ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate
Δύο από τις πρόσφατες τραγωδίες – η κατάρριψη του ρωσικού πολιτικού αεροσκάφος στη χερσόνησο του Σινά και η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι -, φάνηκε σαν να έδωσαν στη Ρωσία και στη Δύση κάτι στο οποίο μπορούν να συμφωνήσουν: το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) πρέπει να ηττηθεί. Αλλά μια πιο προσεκτική ματιά στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας στη Συρία – για να μην αναφέρουμε την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού από την Τουρκία – δείχνει ότι θα ήταν πρόωρο να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι ρωσικοί και οι δυτικοί στόχοι μπορούν να ευθυγραμμιστούν.
Φυσικά, η Ρωσία υποστηρίζει ότι η συριακή παρέμβασή της έχει ως στόχο την ήττα του Ισλαμικού Κράτους και «άλλων τρομοκρατών». Αλλά, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ, περισσότερο από το 90% των ρωσικών αεροπορικών επιδρομών μέχρι στιγμής δεν έχουν στόχο το ISIS ή ομάδες συμμάχους της Αλ Κάιντα, αλλά τις ένοπλες ομάδες που πολεμάνε τόσο το ISIS όσο και τον σύμμαχο της Ρωσίας, τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ-Ασαντ. Στην πραγματικότητα, το ISIS έχει σημειώσει πρόοδο στο Χαλέπι από τότε που άρχισαν οι αεροπορικές επιδρομές.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η εξαΰλωση του ISIS δεν είναι στην ατζέντα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι είναι. Αλλά η Ρωσία έχει και άλλους στόχους: να προστατεύσει το καθεστώς Ασαντ, να επεκτείνει την στρατιωτική παρουσία και πολιτική επιρροή της στην ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή, ίσως ακόμη και να οδηγήσει σε αύξηση της τιμής του πετρελαίου.

Στη Μέση Ανατολή, όμως, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να θυμίσει αυτό που ακολούθησε την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν πριν από 36 χρόνια. Περιφερειακοί παίκτες όπως η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία αντιτίθενται σθεναρά στην παραμονή του Ασαντ στην εξουσία, δεδομένου ότι αυτό θα προωθούσε τα συμφέροντα των αντιπάλων τους, του Ιράν και της Χεζμπολάχ. Πενήντα πέντε Σαουδάραβες κληρικοί έχουν κυκλοφορήσει μια δήλωση προτρέποντας σε «τζιχάντ» κατά των Ρώσων εισβολέων. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα της Συρίας, οι ηγέτες της οποίας έχουν έδρα στην Τουρκία και στη βόρεια Συρία, έχει κάνει παρόμοια δήλωση, λέγοντας ότι ο τζιχάντ εναντίον της «ρωσικής εισβολής» είναι «θρησκευτικό καθήκον» για «κάθε αρτιμελή μουσουλμάνο».

Εάν η ντόπια αντίσταση καταφέρει να εκδιώξει την Ρωσία από τη Συρία, όπως συνέβη με τη Σοβιετική Ενωση στο Αφγανιστάν και με τη Ρωσία στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας, ο Πούτιν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πρόβλημα στο εσωτερικό. Μια στρατιωτική ήττα, σε συνδυασμό με την επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών, θα ήταν πιθανόν να στρέψει ένα μέρος του ρωσικού λαού – και μερικούς από τους συνεργάτες του – εναντίον του Πούτιν.

Υπάρχουν όμως και άλλα πιθανά σενάρια. Μια μερική ρωσική νίκη (όπως αυτή στη Γεωργία ή την Ουκρανία), θα σήμαινε ότι κάποια τμήματα της δυτικής Συρίας θα τεθούν υπό ρωσο-ιρανική προστασία, και, τελικά, μια de facto διχοτόμηση της χώρας.

Ενα αποτέλεσμα, όπως αυτό του δεύτερου πολέμου της Τσετσενίας – λιγότερο πιθανό, με δεδομένες τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο θεάτρων – θα συνεπαγόταν την εγκατάσταση ενός φιλικού στη Μόσχα καθεστώτος, υπό την ηγεσία του Ασαντ ή κάποιου άλλου, και την συνέχιση της αστάθειας και της εξέγερσης.

Το λιγότερο πιθανό σενάριο; Είναι εκείνο στο οποίο η Ρωσία θα ηγηθεί μιας διαπραγματευτικής διαδικασίας, η οποία θα οδηγήσει σε μακροχρόνια ειρήνη και σταθερότητα.

Κανένα από αυτά τα σενάρια δεν αντιστοιχεί με τα συνθήματα της επανάστασης του 2011 στη Συρία, ή με τα δυτικά συμφέροντα για την σταθεροποίηση της χώρας, την μείωση της ροής των προσφύγων, και, τελικά, την προώθηση του εκδημοκρατισμού.

Αυτό δεν είναι έκπληξη: όπως τόσες φορές στο παρελθόν, η Δύση δεν έχει σήμερα καμμία αξιόπιστη στρατηγική για τον περιορισμό του Πούτιν, ακόμη και όταν εκείνος δεν έχει σαφή στρατηγική εξόδου στο μυαλό του. Το μόνο που είναι σίγουρο τώρα είναι πως ό,τι και αν συμβεί στη Συρία δεν θα συμβεί χωρίς την Ρωσία.

Ο κ.Ομάρ Ασούρ διδάσκει Μεσανατολική Πολιτική στο πανεπισήμιο του Εξετερ.