Οποιος ξέρει τι θα γίνει με το Ασφαλιστικό, να κάνει ένα βήμα μπροστά. Οποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα αν σήμερα συνταξιοδοτούνται πενηντάρηδες, να κάνει ένα βήμα μπροστά. Οποιος ξέρει πόσες άγαμες θυγατέρες λαμβάνουν ακόμη σύνταξη για το τίποτα, να κάνει ένα βήμα μπροστά. Τι; Κανείς δεν μετακινείται; Ολοι παραμένουν στη θέση τους σαν τα καρτούν που στις κόρες των ματιών τους έχουν ερωτηματικά.
Σε άλλο πεδίο. Οποιος ξέρει τι θα γίνει με τη φορολόγηση ακινήτων, να το δηλώσει για να το μάθουμε κι εμείς. Οποιος μπορεί να υπολογίσει τη ζημιά από τις εκατοντάδες μεταφορές επιχειρηματικής έδρας σε γειτονικές χώρες, να το ανακοινώσει. Οποιος μπορεί να υπολογίσει τους φόρους του για την επόμενη τριετία, να σηκωθεί τώρα και να χορέψει σέικ. Το χαρακτηριστικό της οικονομικής κρίσης που επιμηκύνεται είναι η άγνοια της πραγματικότητας, μια άγνοια που αποδίδεται στις αντιφατικές, αντικρουόμενες, παραπλανητικές, συχνά ψευδείς απεικονίσεις της πραγματικότητας.
Συνδράμουν τα πολιτικά κόμματα, συνδράμουν και τα μέσα ενημέρωσης. Καθένας προβάλλει το κομματάκι της πραγματικότητας που θα εξυπηρετήσει μια άποψη που σχηματίζεται πριν από την ανάλυση των δεδομένων.
Ας κάνουμε έναν μικρό απολογισμό, ο καθένας μας ξεκινώντας με το βασικό.
Πόσων χρονών ήμουν όταν μας βρήκε η κρίση; Εχουν περάσει τόσα χρόνια ώστε καθένας από εμάς να βρίσκεται σε επόμενο στάδιο της ζωής, με λίγη νιότη να έχει πάει χαμένη. Είτε είμαστε τριάντα είτε πενήντα ή εβδομήντα, θα νιώσουμε την ίδια θλίψη για μια επταετία που περάσαμε σε κατάσταση limbo, στον προθάλαμο της σωτηρίας, στην αναμονή, στο κενό που δεν επιτρέπει προσδοκία. Διαβάζουμε τις ειδήσεις και είναι σαν να διαβάζουμε την εφημερίδα με την οποία τυλίξαμε τα ψάρια πρόπερσι. Ο κύριος Χι, υπουργός, ανακοινώνει ότι οι ξένοι, που είναι θεσμοί, όχι τρόικα, θέλουν κάποια περικοπή που η Ψι κυβέρνηση αρνείται.
Αντιγράφουμε μια φρέσκια παράγραφο, πριν πάει το έντυπο στο ιχθυοπωλείο: «Η διαφωνία μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών έχει επικεντρωθεί στην προσωπική διαφορά, δηλαδή στη διαφορά μεταξύ του ύψους της σύνταξης κάθε ασφαλισμένου με βάση τα σημερινά ποσοστά αναπλήρωσης και του ύψους της σύνταξης που θα προκύψει με βάση τα νέα, χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης, τα οποία προβλέπει το προσχέδιο του νέου Ασφαλιστικού». Δηλαδή αν είναι να κοπούν 350 ευρώ από μια σύνταξη, η κυβέρνηση κοιτάει να περισώσει τα 300. Δεν μπαίνουμε σε λεπτομέρειες επειδή σε έναν μήνα το θέμα της συζήτησης θα έχει μετατοπιστεί σε κάποια άλλη ωρίμανση, σε κάποιον άλλο δείκτη, σε κάποιο άλλο ισοδύναμο.
Περάσαμε επτά χρόνια της ζωής μας να αναλύουμε αλλαγές που δεν γίνονται, να κρίνουμε τη μεταρρύθμιση που δεν έγινε, να λέμε ότι κάθε πέρσι ήταν και καλύτερο. Η αναγωγή φτάνει μέχρι το νομοσχέδιο του Γιαννίτση, το δημοψήφισμα του Παπανδρέου και ακολουθούν όλες οι χαμένες ευκαιρίες για την αποκατάσταση της σταθερότητας. Υπάρχει, πάντως, κάτι κοινό σε όσα αφορούν τις αλλαγές στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό σύστημα. Εκτός από την ασάφεια, εκτός από την εστίαση στα επουσιώδη, όλοι έδειξαν την αδυναμία απέναντι στα πελατάκια. Τις κοινωνικές ομάδες που ενδέχεται να καταψηφίσουν μελλοντικά το κυβερνών κόμμα.
Ενόσω λοιπόν η σημερινή κυβέρνηση παζαρεύει με τους δανειστές την περίφημη «προσωπική διαφορά», ταυτόχρονα κάποιοι νεότατοι δημόσιοι υπάλληλοι ετοιμάζονται να πάνε σπίτι τους. Αν έχουν προσληφθεί πριν από το 1983 μπορούν να πάρουν σύνταξη με 35 χρόνια δουλειάς χωρίς όριο ηλικίας. Δηλαδή αν διορίστηκαν στα 19, παίρνουν ολόκληρη σύνταξη στα 54. Υπάρχουν κι άλλες κατηγορίες ευνοημένων από τον ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει το ίδιο μοντέλο δημόσιας διοίκησης, με το χαϊδολόγημα κάποιων που εξαιρούνται από τον κανόνα.
Ολα τούτα συμβάλλουν σε κάτι. Στην παραίτηση και στη νωθρότητα του πολίτη. Η κατάσταση limbo αμβλύνει την κριτική σκέψη, οι διαρκείς αναβολές της μεταρρύθμισης ναρκώνουν τη σκέψη. Τώρα είναι λοιπόν η κατάλληλη στιγμή να ψηφιστούν τα πιο άγρια μέτρα.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ