Από τότε που διάβασα ότι το άγχος κληροδοτείται στα παιδιά από τους γονείς τους (σύμφωνα με μελέτη σε πιθήκους ρέζους μακάκους, η οποία διεξήχθη εσχάτως από ειδικούς του Τμήματος Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Γουισκόνσιν-Μάντισον στις ΗΠΑ) νομίζω ότι έχω ακόμη περισσότερο. Προσομοιάζω δηλαδή όλο και συχνότερα σε πίθηκο ρέζους μακάκους που χτυπάει με τις γροθιές το στήθος του ωρυόμενος: «Ξύπνα / Πλύνε τα δόντια σου / Μίλα / Παίξε / Διάβασε / Πλύσου / Τελείωνε την άσκηση της Φυσικής / Κοιμήσου / Ελα γρήγορα γιατί…». Το μόνο ελαφρυντικό μου είναι ότι ανήκω στην περίφημη Generation Χ (χονδρικά σε αυτούς που είναι μεταξύ 34 και 47 ετών). Εχουμε, νομίζω, αποδείξει περίτρανα ότι δεν είμαστε θλιβεροί «slackers» (αραχτοί), όπως μας περιέγραφαν κακόβουλα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Αντιθέτως, έχουμε πανηγυρικά ανακηρυχθεί «η πιο στρεσαρισμένη γενιά» (τουλάχιστον στις ΗΠΑ).

Η αλήθεια είναι ότι έχω και άλλα ελαφρυντικά. Στην εποχή της «βιομηχανοποιημένης» οικογένειας που παλεύει να παράξει τα τέλεια παιδιά, το άγχος είναι τόσο αναπόσπαστο «εργαλείο» του γονεϊκού ρόλου όσο και το σλινγκ, το ριλάξ ή ο αποστειρωτής. Πριν από λίγες ημέρες, οι «New York Times» φιλοξένησαν ένα άρθρο με τίτλο «Stressed, Tired, Rushed: A Portrait of the Modern Family», δηλαδή «Στρεσαρισμένοι, κουρασμένοι, βιαστικοί: Το πορτρέτο της μοντέρνας οικογένειας»). Μεταξύ άλλων επισημαινόταν πως τα σημερινά παιδιά έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες –σε σχέση με παρελθούσες γενεές –να μεγαλώνουν σε μια οικογένεια όπου και οι δύο γονείς εργάζονται (άρα προσπαθούν να εξισορροπήσουν δουλειά και γονεϊκότητα, άρα είναι περισσότερο αγχωμένοι). Στη δε Ελλάδα του τρίτου μνημονίου, συμπληρώνω εγώ, όπου και οι δύο γονείς μπορεί να δουλεύουν νυχθημερόν ή να μη δουλεύουν καθόλου (όχι βεβαίως από επιλογή), οι αγχώδεις διαταραχές έχουν απλά χτυπήσει «κόκκινο».
Εχω όμως και το ελαφρυντικό της μητέρας. Η ίδια η επιστήμη έχει φτάσει στο σημείο να προειδοποιεί ότι το άγχος ελλοχεύει στο κυτταρικό υλικό από το οποίο είναι κατά κανόνα φτιαγμένο το μητρικό DNA: τις ενοχές. Πρόσφατη έρευνα (Απρίλιος 2015) που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Journal of Marriage and Family» ήρθε αισίως να ανατρέψει δεκαετίες ολόκληρες αυτομαστιγώματος και βάναυσης κριτικής από τα media (θυμίζω εκείνο το «Are You Mom Enough?» προ ετών στο εξώφυλλο του αμερικανικού «Time»).
Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, οι εργαζόμενες μητέρες πρέπει επιτέλους να σταματήσουν να κατατρύχονται από τύψεις για το ότι απουσιάζουν αρκετές ώρες από το σπίτι. Τα παιδιά, επισημαίνεται, είναι μια χαρά, όσο πολλές ώρες και αν δουλεύουν οι μητέρες τους. Εκείνο, αντιθέτως, που συχνά τα βλάπτει ανεπανόρθωτα είναι κάτι άλλο: τα «ανέφικτα γονεϊκά στάνταρτ» που βάζουν –κυρίως οι μητέρες. Και βέβαια το υπερχειλίζον και κοχλάζον στρες που βιώνουν οι ίδιες επειδή θεωρούν ότι δεν είναι –ποτέ, μα ποτέ –επαρκείς. Αντί, λοιπόν, να συνεχίζουμε, λένε οι συντάκτες της έρευνας, να επιβαρύνουμε, ως κοινωνία, τις μαμάδες με περισσότερες τοξικές τύψεις, καλό θα ήταν να ενισχύσουμε ολόκληρη την οικογένεια με τις κατάλληλες δομές στήριξης: γονεϊκές άδειες, ενδοεταιρική μέριμνα για τη φροντίδα των παιδιών κ.ο.κ. (εντελώς εξωτικά φρούτα για την Ελλάδα του 2015).

Οπως διαφαίνεται, στρατιές υπεραγχωμένων παιδιών θα συνεχίσουν να «ξεχύνονται» στον πλανήτη γιατί η σύγχρονη οικογένεια συνεχίζει να λειτουργεί σαν εταιρεία, εστιάζοντας αποκλειστικά στην παραγωγικότητα και το αύριο –σε μια μελέτη, μάλιστα, που επικαλείται συχνά ο Αμερικανός Κιμ Τζον Πέιν, εμπνευστής του βιβλίου και του κινήματος «Simplicity Parenting» («Γονείς απλά»), είχε βρεθεί ότι τα επίπεδα στρες σε μικρά παιδιά που ζουν στη Νέα Υόρκη είναι παρόμοια με τα επίπεδα στρες παιδιών σε εμπόλεμες ζώνες! Μάλλον δεν υπάρχουν πλέον ελαφρυντικά. Οι στρεσαρισμένοι μέχρι το κόκαλο γονείς πρέπει επιτέλους να κάνουμε chill out.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ