Μια παρήγορη διάσταση της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα ήταν και είναι η δυνατότητα ιδιοκατοίκησης. Πάνω από 70% των συμπολιτών μας είναι ιδιοκτήτες της πρώτης κατοικίας τους. Το ανάλογο ποσοστό είναι 50% περίπου ως κοινοτικός μέσος όρος (στην Ευρώπη των 15) και στις ιδιαίτερα ισχυρές οικονομικά χώρες μπορεί να φτάσει εξαιρετικά χαμηλά.
Βέβαια, αυτή η πορεία του «νόθου» ελληνικού καπιταλισμού μπορεί να απογοητεύει διάφορους μαθητές του Βέμπερ ή και στοχαστές που μένουν προσηλωμένοι στα μαρξιανά δόγματα του 19ου αιώνα. Με ιδιοκατοίκηση δεν είσαι προλετάριος. Χωρίς προλεταρίους, όμως, δεν γίνεται επανάσταση και δεν ικανοποιούνται τα εξουσιαστικά ένστικτα όσων αναζητούν την κοινωνική αναγνώριση για τις ανύπαρκτες αρετές τους.
Στην Ελλάδα η αντιπαροχή και η ισοκατανομή σε όλα τα παιδιά της κληρονομικής περιουσίας έφεραν, όπως και σε άλλα ζητήματα, μια συμφωνημένη μετριοπαθή και ανεκτή ρύθμιση στο ζήτημα της κοινωνικής ισότητας.
Παρακολουθούμε με αγωνία τις εξελίξεις γύρω από το ζήτημα που επικράτησε να ονομάζουμε κατ’ ευφημισμόν «προστασία από πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας». Στην πραγματικότητα θα αποδιδόταν πολύ πιο πειστικά ως «διευκόλυνση της πρόσβασης των τραπεζών σε ακίνητα, που αποτελούν υποθήκη ή εγγύηση δανείων που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα». Η κυρία Λούκα Κατσέλη είχε ως υπουργός του Γιώργου Παπανδρέου, στις αρχές της κρίσης, αντιληφθεί το μέγεθος της κοινωνικής κρίσης που μπορούσε να προκληθεί αν οι τράπεζες άρχιζαν να πετούν στον δρόμο οικογένειες μικροαστών, που λόγω μείωσης του εισοδήματός τους δεν μπορούσαν πια να εξοφλήσουν τις τοκοχρεολυτικές δόσεις. Την ίδια πολιτική ωριμότητα έχουν δείξει μέχρι στιγμής και οι διοικήσεις των τραπεζών, που αποφεύγουν την εφαρμογή των δικαιωμάτων που τους παρέχει η υφιστάμενη νομοθεσία. Δυστυχώς, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε το καυτό αυτό ζήτημα δεν είναι προσιτός στους εκπροσώπους των δανειστών μας. Παρά τις ζημιές που προκλήθηκαν στην Ισπανία και σε άλλες χώρες, υπάρχει επίμονο αίτημα, υπό ορισμένους όρους και προϋποθέσεις, να επιτραπεί ο πλειστηριασμός της πρώτης κατοικίας.
Από τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ προτείνεται η εφαρμογή «ταξικών» κριτηρίων. Το πρόβλημα είναι ότι π.χ. 170 τετραγωνικά στα εργατικά προάστια του Παρισιού είναι ένα ασύλληπτο όνειρο, ενώ στην Ελευσίνα ή στον Ασπρόπυργο είναι μια συνηθέστατη εργατική κατοικία. Επίσης, δεν είναι σαφές τι θα γίνει με τη συνεχή μείωση των εισοδημάτων και την υπερφορολόγησή τους. Ούτε και με το ύψος των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, που δεν ανταποκρίνονται πλέον με κανέναν τρόπο στην πραγματικότητα. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει συστηματικά σε επίπεδο δημοσίων σχέσεων την εντύπωση ότι αγωνίζεται για το καλό των μικροϊδιοκτητών, ύπουλα διαπραγματεύεται μια άλλη διάσταση του προβλήματος που υφέρπει. Πρόκειται για την πώληση των δανείων και όλων των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτά σε ειδικούς εισπρακτικούς μηχανισμούς (hedge funds), που μπορεί να είναι βεβαίως και ημεδαποί, αλλά ως επί το πλείστον εδρεύουν στις μεγάλες χρηματιστηριακές αγορές του εξωτερικού, όπου και βρίσκουν, χωρίς προβλήματα και καθυστερήσεις, επαρκή χρηματοδότηση. Εκπληξη προκαλούν η αδιαφορία και η αμέριμνη αντικειμενικότητα που επιδεικνύει η κυβέρνηση μπροστά σε αυτόν τον κίνδυνο. Τα έχουν χαμένα; Υποτιμούν τη δυνατότητα των μηχανισμών που έχουν αυτά τα γραφεία εισπράξεως να φτάσουν ως το τέλος; Δεν υπάρχουν δείγματα τέτοιας δραστηριότητας στην Αρτα και στα γύρω υπέροχα χωριά;
Μερικοί ψιθυρίζουν και γράφουν με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα στο Διαδίκτυο ένα αποτρόπαιο σενάριο. Η Συριζοκυβέρνηση, επηρεαζόμενη από τον ιδεολογικό φανατισμό της, κατά βάθος χαιρετίζει την προλεταριοποίηση, δηλαδή την οικονομική εξαθλίωση εκατοντάδων χιλιάδων οικογενειών. Πιστεύει ότι έτσι θα περιέλθουν στην επιρροή της. Ξεχνάει ότι στον ίδιο χώρο εναπόθεσης κινούνται και άλλες ύαινες, η Χρυσή Αυγή, παραδείγματος χάριν. Και το χειρότερο απ’ όλα, ότι μερικά παλικάρια, που ενθουσιωδώς υποστηρίζουν αυτήν την πολιτική, έχουν ήδη επενδύσει σε διαδικασίες που αφορούν ακίνητα μεγάλης αξίας. Το 1990, στη διαλυόμενη τότε Σοβιετική Ενωση, η υπεύθυνη για την ως τότε ασκούμενη οικονομική πολιτική νομενκλατούρα ανακάλυψε ότι για να πάρει δάνεια από τη Δύση έπρεπε να εκποιήσει κοινωνική και κρατική ιδιοκτησία. Εμφανίστηκαν τότε πρόθυμες για όλα οι ίδιες ύαινες, που αυτή τη στιγμή οσμίζονται τη σήψη της ελληνικής οικονομίας και προσέλαβαν αθρόα στελέχη, νεαρά συνήθως, από τις οικογένειες που κυριαρχούσαν στο κλεπτοκρατικό καθεστώς Γέλτσιν. «Μπιρ παρά» επωλήθησαν τότε η κραταιά Σοβιετική Ενωση, τα δάση, οι λίμνες, αγροτικές εκτάσεις αχανείς και βεβαίως τεράστια εργοστάσια και αποθέματα πρώτων υλών και ενεργείας στα hedge funds, που αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ανήκαν στον έναν ή στον άλλον σημερινό μεγιστάνα του πλούτου στην καπιταλιστική πλέον Ρωσία.
Βέβαια, υπάρχουν διαφορές. Η νομενκλατούρα είχε υψηλό πνευματικό και επιστημονικό επίπεδο. Οι δικοί μας είναι μάλλον βλαχαδερά και αποτυχημένα κατακάθια της κοινωνίας. Εδώ δεν ελέγχονται οι μηχανισμοί «καταστολής», αστυνομία και στρατός, τουλάχιστον προς το παρόν. Και τέλος και το κυριότερο, έχουμε ακόμα ατομικά δικαιώματα. Ας τα ασκήσουμε λοιπόν! Εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες απειλούνται από την κατάσταση που περιγράψαμε και από τις επιχειρηματικές της προεκτάσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ