Ο τίτλος που προηγείται παραφράζει τον τίτλο του πρώτου επεισοδίου του πολυδιαφημισμένου, πλέον, ντοκιμαντέρ του κ. Πολ Μέισον. Η δημοσιογραφική περιέργεια έκανε και τον γράφοντα, μάλλον από βίτσιο και επαγγελματική διαστροφή, να δαπανήσει (ή μήπως να χαραμίσει;) περίπου 65 λεπτά από τη ζωή του για να το παρακολουθήσει.
Αναμφίβολα, από τεχνικής πλευράς, το τελικό προϊόν είναι άψογο. Οι Αγγλοσάξονες άλλωστε φημίζονται για αυτό. Στο σημείο τούτο όμως τελειώνουν όλα τα θετικά. Ο Μέισον δεν έκανε ντοκιμαντέρ. Παρήγαγε ένα προπαγανδιστικό προϊόν –ενδεχομένως με το αζημίωτο; Αν αυτό που είδαμε λέγεται επαγγελματική δημοσιογραφία, τότε πιθανότατα ο Μέσι μπορεί να παίξει μπάσκετ με την ίδια ευκολία που παίζει ο Κέβιν Ντουράντ…
Η μονοδιάστατη προσέγγιση των γεγονότων είναι εξωφρενική, αν δεν καταντούσε γελοία από ένα σημείο και έπειτα. Αν έλληνας δημοσιογράφος παρουσίαζε ένα ανάλογο ντοκιμαντέρ θα είχε μετατραπεί σε σάκο του μποξ με χαρακτηρισμούς όπως «άσχετος», «όργανο της διαπλοκής» κ.ά. Δεν θα κάνουμε εδώ ανάλυση του ντοκιμαντέρ, άλλωστε αυτή έγινε και με το παραπάνω από τη Δήμητρα Κρουστάλλη στο φύλλο της 27ης Δεκεμβρίου στο «Βήμα της Κυριακής». Θα ήταν όμως καλό να επισημανθούν ορισμένα πράγματα.
Όπως είναι ξεκάθαρο, ο κ. Μέισον αλώνιζε στα υπουργικά γραφεία και στα άδυτα του Μεγάρου Μαξίμου επί εβδομάδες. Ο Γιάνης Βαρουφάκης ήταν μάλλον κολλητός του, ενώ και ο Πρωθυπουργός μοιάζει να αισθανόταν άνετα μαζί του. Στο ντοκιμαντέρ εμφανίζεται κάποιες στιγμές και ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, που ερωτηθείς μάλιστα αν γνωρίζει τις προθέσεις των δανειστών παρουσιάζεται σαν να μην ξέρει «που παν τα τέσσερα» και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι αν όσα θα πει θα είναι on ή off the record… Τουλάχιστον πάντως τον καταλαβαίνουμε. Άλλωστε, η γλώσσα του ντοκιμαντέρ είναι η αγγλική!
Είναι όμως εντυπωσιακό ότι δεν βλέπουμε κανέναν άλλον κυβερνητικό αξιωματούχο, κανέναν υπουργό –πλην της πρώην Προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου. Καμία εμφάνιση του Γιάννη Δραγασάκη, που φέρεται να έπαιζε γενικώς κάποιο ρόλο. Στο Μαξίμου περπατούν ο Αλέκος Φλαμπουράρης –αποχαυνωμένος –και ο Πάνος Σκουρλέτης να μιλάει στο κινητό του. Τι συνέβη με τους οπαδούς της σκληρής γραμμής; Που είναι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης; Δεν είχε να πει κάτι για όσα έγιναν το πρώτο επτάμηνο του 2015, για τη σύγκρουση με τον Τσίπρα, για το ατυχές φλερτ με τη Μόσχα;
Γιατί, επίσης, δεν μαθαίνουμε τίποτα για το πως φθάσαμε στο δημοψήφισμα; Δεν θα περίμενε κανείς από έναν έγκριτο συνάδελφο όπως ο κ. Μέισον να μας διαφωτίσει λίγο για τη λήψη μίας τόσο σημαντικής και παρ’ ολίγον καταλυτικά καταστροφικής απόφασης για τη χώρα; Δεν ακούμε και δεν βλέπουμε τίποτα για αυτό πέραν από την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος.
Το βράδυ του μεγάλου «ΟΧΙ» μας μιλάει μόνο ο Γιάνης Βαρουφάκης ενώ… τσιμπιέται. Ουδεμία νύξη για τους λόγους που ο Τσίπρας τον αποπέμπει. Και φυσικά, καμία νύξη για τους λόγους που ο Πρωθυπουργός αποφασίζει να κάνει στροφή, απογοητεύοντας όσους, αφελώς, τον πίστεψαν. Με συγχωρείτε, αλλά από έναν τόσο έγκριτο συνάδελφο (που προφανώς σε σχέση με τους ταπεινούς θνητούς της ελληνική δημοσιογραφίας αντιλαμβάνεται ορθώς την «κατά ΣΥΡΙΖΑ δημοσιογραφία», τουλάχιστον όπως την εννοεί η κυρία Όλγα Γεροβασίλη) θα περιμέναμε κάτι περισσότερο, μία ευρύτερη συνεισφορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία ή, αν προτιμάτε, τραγωδία…
Δεν μαθαίνουμε επίσης τίποτα για το βράδυ της 12ης Ιουλίου. Τί συνέβη στις 17 ώρες διαπραγμάτευσης στις Βρυξέλλες; Δεν είχε πρόσβαση τότε ο κ. Μέισον; Δεν του δόθηκε; Δεν τη ζήτησε; Δεν τον ενδιέφερε; Με ποιους από τους παρόντες της ελληνικής αντιπροσωπείας συνομίλησε; Προσέγγισε κάποιες ξένες πηγές για να διασταυρώσει τις πληροφορίες; Καλό θα ήταν να μάθουμε κάτι και για αυτή την πλευρά.
Αντίθετα, ο βρετανός δημοσιογράφος (και πρώην τροτσκιστής…) εμμένει στην ενδιαφέρουσα, πλην σπαραξικάρδια, περιγραφή των ημερών πριν από το δημοψήφισμα, στρέφοντας την κάμερά του στους απογοητευμένους υποστηρικτές του «ΟΧΙ». Δεν είναι όμως μόνο αυτοί Έλληνες. Υπήρξαν κι άλλοι: εκείνοι που ψήφισαν «ΝΑΙ». Τους ξεπετάει σε περίπου 2-3 λεπτά.
Συμπέρασμα: Mr. Paul Mason, suck our balls. Δεν έχουμε ανάγκη την προπαγάνδα σας για να καταλάβουμε τι συνέβη. Όχι μόνο λόγω του ατυχούς ντοκιμαντέρ σας, αλλά και επειδή αργότερα εξαφανιστήκατε, αδιαφορώντας για τις συνέπειες όσων ακολούθησαν των γεγονότων που περιγράφετε. Δυστυχώς για εσάς, γνωρίζουμε αρκετά καλά τι συνέβη. Ακόμη, κι αν δεν θα έχουμε ποτέ την προνομιακή πρόσβαση που εσείς είχατε. Ελπίζουμε να μην ξαναβρεθεί η Ελλάδα σε τόσο δυσχερή θέση. Φοβόμαστε ότι τότε θα σας ξαναδούμε στα μέρη μας. Ο νοών νοείτο…