιάζει και το έτερο, το παραδοσιακό μοντέλο του αυταρχικού, «μάτσο» πατέρα που επειδή κάποτε κάποιος του είπε ότι είναι «άμπαλος», τώρα στέκεται εκδικητικός στις πλάγιες γραμμές του γηπέδου ουρλιάζοντας: «Τρέχα, παιχταρά μου!»).
Η αλήθεια είναι ότι η γονεϊκή μανία έχει βρει σήμερα άλλες, πιο πολιτισμένες, διεξόδους. Διότι τα περισσότερα παιδιά που ασχολούνται με τα σπορ αντιμετωπίζονται ως μικρογραφίες επαγγελματιών· είναι μικροί, πειθαναγκασμένοι Μέσι με δομημένα πρωταθλήματα, ειδική προγύμναση, διατροφικό κοουτσάρισμα, προσωπικές στατιστικές, αγώνα κάθε Κυριακή και, βέβαια, με «φυτεμένη» τη mentalité «Νίκη με κάθε κόστος». Εξυπακούεται ότι η γονεϊκή υστερία γιγαντώνεται στις σημερινές εγχώριες συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής ανέχειας, με το «ταλέντο» του βλασταριού στο γήπεδο να μετουσιώνεται συχνά στη μοναδική φαντασίωση διαφυγής (κάτι σαν τα μεγάλα αστέρια του ΝBA που αλιεύθηκαν από τα «μαύρα» γκέτο). Οπως είναι αναμενόμενο, το φαινόμενο συχνά «σιγοντάρεται» από προπονητές που εξαργυρώνουν ποικιλοτρόπως το γονεϊκό «ψώνιο». Μου περιέγραφαν πρόσφατα παιδικό αγώνα μπάσκετ με ιλιγγιώδη διαφορά στο σκορ και τον κόουτς των νικητών να παροτρύνει έμπλεος φίλαθλου πνεύματος: «Λιανίστε τους!».

Ευτυχώς, οι αρμόδιοι σήμερα δηλώνουν πιο υποψιασμένοι περί της γονεϊκής υστερίας. Θυμίζω το κίνημα των «Silent Saturdays – Sundays» (Σιωπηλών Σαββάτων – Κυριακών) σε ΗΠΑ και Αυστραλία, το οποίο επιβάλλει άκρα του τάφου σιωπή σε γονείς και προπονητές (ούτε πολεμικές ιαχές ούτε ευνουχιστικά γιουχαΐσματα). Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές εγχώριες παιδικές ακαδημίες ποδοσφαίρου, μαζί με τις οδηγίες προς τους μικρούς παίκτες, παρέχεται και ειδική λίστα παραινέσεων προς μπαμπάδες και μαμάδες (π.χ. «Να θυμάστε ότι τα παιδιά παίζουν μπάλα για τη δική τους απόλαυση, όχι για τη δική σας), ενώ προπονητές νέας γενιάς δεν διστάζουν να εκδιώξουν από την ομάδα παιδιά με τέτοιους γονείς.
«Πέρασε καλά;» είναι το ερώτημα που θέτεις στον εαυτό σου κάθε φορά που το παιδί σου βγαίνει από το γήπεδο, σύμφωνα με τον θρύλο του μπέιζμπολ Καλ Ρίπκεν Τζούνιορ. Χωρίς πατρονάρισμα και προσδοκίες. Είναι ο μόνος τρόπος να βιώσει ελεύθερα το άθλημα που έχει επιλέξει, αλλά και η πιο σίγουρη συνταγή για να το δεις μια μέρα στο Καμπ Νου ή στο Γουίμπλεντον (με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι όντως έχει ταλέντο). Διαφορετικά, αυξάνονται δραματικά οι πιθανότητες να το δεις έναν «άμπαλο», συμπλεγματικό ενήλικο.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ