ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate

Η επιθετικότητα της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας είναι μια από τις μεγάλες τραγωδίες της εποχής μας, όχι μόνο λόγω του τεράστιου ανθρώπινου κόστους, αλλά και επειδή είναι εντελώς άσκοπη. Πράγματι, οι ηγέτες της Ρωσίας υποτίμησαν ουσιαστικά τις προθέσεις της Δύσης και δημιούργησαν μια εντελώς περιττή αντιπαράθεση που υπονομεύει τα συμφέροντα και των δύο πλευρών.
Η Ρωσία και η Δύση – με στενά αλληλοσυνδεόμενες οικονομίες και πολλούς επικαλυπτόμενους πολιτικούς στόχους στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν – έχουν πολλά να κερδίσουν από την ειρηνική συνεργασία. Ομως, αντί να εργάζεται με τις δυτικές δυνάμεις για την ενίσχυση της ευημερίας για όλους, το Κρεμλίνο στράφηκε εναντίον των εταίρων του στο εξωτερικό.

Ο λόγος ήταν απλός: η Ρωσία είδε την σταδιακή διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ ως μια προσεκτικά ενορχηστρωμένη προσπάθεια να την περικυκλώσουν και να την απειλήσουν.

Σύμφωνα με την ρητορική του Κρεμλίνου, καλωσορίζοντας τις πρώην σοβιετικές χώρες, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ προσπάθησαν ρητά να αποδυναμώσουν τη Ρωσία. Η ερμηνεία αυτή οδήγησε τελικά τη Ρωσία να αντιδράσει στα σχέδια της Ουκρανίας να υπογράψει μια συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ, προσαρτώντας την Κριμαία και προσπαθώντας να δημιουργήσει μια «παγωμένη σύγκρουση» στην ανατολική Ουκρανία.

Αλλά η ερμηνεία της Ρωσίας ήταν προδήλως εσφαλμένη. Η αλήθεια είναι ότι οι νεαρές δημοκρατίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης προσπάθησαν να ενταχθούν στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ – και εργάστηκαν σκληρά για να κερδίσουν την ένταξη – επειδή λαχταρούσαν την ειρήνη, την πρόοδο και την ευημερία. Ηταν οι φιλοδοξίες των χωρών αυτών, όχι κάποια βεντέτα εναντίον της Ρωσίας, η οποία οδήγησε την διεύρυνση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Η ΕΕ και το ΝΑΤΟ υποστήριξαν την κατασκευή ισχυρών δημοκρατικών θεσμών που βασίζονται στο κράτος δικαίου και στον σεβασμό των μειονοτήτων, την ανάδειξη βιώσιμων και δυναμικών οικονομιών, και την ειρηνική επίλυση των συνοριακών διαφορών. Μια ασφαλής και ευημερούσα Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη είναι προς όφελος όλων – κυρίως της Ρωσίας.
Σήμερα, η ΕΕ είναι η μεγαλύτερη ξένη αγορά της Ρωσίας, με ένα σημαντικό μερίδιο των εξαγωγών της να πηγαίνουν στα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004. Και τα σύνορα της Ρωσίας με την ΕΕ, όχι μόνο δεν την απειλούν, αλλά είναι τα πιο σταθερά και ασφαλή από όλα τα σύνορά της.

Στην πραγματικότητα, κανένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ δεν θα έκανε επίθεση στη Ρωσία, καθώς μια τέτοια κίνηση θα αψηφούσε μια βασική αρχή του διεθνούς δικαίου: τον σεβασμό της κυριαρχίας των άλλων χωρών. Στην περίπτωση των συνοριακών διαφορών, τα μέλη του ΝΑΤΟ είναι προσηλωμένα στην εξεύρεση μη βίαιων λύσεων.

Αλλά σήμερα η Ρωσία απέχει πολύ από το να είναι ένας στρατηγικός εταίρος μας, είναι το στρατηγικό πρόβλημά μας. Στην πραγματικότητα, το σημερινό ρωσικό στρατιωτικό δόγμα κατονομάζει το ΝΑΤΟ ως μία από τις κύριες εξωτερικές απειλές για την ρωσική ασφάλεια.

Είναι καιρός να επαναπροσδιορίσουμε την σχέση της Ρωσίας με τη Δύση. Το πρώτο βήμα θα είναι για την ΕΕ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ να δείξουν σαφώς ότι η συνεργασία αποφέρει κέρδη – και ότι η αντιπαράθεση έχει κόστος. Αυτό σημαίνει την συνέχιση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, παράλληλα με την οικονομική ενίσχυση για την Ουκρανία. Από την άποψη της ασφάλειας, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να ενισχύσει την εδαφική του άμυνα, ενώ οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ θα πρέπει να βοηθήσουν την Ουκρανία να βελτιώσει τις αμυντικές δυνατότητές της.

Απέναντι στη Ρωσία σήμερα, ο κατευνασμός δεν θα οδηγήσει σε ειρήνη. Αντιθέτως, μια συμφιλιωτική προσέγγιση θα παρατείνει την σύγκρουση. Οσο πιο γρήγορα θα πείσει η Δύση τους ηγέτες της Ρωσίας ότι δεν θα υποχωρήσει, τόσο πιο γρήγορα θα τελειώσει η σύγκρουση. Μόνο τότε θα επιστρέψει η Ρωσία στο δρόμο της εποικοδομητικής συνεργασίας με την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ – και σε ένα πιο ακμάζον μέλλον.

Ο κ. Αντερς Φογκ Ράσμουσεν είναι πρώην πρωθυπουργός της Δανίας και πρώην Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ.