Η πρόταση της προέδρου του ΠαΣοΚ και επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για την ανασυγκρότηση του χώρου της ορθολογικής Κεντροαριστεράς / Σοσιαλδημοκρατίας άνοιξε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση πάνω στο θέμα. Ωστόσο μέχρι τώρα η συζήτηση αυτή έχει επικεντρωθεί στις οργανωτικές, διαδικαστικές πλευρές του εγχειρήματος. Μια αναπόφευκτη συζήτηση για τέτοιου είδους εγχειρήματα, αν και αποκαλυπτική για τις προσωπικές στρατηγικές, επιδιώξεις, φιλοδοξίες, agendas του καθενός. Το θετικό και ταυτόχρονα προβληματικό με τον χώρο της Κεντροαριστεράς είναι ότι διαθέτει αρκετές ισχυρές προσωπικότητες, με αναπόδραστα ισχυρή φωνή και απόψεις που εκ των πραγμάτων καθιστούν δύσκολες τις αναγκαίες και επιθυμητές συγκλίσεις. Και οι συγκλίσεις αυτές δεν μπορεί παρά να υπάρξουν πάνω σε πλατφόρμα, δέσμη ιδεών, πάνω σε θέσεις, πρόγραμμα. Στον ευρωπαϊκό χώρο η ενότητα των κεντροαριστερών / σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων έγινε είτε γύρω από μια ισχυρή προσωπικότητα είτε, κυρίως, γύρω από ένα κοινό κεντρικό πολιτικό πρόγραμμα ιδεών και στόχων, ένα κοινό project για την κοινωνία.
Μέχρι στιγμής ωστόσο ελάχιστη συζήτηση έχει γίνει για το περιεχόμενο της σύγχρονης ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Η συζήτηση αυτή είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Ο προσδιορισμός του περιεχομένου της Σοσιαλδημοκρατίας είναι η αφετηρία, η βάση για την ενότητα των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων.
Το λεξικό της Οξφόρδης ορίζει συνοπτικά αλλά εύστοχα νομίζω τη Σοσιαλδημοκρατία ως «το πολιτικό σύστημα που συνδυάζει τις αρχές του Σοσιαλισμού με τη μεγαλύτερη δυνατή προσωπική ελευθερία της δημοκρατίας».
Από τις κεντρικές αρχές του Σοσιαλισμού, η προώθηση της ισότητας και της δίκαιης κοινωνίας παραμένει ως η αξονική προτεραιότητα, ενώ κάτω από την αναφορά για «μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία» καλύπτεται το σύνολο των δημοκρατικών πολιτικών ελευθεριών στη δυναμική τους έκφραση χωρίς απολύτως κανέναν συμβιβασμό. Στον ευρωπαϊκό χώρο αυτό ακριβώς επιχειρούν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στις διάφορες εκδοχές τους. Η αντιμετώπιση των διευρυνόμενων οικονομικών ανισοτήτων («οικονομίες του 1%») αλλά και άλλων, νεοπαγών μορφών ανισοτήτων συνιστά την κομβική επιδίωξη σήμερα.
Στην ελληνική περίπτωση, οι ιδιομορφίες του ελληνικού σχηματισμού θα πρέπει να ληφθούν ισχυρά υπόψη στον προσδιορισμό του περιεχομένου της Σοσιαλδημοκρατίας. Πέρα από τις κοινωνικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης, θα πρέπει ειδικότερα να ληφθεί υπόψη ότι ο ελληνικός σχηματισμός είναι κατά βάση σε πολλές εκφάνσεις του «προευρωπαϊκός σχηματισμός» με την έννοια ότι οι κρατικές / διοικητικές δομές αλλά και η οικονομική παραγωγική οργάνωση υπολείπονται σημαντικά από την ευρωπαϊκή κανονικότητα. Η κρατική / διοικητική οργάνωση, καθώς διαμορφώνεται από τις πελατειακές λογικές, χαρακτηρίζεται από αναποτελεσματικότητα, διαφθορά, χαμηλή ικανότητα επίλυσης προβλημάτων. Το ελληνικό κράτος είναι (ή πάντως υπήρξε) μεγάλο αλλά ανίσχυρο. Ανίκανο στην επίλυση προβλημάτων διαχείρισης κρίσεων, σχεδιασμού πολιτικής, υλοποίησης αποφάσεων. Το οικονομικό μόρφωμα από την άλλη μεριά έχει διαμορφωθεί από ένα εν πολλοίς αχαλίνωτο πρότυπο δυτικού τύπου κατανάλωσης και ανατολικού τύπου πρακτικών παραγωγής (κλειστά επαγγέλματα, απουσία ανταγωνισμού, κλειστές διασυνδέσεις οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, κ.λπ.). Και, κυρίως, από «υπερρύθμιση» (overregulation). Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει πάνω απ’ όλα ως πρωταρχική την ισχυρή πρόκληση της προώθησης των ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων –ισχυρότερη από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα –για τον εκσυγχρονισμό του κρατικού / διοικητικού συστήματος, οικονομίας και κοινωνίας.
Επομένως το περιεχόμενο της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας θα πρέπει να ορισθεί σε ένα πλαίσιο που να συνδυάζει τις ζωντανές διαχρονικές αξίες της Σοσιαλδημοκρατίας με τις ειδικότερες ανάγκες, τα αιτήματα και τις προκλήσεις της ελληνικής πραγματικότητας. Και κυρίως το πρόσταγμα του ριζοσπαστικού πολιτικού, οικονομικού, κοινωνικού μετασχηματισμού. Το πλαίσιο αυτό ορίζεται στο βασικό τρίπτυχο:
(i) Ριζοσπαστικές προοδευτικές μεταρρυθμίσεις για τον καθολικό εκσυγχρονισμό του κράτους, του πολιτικού συστήματος, της διοίκησης, της οικονομίας και της κοινωνίας.
(ii) Ανάπτυξη για ευημερία με κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.
(iii) Ευρωπαϊκή ενοποίηση για τη σταθερή αγκυροβόληση της χώρας στο ευρωπαϊκό σύστημα και ισχυρή διεθνή παρουσία.
Οι Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία έχουν «μεταφράσει» το τρίπτυχο αυτό σε πέντε κύριους άξονες γύρω από τους οποίους θα μπορούσε να διαμορφωθεί το περιεχόμενο, οι πολιτικές και οι στόχοι της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας με τον συνδυασμό της ελληνικής, της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας agenda και των προκλήσεων. Οι πέντε αυτοί άξονες είναι:
1. Επαναπροώθηση της δίκαιης κοινωνίας της ισότητας και της αναδιανομής.
2. Προώθηση νέου προτύπου βιώσιμης ανάπτυξης και απασχόλησης.
3. Ριζικός μετασχηματισμός του κράτους, της διοίκησης και του πολιτικού συστήματος.
4. Εμβάθυνση της Πολιτικής Ενοποίησης της Ευρώπης.
5. Δημοκρατική εμπλαισίωση της παγκοσμιοποίησης.
Οι πέντε αυτοί άξονες εξειδικεύονται σε δέσμη πολύ συγκεκριμένων μέτρων πολιτικής. Γιατί η νέα Σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει τελικά να πει κάτι καινούργιο και πολύ συγκεκριμένο.
Αλλά η οποιαδήποτε προσπάθεια επεξεργασίας της σοσιαλδημοκρατικής στρατηγικής ωσμώνεται αναπόδραστα από το περιεχόμενου του πολιτιστικού περιβάλλοντος, της διάχυτης κουλτούρας υποβάθρου που τροφοδοτείται από ισχυρά στοιχεία ανορθολογισμού, λαϊκισμού και ανατρεπτισμού, στοιχεία που αντιστρατεύονται απόπειρες διαμόρφωσης έλλογων πολιτικών εκφράσεων όπως είναι (ή οφείλει να είναι) η Σοσιαλδημοκρατία. Επομένως μια αφετηριακή πρόκληση για τη Σοσιαλδημοκρατία είναι να υπερβεί τα στοιχεία αυτά, να συμβάλει στη διάπλαση της κουλτούρας του ορθολογισμού.
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ