Το µάτι µου ξεχώρισε ένα σύνθηµα από τα δεκάδες που στόλιζαν τον εξαρχειώτικο τοίχο. Ηταν πιο μικρό σε μέγεθος από τα άλλα, τα υπερφίαλα, που προσπαθούσαν να εξαφανίσουν με τον άχαρο και ισοπεδωτικό φασισμό της παρουσίας τους κάθε ομορφιά της αθηναϊκής γειτονιάς. Ηταν, επιπλέον, γραμμένο με καλό γραφικό χαρακτήρα: «Τώρα φωτιά στον πολιτισμό».
Οχι, σκέφτηκα, δεν μπορεί άνθρωπος που έχει πάει στο σχολείο, που έχει λάβει τη βασική, έστω, μόρφωση, να εκφράζει τέτοια άποψη. Επιχείρησα να φτιάξω το προφίλ του. Είπαμε, δεν έχει παρακολουθήσει, δεν μπορεί να έχει παρακολουθήσει μάθημα σε σχολική τάξη. Ούτε έχει ανοίξει στη ζωή του βιβλίο. Δεν πρέπει να έχει μπει σε βιβλιοθήκη ή βιβλιοπωλείο, σε μουσείο, θέατρο, κινηματογράφο. Δεν έχει ταξιδέψει, δεν έχει γνωρίσει ανθρώπους αξιόλογους από εκείνους που σε σπρώχνουν με την παρουσία τους μόνο να γίνεις καλύτερος. Δεν έχει μάθει να τρώει με μαχαιροπίρουνο, να κόβει μικρές μπουκιές και να καταπίνει χωρίς θόρυβο το φαγητό του, να μη φτύνει στο τραπέζι την ώρα που οι άλλοι τρώνε, να μη ρεύεται και να μην πέρδεται. Δεν έχει μάθει επίσης να πλένεται. Φοράει, άραγε, ρούχα και παπούτσια; Μάλλον όχι, τι να τα κάνει στην άναρχη ζούγκλα της ύπαρξής του; Ξέρει να μιλάει; Ούτε να μιλάει ούτε να γράφει γνωρίζει. Αχρηστα τού είναι και τα δύο. Μη ρωτάτε πώς «σκάλισε» το σύνθημα στον τοίχο, κάπου το είδε και το ξεπατίκωσε, όπως μαθαίνουν οι μαϊμούδες των ζωολογικών κήπων κινήσεις, που έπειτα τις επαναλαμβάνουν μηχανικά σε όλη τους τη ζωή για να τους πετάνε οι περαστικοί μπανάνες και φιστίκια.
Ετσι κι αυτός το κατέγραψε στο πρωτόγονο μυαλουδάκι του και το «ποστάρει» ξανά και ξανά στις κολόνες της πόλης (το είδα και παρακάτω) προκειμένου να εντυπωσιάσει με την πρωτόγονη επαναστατικότητά του τις αγέλες. Προσπάθησα να φανταστώ και την οικογένεια που τον μεγάλωσε. Ζει σε σπίτι; Κάθεται σε καναπέδες ή στο χωμάτινο πάτωμα; Μπορούν δύο στοιχειωδώς πολιτισμένοι γονείς να βγάλουν στην κοινωνία έναν άνθρωπο που μας καλεί να κάψουμε τον πολιτισμό; Εναν πολιτισμό που, με όλα τα στραβά του, του επιτρέπει να διατηρεί την ανθρώπινη υπόστασή του και τον διαχωρίζει-διαφοροποιεί από τα ζώα.
Κοίταξα και τα άλλα συνθήματα γύρω μου, τον βρωμερό χάρτη από μουντζούρες επάνω στον οποίο αποτυπώνεται μια χώρα κατεστραμμένη. Χάρτη λανθάνουσας πατριδογνωσίας, έργο εκείνων που, όταν οι υπόλοιποι μαθητές μάθαιναν επάνω από τους χάρτες των εθνών τι σημαίνουν τα σύνορα και τι η πατρίδα, είχαν κάνει κοπάνα. Δεν το διδάχτηκαν ποτέ το μάθημα, και τώρα, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τα ανεξήγητα, μουντζουρώνουν τα πάντα και απαιτούν να μπει «φωτιά στον πολιτισμό». Αγράμματοι, αδαείς, ανόητοι, που καταστρέφουν όσα άλλοι έφτιαξαν και φρόντισαν, βαφτίζοντας τον βανδαλισμό αγανάκτηση, αντίδραση, επανάσταση.
Τεράστια η ευθύνη της πολιτείας που εδώ και χρόνια τους έχει αφήσει ελεύθερους να διαλύουν τα πάντα και δεν κάνει τίποτα για να τους σταματήσει. «Φωτιά στον πολιτισμό», λοιπόν. Οσο το διαβάζω, τόσο πιο πολύ τρομάζω που σήμερα, στην Ελλάδα τού 2015 προς 2016, υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν πως αυτό είναι η λύση. Κυρίως τρομάζω επειδή υπάρχουν οι κυβερνήσεις (αναφέρομαι και σε εκείνες που προϋπήρξαν της σημερινής) που έχουν παραδώσει τη χώρα σαν άγραφη κόλλα χαρτί σε αυτούς τους αστοιχείωτους, επικίνδυνους επαναστάτες του γλυκού νερού, για να τη γεμίσουν με τα ορνιθοσκαλίσματα που στο δικό τους διαταραγμένο μυαλουδάκι σηματοδοτούν την επανάσταση. Τη θλιβερή εθνική κατάντια μας επιβεβαιώνουν. Αυτό και μόνο αυτό, στη χώρα που όσο και αν μας αρέσει να λέμε ότι «γέννησε τον πολιτισμό», παραδοσιακά κάνει ό,τι μπορεί για να τον σκοτώσει.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ