Η εκλογή του αρχηγού κάθε κοινοβουλευτικού κόμματος και πολύ περισσότερο της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι εξέλιξη που έχει πολιτειακό και όχι απλώς κομματικό ενδιάφέρον. Υπό την έννοια αυτή μας ενδιαφέρει όλους από τη σκοπιά όμως του πολιτικού χώρου στον οποίο ανήκει ο καθένας.

Είναι επίσης λογικό κάθε αρχηγός κόμματος να ενδιαφέρεται πρωτίστως για την ενότητα, την ανασυγκρότηση και την διεύρυνση της κοινωνικής και εκλογικής επιρροής του κόμματος του. Αυτό ισχύει για εμάς ισχύει και για τη ΝΔ και το νέο αρχηγό της που εξελέγη με δυο βασικά προτάγματα: τη σκληρή αντιπολίτευση απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και το λεγόμενο άνοιγμα στο κέντρο.

Η σκληρή στάση απέναντι στην κυβέρνηση είναι τελικά η επιλογή κάθε αξιωματικής αντιπολίτευσης ιδίως υπό συνθήκες διπολικής ενισχυμένης αναλογικής, ιδίως δε υπό πολιτικές συνθήκες όπως αυτές που έχει διαμορφώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα. Οι ψηφοφόροι της ΝΔ τοποθετήθηκαν, επιπλέον – δια της εκλογής του νέου αρχηγού τους – αρνητικά και απέναντι στα διατυμπανισμένα σενάρια επιλεκτικών επαφών της κυβέρνησης με ισχυρούς κύκλους της συντηρητικής παράταξης.

Το άνοιγμα στο κέντρο είναι η επιλογή κάθε κόμματος εξουσίας γιατί χωρίς τέτοιο άνοιγμα δεν επιτυγχάνεται η μέγιστη εκλογική επίδοση. Αυτό όμως δεν είναι ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο για ένα κόμμα με το ιδεολογικό φάσμα και τις εσωτερικές ισορροπίες της ΝΔ, ανεξαρτήτως των προθέσεων της ηγεσίας της. Το άνοιγμα στο κέντρο απαιτεί παραδοχές κοινωνικού φιλελευθερισμού και μεταρρυθμιστικής πολιτικής καθόλου προφανείς για μια συντηρητική παράταξη.

Το πλήρες άνοιγμα στο κέντρο επιτυγχάνεται άλλωστε όταν κόμμα εξουσίας και ένας από τους δυο εκλογικούς πόλους είναι το ίδιο το κέντρο ως παράταξη που έχει σαφή προοδευτικό χαρακτήρα στην ιστορία της ελληνικής κομματικής τοπογραφίας. Αυτό συνέβαινε στη χώρα μας επί δεκαετίες. Με κάποιες διακοπές από το 1910 έως το 1967. Έως το 2009, αν θεωρηθεί ότι, από ένα σημείο και μετά, το κραταιό και πολυσυλλεκτικό ΠΑΣΟΚ εξέφραζε το χώρο του προοδευτικού κέντρου.

Για το λόγο άλλωστε αυτό στο τελευταίο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ τον Ιούνιο του 2015 πρότεινα και έγινε ομοφώνως αποδεκτό, το ΠΑΣΟΚ να καταστήσει στρατηγικό στόχο του το σχηματισμό ενός μεγάλου σχήματος του προοδευτικού κέντρου και όχι απλώς της κεντροαριστεράς στην έννοια της οποίας επιχειρεί να «τσαλαβουτήσει» ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ως κυβερνώσα γνωρίζει ιστορικά ότι η προοπτική της κρίνεται στην περιοχή του προοδευτικού κέντρου. Αυτό προσπάθησα να θυμίσω και μεσούσης της διαδικασίας εκλογής του προέδρου της ΝΔ για να μη ταυτιστεί η λεγόμενη κεντροδεξιά με το χώρο του προοδευτικούκέντρου. Το κέντρο είχε, ως ο άλλος πόλος μεγάλων ιστορικών αντιπαραθέσεων, καθαρή διαφοροποίηση από τη δεξιά ακόμη και στην μετριοπαθή εκδοχή της λεγόμενης κεντροδεξιάς.

Ο κοινός παρονομαστής της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας και της Ελληνικής Δημοκρατικής Παράταξης δεν αυτοπεριορίζεται στην «κεντροαριστερά» που εμφανίζεται ως μετριοπαθής αριστερά και αφήνει ελεύθερο χώρο στη λεγόμενη «κεντροδεξιά», αλλά επεκτείνεται σε όλο το χώρο του κέντρου. Το κέντρο είναι εξ ορισμού προοδευτικό και εκφράζει τους δημοκράτες προοδευτικούς πολίτες, και τη σοσιαλδημοκρατία που ταυτίζεται αξιακά με τον ευρωπαϊκό δημοκρατικό και φιλελεύθερο σοσιαλισμό και εκφράζει τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις κάθε κοινωνίας.

Αυτό θέλαμε να δείξουμε με την Ελιά στις ευρωεκλογές που, παρά την ισχυρή εσωτερική υπονόμευση, συγκέντρωσε το 8% και κράτησε όρθια την κυβέρνηση συνεργασίας.

Αυτό θέλαμε να σηματοδοτήσουμε με την απόφαση των οργάνων του ΠΑΣΟΚ, του Ιουλίου του 2015, να προχωρήσουμε στο ιδρυτικό συνέδριο της Δημοκρατικής Παράταξης και την συγκρότηση της Εθνικής Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και της γραμματείας της.

Αυτή η πορεία ανακόπηκε λίγο πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 με τη διασπαστική κίνηση του ΚΙΔΗΣΟ. Ας θυμηθούμε ότι έως τις εκλογές του Ιανουαρίου και η τότε ΔΗΜΑΡ υπό τον κ. Κουβέλη επέμενε στην αυτόνομη εκλογική της κάθοδο όταν ναυάγησαν οι επαφές της με το ΣΥΡΙΖΑ.

Επάνοδο στη γραμμή αυτή συνιστούσε η συγκρότηση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης με το ΠΑΣΟΚ, τη σημερινή ΔΗΜΑΡ και τις Κινήσεις για τη Σοσιαλδημοκρατία ενόψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015.

Συνεπώς η πρόταση για ιδρυτικό συνέδριο και άμεση εκλογή επικεφαλής που οδηγεί ουσιαστικά στην απορρόφηση των επιμέρους σχημάτων είναι μια ορθή αναβίωση. Αρκεί να προσδιορίσουμε ποιου σχήματος θα είναι το ιδρυτικό συνέδριο και ο άμεσα εκλεγμένος επικεφαλής και πώς θα πορευθούμε αξιόπιστα προς τον στόχο αυτό.

Χαίρομαι πάντως γιατί κάποιοι που εξέφραζαν επιφυλάξεις ή δυσαρέσκειες για την Ελιά και τη Δημοκρατική Παράταξη ως υπερασπιστές του ονόματος και των συμβόλων του ΠΑΣΟΚ, τώρα προσχωρούν στην άποψη μας.

Πρέπει όμως τώρα όλα να γίνουν με τρόπο που προσδίδει στο εγχείρημα σοβαρή προστιθέμενη αξία ενόψει των νέων δεδομένων που διαμορφώνονται στην κοινωνία, την οικονομία, το πολιτικό σύστημα, άλλους πολιτικούς χώρους.

Δεν αρκεί τώρα να ολοκληρωθεί θεσμικά η υπάρχουσα Δημοκρατική Συμπαράταξη (ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και Κινήσεις). Πρέπει να εκφραστεί όλος ο προοδευτικός μεσαίος χώρος, ως χώρος φιλοευρωπαϊκός και μεταρρυθμιστικός. Ως χώρος υπεύθυνος που διατυπώνει λόγο αλήθειας και προοπτικής. Ως χώρος που εκφράζει τους Έλληνες δημοκράτες και σοσιαλιστές αλλά και την προοδευτική συμμαχία όλων των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εκφράζονται από τον πολιτικό και κοινωνικό φιλελευθερισμό ως αξιακή συνιστώσα της Ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στην οποία ανήκουν μορφές όπως ο Ροσέλι και ο Μπόμπιο.

Αυτό είναι το προοδευτικό κέντρο που θέλουμε σύμφωνα με την ομόφωνη απόφαση του συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ.

Δεν αρκεί συνεπώς η αναπαραγωγή των εσωτερικών συσχετισμών μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ με τη φιλική σύμπραξη ορισμένων κινήσεων.

Το λιγότερο που χρειάζεται ως πρώτο βήμα με δυναμική είναι η κοινή πορεία με το Ποτάμι, αρχίζοντας από την παρουσία στη Βουλή, μαζί με την ενεργοποίηση όσο γίνεται περισσότερων προσώπων και κινήσεων του ευρύτατου αυτού αλλά και αξιακά προσδιορισμένου χώρου.

Τώρα πλέον και η Ένωση Κεντρώων που έχει κοινοβουλευτική παρουσία και ευθύνη πρέπει να κληθεί να μετάσχει στις συζητήσεις, τις κοινές πρωτοβουλίες, τη διαμόρφωση μιας ενιαίας αντίληψης. Και ας τοποθετηθεί.

Δεν πρέπει όμως να αφεθεί σε κανένα το περιθώριο να πει ότι δεν μετέχει στις πρωτοβουλίες συγκρότησης του προοδευτικού κέντρου γιατί αυτές δεν σέβονται συλλογικά υποκείμενα και πρόσωπα ή αναπαράγουν δεδομένους συσχετισμούς μεταξύ μικρών κομμάτων.

Μας λείπουν βεβαίως ορισμένα βασικά δεδομένα όπως αυτά που αφορούν το εκλογικό σύστημα. Δημοσιογραφικές πληροφορίες για σχετικές «ιδέες» της κυβέρνησης περιγράφουν ένα σύστημα φαινομενικά αναλογικότερο, αλλά τελικά ίσως πιο διπολικό με 200 βουλευτές, περιφέρειες έως 6εδρικές, κατώφλι 2% και μπόνους 20 εδρών.

Ούτως ή άλλως όμως ο μεσαίος προοδευτικός χώρος, το προοδευτικό κέντρο που εκφράζει τη Σοσιαλδημοκρατία και τη Δημοκρατική Παράταξη έχει θέση, ρόλο, κοινωνικά και εθνικά καθήκοντα ακόμη και υπό συνθήκες ενισχυμένης αναλογικής και δημοσκοπικής πόλωσης και εις πείσμα της.

Το κρίσιμο ζήτημα είναι άλλο. Η ελληνική κοινωνία ενδιαφέρεται μόνο έως ένα βαθμό για τις συλλογικές πολιτικές οντότητες και το ρόλο των πολιτικών προσώπων καθώς και για την τοποθέτηση του καθενός στον άξονα αριστερά – δεξιά που αναδεικνύει και την έννοια του κέντρου.

Τα τελευταία έξι χρόνια η ελληνική κοινωνικά βιώνει τις συνέπειες του τεχνητού άξονα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» πάνω στον όποιο καλλιεργήθηκαν μεγαλειώδη δημαγωγικά ψέματα και θεωρίες συνωμοσίας, στήθηκαν πολιτικές σταδιοδρομίες και οικοδομήθηκαν νέου τύπου κυβερνητικές συνεργασίες, όπως η τερατογένεση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ή η σχολιαζόμενη στρατηγική συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ και «αντιμνημονιακής» δεξιάς που εγγυάται δήθεν θεσμικά το ευρωπαϊκό πλαίσιο και τη παραμονή στην ευρωζώνη !

Αυτός ο άξονας «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» είναι που έφερε την αρχικά αντιμνημονιακή ΝΔ στο πεδίο της εθνικής ευθύνης πρώτα μέσω της συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – ΝΔ – ΛΑΟΣ, στη συνέχεια μέσω της συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ και τελικά με τη συνεργασία ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Αν δεν είχε απορριφθεί το Μάιο του 2010 η πρόταση μου να ζητηθεί η υπερψήφιση του πρώτου μνημονίου από την αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, η ΝΔ θα είχε δυσκολευθεί να μετατρέψει το τότε αντιπολιτευτικό μέτωπο σε αντιμνημονιακό και το ΠΑΣΟΚ δεν θα είχε καταστεί ο Σίσυφος της εθνικής προσπάθειας για δημοσιονομική και διαρθρωτική προσαρμογή

Αυτός ο άξονας έφερε τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, την τραγική εμπειρία του 2015, το τρίτο μνημόνιο, την εθνική οπισθοχώρηση.

Αυτός ο άξονας επηρέασε εκ των πραγμάτων την εκλογή του νέου προέδρου της ΝΔ.

Σε αυτόν τον άξονα κρίνεται ακόμη σε μεγάλο βαθμό το μέλλον και η ασφάλεια του τόπου, οικονομική, κοινωνική και εθνική. Η ανασυγκρότηση της χώρας, η απάντηση στο ερώτημα «πού πηγαίνουμε;» πρέπει αναγκαστικά να δοθεί στον άξονα αυτόν ή για την ακρίβεια μέσα από την αποδοχή από την ελληνική κοινωνία της πλαστότητας αυτού του άξονα, δηλαδή μέσα από την υπέρβασή του.

Η επάνοδος όμως από τον ψευδή άξονα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» στην πραγματικότητα ενός ευρωπαϊκού πλαισίου που είναι το μόνο ασφαλές και η σταδιακή επαναφορά ενός σύγχρονου άξονα δεξιά – κέντρο – αριστερά, προϋποθέτει το οριστικό για εμάς τέλος της αμφιθυμίας, του λαϊκισμού, του κρατισμού, του συντεχνιασμού, των πελατειακών σχέσεων.

Προϋποθέτει την αναγνώριση της αλήθειας από όλους ή έστω από τη συντριπτική πλειοψηφία εκείνων που ισχυρίζονται ότι αποδέχονται τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας μέσα σε μια Ευρώπη που αναζητά τον προσανατολισμό της.

Προϋποθέτει ότι εμείς οι ίδιοι αναγνωρίζουμε και τιμούμε το έργο μας και δεν νιώθουμε ένοχοι επειδή και άλλοι προσχώρησαν σταδιακά στην πολιτική ευθύνης που χαράξαμε και ακολουθήσαμε σταθερά. Η ΝΔ τουλάχιστον παραδέχθηκε την προσχώρησή της και διεκδικεί δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο συμβολής. Ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να παραδεχθεί τη ριζική μεταστροφή του και με τον τρόπο αυτό συνεχίζει να προκαλεί εθνική βλάβη δέσμιος των αντιφάσεων του και των αντιφάσεων της αντιμνημονιακής φιλοσυριζαϊκής δεξιάς.

Από την άποψη αυτή που είναι η κρίσιμη, άβυσσος μας χωρίζει από τη ΧΑ στο όνομα της δημοκρατίας. Άβυσσος μας χωρίζει από τις αντιευρωπαϊκές δυνάμεις και τους τραγελαφικούς οπαδούς του Grexit. Άβυσσος πρέπει να μας χωρίζει από το λαϊκισμό, τη συνωμοσιολογία, τους ψεκασμένους, τα Νεφελείμ.

Το προοδευτικό κέντρο έχει ρεαλιστική πρόταση εξουσίας με περιεχόμενο το επεξεργασμένο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, με καθαρό μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, με μοχλό ένα κανονικό λειτουργικό κράτος, ένα σύγχρονο αναπτυξιακό κοινωνικό κράτος δικαίου.

Πολιτική προϋπόθεση εφαρμογής του σχεδίου αυτού είναι μια κυβέρνηση ευρύτατης συνεργασίας των δημοκρατικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων χωρίς αποκλεισμούς. Όμως από ένα σημείο και μετά κομματικοί εγωισμοί και αλαζονικές τακτικές αυτοδυναμίας δεν μπορούν να παρεμποδίζουν τη συστράτευση των πολιτικών, κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων που πιστεύουν στο εθνικό αυτό σχέδιο.