Ολοι έχουμε κάποιον συγγενή που ανακάλυψε το Facebookμε καθυστερημένη ορμή. Που πρώτα αγνοούσε, μετά σνόμπαρε και στο τέλος υποτάχθηκε και αυτός στη ροή των πραγμάτων. Είναι αυτοί οι οποίοι, στην αρχή διστακτικά και έπειτα με το πάθος του ερασιτέχνη, σκαρφαλώνουν στον αχαρτογράφητο κόσμο των social media και τον κατακτούν με τη γοητευτική αφέλεια του παρωχημένου. Γράφουν με κεφαλαία –που είναι το συνώνυμο της φωνής -, αναπαράγουν οτιδήποτε εμφανιστεί στοtimelineτους –όσο πιο κραυγαλέο, τόσο το καλύτερο -, πληκτρολογούν σε κοινή θέα άβολα πράγματα σε νεότερους συγγενείς τους και γενικώς συμπεριφέρονται σαν να μην τους βλέπει ο κόσμος –ενώ ταsocialmediaείναι αυτό ακριβώς: η εικόνα που θέλουμε οι άλλοι να βλέπουν για εμάς.
Αυτόν τον συγγενή θυμήθηκα την προηγούμενη εβδομάδα, βλέποντας τη σαχλή χρήση τωνsocial mediaαπό τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας. Η ιστορία με τα σβησμένα tweets διπλωματικής πολιτικής προς τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου θα ήταν κωμική αν δεν ήταν πρωθυπουργική. Πρώτα η επίδειξη μαγκιάς και έπειτα η αναδίπλωση έδειξαν το χάσμα της ελληνικής πολιτικής σκηνής με οτιδήποτε δεν αφορά την επαρχιώτικη νοοτροπία της ελληνικής κουλτούρας.
Για να είμαστε δίκαιοι, ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήταν ο μόνος, ούτε ο πρώτος. Από το «σε έναν χρόνο θα έχουμε δωρεάν WiFi, το έχω ψάξει» του Αντώνη Σαμαρά, μέχρι τις πρόσφατες καταστροφικές –λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας –εκλογές της ΝΔ, από τον παλαιότερο «τεχνοφασισμό» του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη λυσσασμένη μάχη των ψηφιακών στρατών-τρολ της Χρυσής Αυγής, η σχέση πολιτικής και τεχνολογίας εικονογραφείται ιδανικά με την μπλε οθόνη ενός κολλημένου υπολογιστή.
Μόνο που στην ιστορία των σβησμένων tweets, φάνηκε και κάτι άλλο: Ενώ η αγγλική εκδοχή του tweet που γράφτηκε στην Κουμουνδούρου και αναπαράχθηκε μέχρι και στο BBC σβήστηκε, η ελληνική έμεινε αναρτημένη στο Ιnternet. Δεν ήταν παράλειψη, ούτε τεμπελιά. Ηταν μια συνειδητή επιλογή που δείχνει τη διάθεση της νυν κυβέρνησης για μια διπλή ατζέντα. Λίγες ημέρες μετά, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξηςκαι Τροφίμων Ευάγγελος Αποστόλου κατέθεσε τροπολογία για την επιστροφή παράνομων επιδοτήσεων που είχαν πάρει αγρότες το 2008 και το 2009, δηλώνοντας –κλείνοντας το μάτι με νόημα –πως «την καταθέτω, αλλά δεν την εφαρμόζω. Καταλαβαίνετε…».
Καταλαβαίνουμε. Η διάθεση της κυβέρνησης θα μπορούσε να περιγραφεί σαν την αίσθηση του χωριού. Να διευκρινιστεί πως δεν υπάρχει τίποτα μεμπτό προς κάθε χωριό –είναι το σημείο εκκίνησης των περισσότερων κατοίκων της Αθήνας και όπως πάνε τα πράγματα θα είναι και ο προορισμός. Η αίσθηση του χωριού έχει να κάνει με την όλο και μεγαλύτερη απόσταση της Ελλάδας του 2015 από τον κανονικό, προηγμένο κόσμο.
Ενώ παλαιότερα κάποια προσχήματα έμοιαζαν να τηρούνται, πλέον η μετατροπή της Ελλάδας σε μια επαρχία είναι διάχυτη παντού. Κάθε κυβέρνηση το κάνει οχυρωμένη πίσω από τις ιδεολογίες της: ο Αντώνης Σαμαράς βρήκε κάλυψη πίσω από την Εκκλησία («αυτές οι εικόνες δεν θα κατέβουν ποτέ») και την αρχαία Ελλάδα με τον βομβαρδισμό ειδήσεων περί των ανασκαφών της Αμφίπολης. Ο Αλέξης Τσίπρας δημιουργεί διαρκώς βολικούς εχθρούς, κυβερνά αντιπολιτευόμενος, την ώρα που φορολογεί με πάθος. Και η απόσταση μεγαλώνει.
Μπορεί να το καταλάβει κανείς σε οποιοδήποτε ταξίδι του σε μια χώρα εντός Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σύμφωνοι, ακόμη και το 2004, την πιο λαμπερή εποχή της Ελλάδας, η απόστασή μας από την Ευρώπη ήταν εμφανής. Μόνο που τώρα γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Η βαλκανική εκδοχή της Ελλάδας κυριαρχεί, καχύποπτη, κουρασμένη, επιτιθέμενη σε κάθε διαφορετικό –η γενική επέλαση της μετριότητας κυριαρχεί.
Μιλώντας για Βαλκάνια, στην τελευταία σκηνή της ταινίας «Underground» του Εμίρ Κουστουρίτσα ένα γλέντι γάμου λαμβάνει χώρα σε ένα κομμάτι γης που αποκόπτεται από την κυρίως χώρα. Καθώς το γλέντι συνεχίζεται αμείωτο, ίσως και πιο ξέφρενο όσο το νησί πλέει και απομακρύνεται από την κάμερα, η σκηνή έχει κάτι τόσο βαλκανικό, τόσο απομονωτικό, τόσο οικείο, που δεν μπορεί να μη θυμίσει την τωρινή κατάσταση των πραγμάτων.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ