Ακόμα γελάνε στην Αγκυρα με τα αποτελέσματα της έκτακτης συνόδου κορυφής Ε.Ε. – Τουρκίας για το προσφυγικό, η οποία θα μπορούσε να καταγραφεί στα βιβλία της ιστορίας ως μία μεγάλη νίκη της Τουρκίας: περίπου, τα πήρε όλα χωρίς, περίπου, να δώσει τίποτα παρά μόνον αόριστες υποσχέσεις κι αυτές εξ αρχής υποβαθμισμένες από τον ίδιο τον Τούρκο πρωθυπουργό.

Όμως, τελικά, δεν θα συμβεί έτσι: η Αγκυρα να τα έβγαλε πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα πέρα με την φαιδρά ανύπαρκτη Ευρώπη, καθώς το κύριο πολιτικό κίνητρο των Βρυξελλών αυτή την ώρα είναι το πώς θα αποκατασταθεί η αγρίως πληγείσα δημοτικότητα της καγκελαρίου Μέρκελ που βλέπει ξαφνικά από κοντά τα Τάρταρα.

Δεν θα τα βγάλει το ίδιο εύκολα πέρα με τους Ρώσους καθώς το σφάλμα της κατάρριψης του μαχητικού τους ήταν βαρύ – και είναι ένα σφάλμα που, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, το έχει κάνει ουκ ολίγες φορές η οθωμανική πολιτική, γιατί, στην πραγματικότητα, γι αυτήν μιλάμε πλέον: ο Ερντογάν έχει ήδη από καιρό αφήσει πίσω του τον Κεμάλ και τη δυτικότροπη Τουρκία και ξαναζωντανεύει τη λογική της Υψηλής Πύλης και αυτό θα του δημιουργήσει πολλά προβλήματα όχι μόνον με τους Ρώσους, αλλά και με τους Αμερικανούς, ειδικά όσο οι υπόγειες συνέργειες της Τουρκίας με το εγκληματικό χαλιφάτο γίνονται όλο και πιο φανερές.

Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο πάντως είναι ότι τα πράγματα δεν θα κυλήσουν πλέον ομαλά και ότι, σε ότι τουλάχιστον μας αφορά, πρέπει πια να είμαστε πραγματικά έτοιμοι για όλα. Οι πρωθυπουργικές γελοιότητες με τα τουίτς περί νευρικών πιλότων τις οποίες αναγκάστηκε να πάρει κακήν κακώς πίσω το γραφείο του κ. Τσίπρα δείχνουν δυστυχώς το αντίθετο, ότι μάλλον δεν καταλαβαίνουμε που βρισκόμαστε.

Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε ένα Νέο Ανατολικό Ζήτημα που έχει ήδη ανοίξει και που οι εξελίξεις του θα είναι για καιρό σε εξέλιξη, είτε διπλωματικά είτε στρατιωτικά, σε ένα πολύ μεγάλο γεωγραφικό εύρος και με πολύ ευρύ πεδίο παραμέτρων να εμπλέκονται στο που τελικά θα καταλήξει η νέα ισορροπία: ενέργεια, ισλαμική τρομοκρατία, όλο και πιο πολύ τεταμένες διακρατικές σχέσεις, εσωτερικές υπόγειες συγκρούσεις κρατών που δεν θα μείνουν για πολύ ακόμα στο ημίφως, ιδίως στην Τουρκία, εδαφικές διεκδικήσεις, όλα αυτά και όχι μόνον, βρίσκονται πια πάνω στο τραπέζι και ανοίγουν το ένα μετά το άλλο.

Η Ελλάδα, ειδικά όπως είναι σήμερα, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνη της μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Ούτε έχει την πολυτέλεια να περιμένει να δει τι θα γίνει – γιατί όταν δει, θα είναι πια πολύ αργά.

Επιπλέον, είναι φαιδρό να φαντάζεται ότι θα έχει τη στήριξη της λεγόμενης «κοινής» Ευρώπης: στην πραγματικότητα δεν την είχε ποτέ έως τώρα, ενώ, με το προσφυγικό, φάνηκε ότι, αντίθετα, έχουμε γίνει, για μία ακόμη φορά, το θύμα όχι της κρίσης, αλλά της Ευρώπης και της πολιτικής της.

Οσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες, θέλουν μεν μια Ελλάδα πολύ πιο σταθερή από αυτή που θέλει το Βερολίνο και συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά, αυτή τη στιγμή, διατηρούν ακόμα αποστάσεις από τις εξελίξεις, παραμένοντας πάντως ένα πολύ ισχυρό σημείο αναφοράς για την Ελλάδα, όπως παραμένει, και γίνεται όλο και περισσότερο, και το Παρίσι στο ευρωπαικό πλαίσιο.

Αν όμως η Ελλάδα περιμένει πάντα από τους άλλους, δεν θα καταφέρει τίποτα μέσα σε αυτόν τον κόσμο που αλλάζει και, όπως όλα δείχνουν, αλλάζει βίαια.

Ηρθε η ώρα να κάνει η ίδια τα βήματα που πρέπει και το κυριότερο από αυτά είναι να προχωρήσει σε μία τριμερή συμμαχία με την Κύπρο και το Ισραήλ. Συμμαχία πραγματική, όχι στα λόγια. Με μεταστάθμευση στρατιωτικών δυνάμεων, με κοινά στρατιωτικά σχέδια, με συνεχείς κοινές ασκήσεις, με ανταλλαγή τεχνογνωσίας, μέσων, στελεχών, με οικονομίες κλίμακος λ.χ. μεταξύ αεροπορίας και ναυτικού.

Αν αποφασίσουν να κάνουν το μεγάλο βήμα παραπέρα, οι τρεις χώρες θα καταστούν, και οι τρεις, αμέσως, ισχυρότερες, ασφαλέστερες αλλά και πολύ πιο έτοιμες για οικονομικά οφέλη από ότι είναι σήμερα. Αλλα περιθώρια δεν υπάρχουν.