Είναι πλέον κοινά αποδεκτό ότι χρειάζεται αναθεώρηση του σημερινού Συντάγματος της χώρας. Μερικά κόμματα έχουν ήδη προτείνει ιδέες για τα άρθρα που κατά τη γνώμη τους πρέπει να αναθεωρηθούν, καθώς και συγκεκριμένες κατευθύνσεις μιας τέτοιας αναθεώρησης.
Οι συγκεκριμένες προτάσεις έχουν μικρό «κοινό παρονομαστή». Σίγουρα όλοι θέλουν αναθεώρηση των διατάξεων περί ευθύνης υπουργών και κοινοβουλευτικής ασυλίας, όλοι συμφωνούν ότι οι διατάξεις περί «κύριου μετόχου» πρέπει να εξαλειφθούν (ούτως ή άλλως έχουν ήδη ακυρωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο). Υπάρχουν όμως πολλά θέματα, όπως το αν το αναθεωρημένο Σύνταγμα θα περιλαμβάνει ή όχι διατάξεις (και ποιες) για τον εκλογικό νόμο και/ή για δημοψηφίσματα, αν θα αυξήσει τις δικαιοδοσίες του Προέδρου, αν θα αλλάξει τον τρόπο εκλογής και τις συνέπειές του (διάλυση Βουλής) όπου δεν υπάρχει συμφωνία.
Εχω γράψει στο παρελθόν («Το Βήμα», 23.11.2014 ) ότι το Ελληνικό Σύνταγμα είναι μεγάλο, κακό και «κλειδωμένο». Το μεγάλο μέγεθος του Συντάγματος δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Πολλοί το έχουν διαγνώσει ως «φλύαρο» και επ’ αυτού δεν υπάρχει αμφιβολία. Για παράδειγμα, υπάρχουν πολλές διατάξεις που δεν καθορίζουν συνέπειες παραβίασης και δεν μπορούν να εφαρμοστούν, εξαιρουμένης της περίπτωσης δικαστικού ακτιβισμού. (Ας δούμε τα άρθρα 21, παρ. 3, «To κράτος παίρνει ειδικά μέτρα για την πρoστασία της νεότητας» και άρθρο 22, παρ. 1, «H εργασία απoτελεί δικαίωμα και πρoστατεύεται από τo κράτoς» και ας τα παραβάλουμε με την ανεργία των νέων σήμερα. Ποια η συνέπειά τους;) Το Ελληνικό Σύνταγμα όμως προχωρεί πολύ πέρα από τη φλυαρία, γιατί πολλές από τις διατάξεις του είναι περιοριστικές και αρνούνται σε πλειοψηφίες να ψηφίζουν νόμους που θεωρούν αναγκαίους, όπως το άρθρο 16, το οποίο καθορίζει την παγκόσμια πρωτοτυπία σε δημοκρατίες ότι ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα τρίτης βαθμίδας (πανεπιστήμιο) στη χώρα μας δεν μπορεί να είναι ιδιωτικό!
Ας έρθουμε όμως στο άρθρο 110 που «κλειδώνει» το Σύνταγμα. Η επίσημη διατύπωση περιλαμβάνει 235 λέξεις, αλλά η ουσία του μπορεί να αποδοθεί ως εξής: «Για αλλαγή διατάξεων του Συντάγματος χρειάζονται δύο διαφορετικές ψηφοφορίες στη Βουλή χωριζόμενες από εκλογές με πλειοψηφία 3/5 των εδρών στη μία τουλάχιστον» (κάτι ξέρουν όσοι καταλογίζουν «φλυαρία» στο Σύνταγμα).
Το άρθρο 110 δημιουργεί δύο διαφορετικές διαδικασίες καθοριζόμενες από το ποια Βουλή (η πρώτη ή η δεύτερη) θα αποφασίσει με ενισχυμένη πλειοψηφία. Σύμφωνα με την πρώτη διαδικασία, η κυβερνητική πλειοψηφία επισημαίνει με δική της αποκλειστικά ευθύνη την ημερησία διάταξη της αναθεώρησης και μετά χρειάζεται συναίνεση της αντιπολίτευσης για να περάσουν οι μεταρρυθμίσεις (με πλειοψηφία 3/5). Σύμφωνα με τη δεύτερη, κυβέρνηση και αντιπολίτευση συμφωνούν για τα υπό αναθεώρηση θέματα, επιτυγχάνουν πλειοψηφία 3/5 στην πρώτη ψηφοφορία και αφήνουν το περιεχόμενο της αναθεώρησης στη μελλοντική κυβερνητική πλειοψηφία.
Το πρώτο σενάριο επιβάλλει μεταρρυθμίσεις επιθυμητές από μια σημαντική πλειοψηφία των αντιπροσώπων του λαού, το δεύτερο από μια οριακή πλειοψηφία. Το πρώτο σενάριο περιέχει τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθεί η αναθεώρηση, ενώ το δεύτερο τον ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο να δημιουργηθεί ένα Σύνταγμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μιας ισχνής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Ενα τέτοιο Σύνταγμα θα οδηγήσει σύντομα σε καινούργιες αμφισβητήσεις των θεσμών και αναθεωρήσεις. Γι’ αυτό σε συνταγματικά θέματα είναι απαραίτητη η συναίνεση, αλλιώς υπονομεύουμε τους θεσμούς.
Επειδή το Ελληνικό Σύνταγμα είναι μεγάλο, κακό και κλειδωμένο, έχουν δημιουργηθεί έντονες επιθυμίες για αναθεώρηση. Ο Πρωθυπουργός έχει υποσχεθεί να αρχίσει σύντομα τη διαδικασία, ο δε νεοεκλεγμένος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει υποσχεθεί να ζητήσει την εφαρμογή του δεύτερου σεναρίου του άρθρου 110 που παράγει οπωσδήποτε αναθεώρηση. Σύμφωνα με την πρόταση Μητσοτάκη («Καθημερινή», 3.1.16), «η Νέα Δημοκρατία θα υπερψηφίσει όλα τα άρθρα που η κυβέρνηση θα προτείνει ως αναθεωρητέα, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίσει όλα τα άρθρα που θα προτείνει η Νέα Δημοκρατία. Με τον τρόπο αυτόν θα διασφαλίσουμε όχι μόνο ότι η επόμενη Βουλή θα είναι αναθεωρητική αλλά και ότι η συνταγματική αναθεώρηση θα συντελεστεί με απλή πλειοψηφία».
Οπως εξηγεί ο κ. Μητσοτάκης, όποιος κερδίσει στις πρώτες εκλογές θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει την πλειοψηφία της Βουλής για να φτιάξει το Σύνταγμα που θέλει. Και γι’ αυτόν τον λόγο οι προτάσεις περί Συντάγματος θα αποτελέσουν αντικείμενα του προεκλογικού αγώνα.
Σε κάθε περίπτωση η συζήτηση θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος είναι ευκταία και επωφελής. Οι αποφάσεις όμως με απλή πλειοψηφία σε συνταγματικά θέματα είναι απαράδεκτες γιατί στοχεύουν να δεσμεύσουν το σύνολο ενός λαού για πολλά χρόνια στις προτιμήσεις μιας πρόσκαιρης απλής πλειοψηφίας, όποια κι αν είναι αυτή. Το γεγονός ότι όλο και πιο πολλοί πολίτες είναι όλο και πιο πολύ δυσαρεστημένοι με το Σύνταγμα δεν είναι αρκετός λόγος να παίξουμε κορόνα-γράμματα το περιεχόμενό του.
Εκείνο που χρειάζεται είναι να διευρυνθεί ο ισχνός κοινός παρονομαστής μεταρρυθμίσεων και κυρίως να περιληφθεί το 110 στα αναθεωρητέα άρθρα. Να απαλειφθεί η ψηφοφορία από δύο διαδοχικές Βουλές μετά την παρέλευση εκλογών (καθώς και η παρ. 6, που απαγορεύει δεύτερη αναθεώρηση πριν από την πάροδο πενταετίας). Αναθεώρηση να είναι δυνατή με πλειοψηφία 3/5. Ετσι θα μπορέσουμε να βελτιώσουμε σημαντικά τα σημερινά προβλήματα του Συντάγματος. Κυρίως όμως θα δημιουργήσουμε τις υποδομές για περαιτέρω μεταβολές όταν αυτές χρειάζονται.
Ο κ. Γιώργος Τσεμπελής είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Anatol Rapoport στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (ΗΠΑ).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ