Βγαίνεις από το σπήλαιο µαγεµένος. Για την ακρίβεια, βγαίνεις πλησιάζοντας σε αυτό που κυνηγάς σε όλη την ενήλικη ζωή σου: να γίνεις με κάποιον τρόπο παιδί ξανά. Αν έχεις πάει σε μικρότερη ηλικία, αυτό που θυμάσαι είναι ακριβώς αυτό που βλέπεις: ένα ημιφωτισμένο μέρος, γεμάτο σταλακτίτες και σταλαγμίτες, μια βάρκα, έναν γονδολιέρη από τη Λακωνία και την καθησυχαστική ιστορία του κόσμου να εκτυλίσσεται αργά μπροστά στα μάτια σου. Μέσα στο σπήλαιο του Διρού το νερό είναι σταθερά στους 14°C, η ατμόσφαιρα φτάνει τους 19°C και η φύση σού ρίχνει χαστούκια αναγκάζοντάς σε να αναθεωρήσεις τα προβληματάκια σου. Η εμπειρία είναι καθηλωτική. Για λίγο.
Βγαίνοντας από το σπήλαιο, για το οποίο έχεις πληρώσει είσοδο το λογικό ποσό των 14 ευρώ, με την ξενάγηση προαιρετική και όχι στα αγγλικά (οι κινέζοι συνεπιβάτες μου δεν είχαν ιδέα τι έλεγε ο συμπαθής γονδολιέρης) γίνεσαι ξανά ενήλικος πολίτης της Ελλάδας στο ζόρικο 2015 μ.Χ.
Αντικρίζεις την πραγματικότητα. Λόγω της αίσθησης ανεμελιάς και μακαριότητας που σου χαρίζει η φύση, στην αρχή γελάς. Ακριβώς στην έξοδο, κάποιος από την Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης ή τον ΕΟΤ είχε μια ωραία ιδέα: να πουλήσει υποβρύχιες κάμερες μιας χρήσης που μπορούν να αποτυπώσουν τον υπόγειο κόσμο που υπάρχει από τη Νεολιθική περίοδο. Πολύ καλή ιδέα. Πολύ κακή εκτέλεση. Γιατί, σαν κωμική τοποθέτηση προϊόντος, σαν αντιπαράδειγμα που πρέπει να διδάσκεται σε σχολές μάρκετινγκ, οι φωτογραφικές μηχανές ήταν προς πώληση στην έξοδο, ακριβώς μετά το τέλος του υπέροχου βυθού. Σύμφωνοι, το πρόβλημα δεν είναι σημαντικό, είναι περισσότερο κωμικό. Είναι όμως και ενδεικτικό.
Πριν από λίγο καιρό, η ελληνική κυβέρνηση, αναζητώντας με πάθος ισοδύναμα μέτρα, αποφάσισε να αυξήσει τις τιμές των εισιτηρίων στους αρχαιολογικούς χώρους. Η είσοδος στην Ακρόπολη από 12 ευρώ πήγε στα 20. Ο αρχαιολογικός χώρος της Κνωσού από 6 ευρώ έφτασε στα 15. Στην Επίδαυρο και στις Μυκήνες, η είσοδος από 6 ευρώ θα φτάσει στα 12. Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το εισιτήριο κοστίζει 10 ευρώ από 7.
Αρκετοί γκρίνιαξαν, αλλά μάλλον από κεκτημένη ταχύτητα. Η αύξηση είναι ένα λογικό τίμημα σε μια χώρα με ανάγκη εσόδων. Και όσοι ούρλιαξαν εναντίον της είναι αυτοί που θέλουν να αντιπολιτευθούν με κάθε κόστος. Κακώς, γιατί αν ήθελες να αντιπολιτευθείς αυτή την κυβέρνηση μπορείς να βρεις πολύ περισσότερους λόγους από την αυστηρότερη τιμολόγηση στο μοναδικό προϊόν που μπορεί κανείς να πουλήσει στη σύγχρονη Ελλάδα: την Ιστορία και τον πολιτισμό της. Ακόμη και αν το κάνει με λάθος τρόπο.
Η ιστορία με την κάμερα, πέρα από την επιτομή ενός αστείου λάθους, είναι ενδεικτική και όχι μοναδική. Πρόσφατα, ο Χρίστος Ντούμας, διευθυντής των Ανασκαφών Ακρωτηρίου της Σαντορίνης από το 1975, έλεγε πως το κράτος δεν έχει φτιάξει καν μια καρτ ποστάλ. Πως το πωλητήριο, που είναι ένα παράπηγμα εκτός του αρχαιολογικού χώρου, έχει αποφέρει 80.000 ευρώ. Πως με λίγη προσπάθεια θα ήταν διπλάσιος ο τζίρος. Αν ήθελε το κράτος. Το ίδιο θα γινόταν και στην Ακρόπολη, στη Νεμέα, παντού –η πρόσφατη ανακάλυψη του ασύλητου τάφου στις Μυκήνες ήταν πρώτο θέμα στους «New York Times», την ώρα που τα κανάλια εδώ μιλούσαν για κάποιον Φίλη.
Πριν από λίγο καιρό ο πολιτογραφημένος Ελληνας, αλλά γεννημένος στην Ιντιάνα, αμερικανός αρχαιολόγος Στέφανος Μίλερ, ο οποίος έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Νεμέα, κατέθεσε μια πρόταση. Με τα δικά του λόγια: «Αυτό που πρότεινα ήταν η κυβέρνηση να συνάψει συμβόλαια δοκιμαστικού χαρακτήρα με ιδιωτικές εταιρείες, σε πέντε, έξι, δέκα διαφορετικά μέρη ανά την Ελλάδα. Η κυριότητα των τεχνουργημάτων και των αρχαίων χώρων ανήκει πάντοτε στο ελληνικό κράτος, εννοείται. Η ανάδοχος εταιρεία υποχρεούται να μισθώσει τον χώρο από το κράτος, να τον περιφράξει και να τον φυλάττει υπό την επίβλεψη των τοπικών αρχαιολογικών εφορειών. Θα έχει το δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης αυτού και των αρχαιοτήτων του, κινητών και μη, για ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα, ίσως 20-25 έτη. Για εμένα ο πλούτος της Ελλάδας είναι οι αρχαιότητές της, όχι οι ίσως και φρούδες ελπίδες για υδρογονάνθρακες και πετρέλαια. Από πού θα αντλήσει η χώρα τα μέσα για να επιπλεύσει οικονομικά; Από τον τουρισμό. Γιατί όχι, λοιπόν, από τον αρχαιολογικό τουρισμό;».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ