Το 2015 θα το θυμόμαστε ως μια χρονιά-ορόσημο που συμπύκνωσε την εμπειρία και τα διδάγματα της κρίσης μέσα σε λίγους μήνες. Σήμερα όμως, αισιόδοξοι και απαισιόδοξοι, δεν μπορούμε παρά να ελπίζουμε ότι τα παθήματα, όπως η νέα ύφεση, το παρ’ ολίγον Grexit και η πολιτική αβεβαιότητα, έγιναν μαθήματα. Και ότι η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και η αξιοσημείωτη αντοχή της πραγματικής οικονομίας στο τέλος της χρονιάς θα είναι οι βάσεις επάνω στις οποίες το 2016 θα είναι ένα έτος ελπίδας και ανάπτυξης.
Οι ευχές, πάντα αναγκαίες και καλοδεχούμενες, δεν φθάνουν. Απαιτούνται πράξεις. Και πράξεις στη σημερινή Ελλάδα της γενικευμένης απογοήτευσης σημαίνουν δουλειές για όλους και ιδιαίτερα τους νέους. Μπορούμε άραγε να το πετύχουμε ή θα αναλωθούμε για άλλη μία χρονιά σε διαπιστώσεις χωρίς αντίκρισμα; Πού μπορούν λοιπόν να βρεθούν αυτές οι πολυπόθητες θέσεις εργασίας;
Στην Ελλάδα της κρίσης η μεταρρυθμιστική «απροθυμία», η χρηματοπιστωτική ασφυξία, η υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων και της μισθωτής εργασίας περιόρισαν σημαντικά την προσφορά εργασίας. Ταυτόχρονα οι σημαντικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος ως προς την ειδίκευση των νέων επιτείνουν το πρόβλημα. Αρκετές φορές ζούμε το παράδοξο, παρά την υψηλή ανεργία, να δυσκολεύονται οι λίγες επιχειρήσεις που προσλαμβάνουν να βρουν κατάλληλα εκπαιδευμένους εργαζομένους.
Μια σύγκριση με την Ευρώπη δείχνει ότι οι κλάδοι με το μεγαλύτερο έλλειμμα απασχόλησης, άρα και με τη μεγαλύτερη δυνατότητα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, βρίσκονται στη βιομηχανία και ιδιαίτερα στη μεταποίηση. Πρόσφατη έρευνα που βασίστηκε σε στοιχεία του ΟΟΣΑ έδειξε ότι η υποθετική προσαρμογή της παραγωγικής βάσης της χώρας στον μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης θα έδινε δουλειές σε περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες που σήμερα είναι είτε άνεργοι είτε ανενεργοί. Αυτό σημαίνει ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξανόταν κατά 47 δισ. ευρώ, όταν μέσα στην εξαετία της κρίσης χάθηκαν σχεδόν 64 δισ. ευρώ!
Η μεταποίηση είναι ο κλάδος που παράγει κατά κανόνα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και κατ’ επέκταση καλύτερες θέσεις εργασίας. Χρειάζεται στελέχη επιχειρήσεων, ερευνητές, νομική υποστήριξη, μάρκετινγκ, διοικητικές υπηρεσίες, τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας, καθώς και επαγγελματικές και επιστημονικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν την παραγωγή. Δουλειές θα χρειαστούν επίσης οι κλάδοι υγείας και κοινωνικών υπηρεσιών, όπως η λειτουργία παιδικών σταθμών ή φροντίδας ηλικιωμένων, που είναι κρίσιμοι για τη διευκόλυνση των γυναικών ώστε να παραμείνουν στην αγορά εργασίας.
Η έρευνα δείχνει μικρό «πλεόνασμα» απασχόλησης σε καταλύματα και εστιατόρια, ενώ η σχετικά μικρή υστέρηση στην απασχόληση στο εμπόριο, σε αντιδιαστολή με τη μεγάλη υστέρηση στην παραγωγή, είναι άλλος ένας δείκτης του εσωστρεφούς, καταναλωτικού προσανατολισμού της οικονομίας μας. Επιπλέον, ένας άλλος «μύθος» που συγκρούεται με την πραγματικότητα είναι το γεγονός ότι στον πρωτογενή αγροτικό τομέα απασχολούνται υπερβολικά πολλοί εργαζόμενοι. Αυτό σημαίνει ότι με την κατάλληλη αγροτική πολιτική που δίνει έμφαση στην αναδιάρθρωση και στην επεξεργασία βιομηχανικών καλλιεργειών υπάρχουν δυνατότητες ενίσχυσης της μεταποίησης αγροτικών προϊόντων και αύξησης της προστιθέμενης αξίας τους.
Ο ΣΕΒ έχει επισημάνει και παλαιότερα τον κίνδυνο να ικανοποιούνται οι προβλέψεις του Μνημονίου αλλά να στερείται η πραγματική οικονομία κρίσιμων συμπληρωματικών πολιτικών που θα φέρουν επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Η υπερφορολόγηση της ενέργειας και της εργασίας στη χώρα μας πλήττει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στη βιομηχανία και στη μεταποίηση και περιορίζει τις δυνατότητες δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στους κλάδους αυτούς. Κανένα πρόγραμμα στήριξης δεν μπορεί από μόνο του να χτίσει ισχυρούς θεσμούς και παραγωγική βάση αν εμείς οι ίδιοι δεν το θέλουμε. Αντιλαμβάνονται πλέον όλοι ότι για να παράγουμε πλεονάσματα, να πληρώνονται μισθοί, συντάξεις και επιδόματα χρειάζονται εργαζόμενοι στην ιδιωτική οικονομία. Η πολυπόθητη ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα με τη σειρά της θα βοηθήσει τη χώρα να βελτιώσει τις κοινωνικές υπηρεσίες της και το Δημόσιο να αυξήσει τους πόρους που έχει στη διάθεσή του. Αν το 2016 είναι μια χρονιά σταθερότητας και αποφασιστικότητας από την πλευρά της κυβέρνησης, των επιχειρήσεων και των συνδικάτων, του χρόνου τέτοιες μέρες θα έχουμε κάθε λόγο να αισιοδοξούμε ότι τα δύσκολα πέρασαν.
Ο κ. Θεόδωρος Φέσσας είναι πρόεδρος του ΣΕΒ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ