Πριν δύο μήνες πραγματοποιήθηκε η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών τραπεζών με κεφάλαια ξένων επενδυτών και του ΤΧΣ, με δάνειο από το 3ο μνημόνιο και σε τιμές που θεωρήθηκαν εξαιρετικά χαμηλές. Τα κεφάλαια των δύο πρώτων κεφαλαιοποιήσεων του 2013 και 2014 χάθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου το 2015, καθώς οι τράπεζες αποτιμήθηκαν όλες μαζί περίπου 800 εκατ. ευρώ και οι παλιοί μέτοχοι δεν είχαν δικαίωμα προτίμησης.

Σήμερα, δύο μήνες μετά, τα κεφάλαια της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης παρουσιάζουν μεγάλη ζημία, άνω του 50% περίπου, ενώ το χρηματιστήριο γενικά γύρισε κάτω από χαμηλά του 2012. Η ζημιά αυτή ειδικά για τους ξένους επενδυτές, θεωρείται πρωτοφανής, γιατί γίνεται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και μετά από τη σχεδόν πλήρη απώλεια των χρημάτων που επένδυσαν στις δυο προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις.
Είναι αλήθεια ότι το γενικό χρηματιστηριακό κλίμα στο διεθνή χώρο και ειδικά οι τράπεζες στην Ευρώπη δημιουργούν ερωτηματικά, με αντανάκλαση στην τιμή των μετοχών τους. Όμως αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα δεν έχει προηγούμενο, γιατί η πτώση είναι μεγάλη, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και μάλιστα μετά από ανακεφαλαιοποίηση, οπότε όλα τα δεδομένα αναλύθηκαν διεξοδικά.
Αυτή η πτώση δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο σε προβλήματα διοικήσεων ή ισολογισμών, συνδέεται ελάχιστα με το παρελθόν, το οποίο με τα θετικά και τα αρνητικά του, έχει αναλυθεί επανειλημμένα και έχει υπολογισθεί από εκείνους που συμμετείχαν στην ανακεφαλαιοποίηση. Άλλωστε είναι επενδυτές διεθνούς επίπεδου και έχουν στελέχη με εμπειρία στην ανάλυση όλων των δεδομένων, φανερών και όχι τόσο φανερών, με συμβούλους στην Ελλάδα για τις επενδυτικές τους κινήσεις. Το θέμα είναι οι προσδοκίες και οι συνδεδεμένοι κίνδυνοι.
Είναι γνωστό ότι το χρηματιστήριο σε ομαλές συνθήκες είναι η αντανάκλαση των προσδοκιών για μια οικονομία. Οι τράπεζες, στην Ελλάδα πολύ περισσότερο, αντανακλούν αυτήν την προσδοκία και τους κινδύνους σε μακροοικονομικό επίπεδο.
Το πρόβλημα ως εκ τούτου είναι, αυτήν την περίοδο, κυρίως:
. η εικόνα αστάθειας σε πολιτικοοικονομικό σκηνικό και κοινωνία, με επιστροφή σε ύφεση και capital controls, που αναπόφευκτα συνεχίζονται και θα μείνουν για αρκετό καιρό
. η αμφιβολία του κατά πόσον υπάρχει η δυνατότητα να περάσουν οι μεταρρυθμίσεις, κυρίως το ασφαλιστικό, με ένα λογικό, κοινωνικά δίκαιο και εφικτό τρόπο.
. η επιστροφή του φόβου του Grexit, που όσο και αν τον εξορκίζουμε στην Ελλάδα, είναι μία παράμετρος στη σκέψη ξένων επενδυτών, με σημαντικές κατά αυτούς πιθανότητες.
. η δυσμενής ατμόσφαιρα από τις κινητοποιήσεις και το προσφυγικό που δημιουργούν και επιτείνουν με δυσάρεστες εικόνες το κλίμα αστάθειας.
Το ασταθές αυτό τοπίο επηρεάζει επίσης αρνητικά και το τριπλό χρηματοοικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, συμπτωματικά 100 δισ. ευρώ το καθένα, το οποίο δημιουργεί ένα ιδιόρρυθμο και ασυνήθη φαύλο κύκλο, που αναπόφευκτα στην πράξη αποτελεί το μεγάλο εμπόδιο στην πολυπόθητη ανάπτυξη:
1. διαφορά μεταξύ χορηγήσεων και καταθέσεων περίπου 100 δισ ευρώ, που δεν επιτρέπει στις τράπεζες να χρηματοδοτήσουν αρκούντως την Ελληνική οικονομία. Είναι απαραίτητο να επιστρέψουν οι καταθέσεις που έφυγαν από το τραπεζικό σύστημα το ταχύτερο δυνατόν, αλλά με το σημερνό κλίμα και τα capital controls αυτό προς το παρόν φαίνεται πολύ δύσκολο.
2. προβληματικά δάνεια περίπου 100 δισ ευρώ, που η αντιμετώπισή τους, παρά τη σχετική αισιόδοξη φιλολογία, συνεχίζει και είναι ένα πολύ δύσκολο και πολύπλοκο θέμα. Η λύση του απαιτεί σημαντική διαχειριστική ικανότητα από την πλευρά των τραπεζών και εκμετάλλευση όλων των δυνατοτήτων που έχουν, ώστε να απελευθερωθούν κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Απαιτεί όμως επίσης την οριστικοποίηση του πλαισίου και σταθερή στάση όσον αφορά τις αναδιαρθρώσεις δανείων και τη δυνατότητα εκτέλεσης, ώστε να σταματήσει και η αναβλητικότητα στην αντιμετώπιση του θέματός αυτού.
3. επενδυτικό κενό περίπου 100 δις ευρώ, το οποίο πρέπει να καλυφθεί κυρίως από ιδιωτικούς πόρους, σε μία περίοδο που το επενδυτικό κλίμα δεν είναι ευνοϊκό. Όμως μετά από τα capital controls, τις μεγάλες ζημιές στις τράπεζες, τις καθυστερήσεις στα διάφορα επενδυτικά projects, τις μεταρρυθμίσεις και με εκκρεμή ακόμα την αξιολόγηση, οι νέες επενδύσεις, εκτός από συγκεκριμένα projects συνδεδεμένα με τουρισμό, δεν φαίνονται να έρχονται. Ο κίνδυνος χώρας, το γνωστό country risk, είναι υψηλό και επηρεάζει αρνητικά την δυνατότητα προσέλκυσης επενδύσεων.
Αυτή τη στιγμή, όλα τα παραπάνω φαντάζουν δύσκολα και θολά. Το ξεπέρασμα αυτής κατάστασης απαιτεί να υπάρξει πολιτικοοικονομική σταθερότητα, να περάσουν οι βασικές μεταρρυθμίσεις, να κοπάσει η κοινωνική έκρηξη, να προχωρήσει η αξιολόγηση και η αναδιάρθρωση του χρέους, ώστε να αλλάξει η εικόνα η Ελλάδα στα μάτια των ξένων, αλλά και Ελλήνων επενδυτών και καταθετών. Έτσι μόνον θα επιστρέψουν οι καταθέσεις, θα πραγματοποιηθούν επενδύσεις, θα έλθει η αναγκαία ανάπτυξη και οι αξίες (ακίνητα, χρηματιστήριο) θα αποκτήσουν άλλη προοπτική.