Εχω ακούσει αρκετές φορές από πρώτο χέρι ιστορίες γονιών με «διαφορετικά» παιδιά. Και έχω διαισθανθεί, χωρίς βεβαίως να μπορώ ποτέ να κατανοήσω σε βάθος, την οδύνη τους, τον αγώνα τους, αλλά και την ανοίκεια –για τους γονείς των «φυσιολογικών» παιδιών –χαρά τους. Ισως γι’ αυτό εξεπλάγην ευχάριστα όταν έφτασε στα χέρια μου το «Μωρό από ατόφιο χρυσάφι» (εκδ. Πόλις), στη μετάφραση-κομψοτέχνημα της Κατερίνας Σχινά. Η 75χρονη Βρετανή Μάργκαρετ Ντραμπλ επιλέγει στο δέκατο όγδοο κοινωνικό μυθιστόρημά της να αφηγηθεί μια αληθινή και αθόρυβη ιστορία. Της παίρνει πέντε χρόνια να την ολοκληρώσει. Στην αρχή τη γράφει σε συνθήκες απόλυτης μυστικότητας. Δεν είναι βέβαιη αν είναι ηθικό αυτό που κάνει. Βασίζει την κεντρική ηρωίδα της στην Αννα, την κόρη μιας φιλικής της οικογένειας. Η Αννα είναι «διαφορετική», δεν είναι σε θέση να πει τη γνώμη της. Η Ντραμπλ αποφασίζει να εκδώσει την ιστορία μόνο όταν δείξει το χειρόγραφο στην οικογένεια της πραγματικής Αννας και πάρει τη συγκατάθεσή τους.
Η αληθινή ιστορία μέσα στο «Μωρό από ατόφιο χρυσάφι» (ο τίτλος του βιβλίου είναι παρμένος από ποίημα της Σίλβια Πλαθ) ξεκινά να διαδραματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του ’60 στο ακόμη γκριζωπό, προ-swinging Λονδίνο. Η ανερχόμενη νεαρή ανθρωπολόγος Τζέσικα Σπέιτ μένει έγκυος (δεν θα διαλευκανθεί ποτέ ποιος είναι ο πατέρας). Οταν γεννιέται η κόρη της, Αννα, τίποτε δεν προδίδει πως είναι διαφορετική. Σιγά σιγά, όμως, γίνονται εμφανή τα αναπτυξιακά προβλήματα, η ελαφρά νοητική υστέρηση που θα την καθηλώσει σε όλη τη διάρκεια της ζωής της σε μια ιδιότυπη παιδική ηλικία. Είναι πραγματικά σπαρακτικός ο τρόπος που επιλέγει η Ντραμπλ να περιγράψει αυτά τα αόρατα, αλλά πανταχού παρόντα παιδιά από «ατόφιο χρυσάφι»: «Τα γνωρίζεις, τα έχεις δει. Τα έχεις δει στα πάρκα, στα σουπερμάρκετ, στα αεροδρόμια. Είναι εκείνα τα χαρούμενα παιδιά και τα προσέχεις επειδή είναι χαρούμενα. Χαμογελούν στους ξένους· όταν τα κοιτάζεις ανταποκρίνονται με χαμόγελο, έτσι γεννήθηκαν, λες μέσα σου, και συνεχίζεις σκεπτικός στον δρόμο σου… (…) Χαμογελούν, ακόμη και όταν συνέρχονται από εγχείριση ανοιχτής καρδιάς. Μόλις περάσει η επίδραση του αναισθητικού, χαμογελούν. Χαμογελούν και όταν είναι μόλις λίγων εβδομάδων, μικρά σαν κοτοπουλάκια, με τα ράμματα κεντημένα σταυροβελονιά στο εύθραυστο στέρνο τους, δεμένα θαρρείς με κλωστή σαν μικρά πακέτα».
Η συγγραφέας παρατηρεί την Αννα στο πέρασμα των δεκαετιών, καθώς το Λονδίνο μετουσιώνεται σε μια πολυπολιτισμική, ανεκτική μητρόπολη. Αφήνει, βέβαια, πολύ χώρο και στην ίδια την Τζες, την ξεχωριστή μητέρα ενός ξεχωριστού παιδιού. Είναι ανθρωπολόγος «εκ φύσεως, εξ εκπαιδεύσεως, εξ επαγγέλματος», εξ ου και το «εισαγωγικό της μάθημα στη μητρότητα» της το παραδίδουν «τα παιδιά με τις απλές τους πέτρες και τα απλοποιημένα τους δάχτυλα», παιδιά που συναντά σε ένα ταξίδι της στην Αφρική και έχουν έρθει στον κόσμο με μια γενετική ανωμαλία, γνωστή ως εκτρωδακτυλία. Οταν όμως γεννιέται η Αννα, η νεαρή single μητέρα αναγκάζεται σχεδόν βιαίως να εγκαταλείψει το επιστημονικό της πεδίο και να περιοριστεί ως επί το πλείστον «σε ένα εσωτερικό πεδίο. Η κόρη της έπρεπε να έρχεται πρώτη, και για την Τζες η μητρότητα δεν έπρεπε να τελειώσει ποτέ». Οι «ξεχωριστοί» γονείς δεν είναι όλοι φτιαγμένοι να γίνουν ήρωες, χρειάζεται όμως γενναιότητα για να ακούσεις εκείνη την πρώτη γνωμάτευση του γιατρού, που ξεχωρίζει το δικό σου παιδί από τα «υγιή». Χρειάζεται, αναμφίβολα, γενναιότητα για να μπορέσεις να σηκώσεις το βάρος αυτής της ιδιαίτερης μητρότητας –ή πατρότητας –σε έναν δήθεν πολιτικά ορθό κόσμο όπου τα παιδιά εξαναγκάζονται να έχουν παντού επιδόσεις και όπου η διαφορετικότητα δεν έχει πάψει να διώκεται (διότι δεν είναι μόνο οι τζιχαντιστές που «θανατώνουν» τα παιδιά με ειδικές ανάγκες).
Σίγουρα το «Μωρό από ατόφιο χρυσάφι», με φόντο το πολυπολιτισμικό Λονδίνο των 60s, δεν χρυσώνει το χάπι για τους γονείς και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες στην απισχνασμένη από το κράτος κοινωνικής πρόνοιας Ελλάδα των αρχών του 2016. Αν μη τι άλλο, το καθιστά πιο οικείο.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ