Επιτέλους ένας μπαμπάς σπάει όλα τα κλισέ. Τρία χρόνια ύστερα από εκείνο το περιβόητο άρθρο «Why women still can’t have it all» («Γιατί οι γυναίκες ακόμη δεν μπορούν να τα έχουν όλα») της Αν Μαρί Σλότερ, καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και πρώην αξιωματούχου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ήρθε αισίως η στιγμή του συζύγου της να τα πει «έξω από τα δόντια». Πάλι μέσα από τις σελίδες του αμερικανικού περιοδικού «The Αtlantic». Με ένα εξίσου αιρετικό άρθρο, που είμαι βέβαιη ότι ακόμη και στην Ελλάδα των μνημονίων θα προκαλούσε σύγκρυο σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες. Τίτλος του: «Why I put my wife’s career first» («Γιατί βάζω πρώτη την καριέρα της γυναίκας μου»).
Ο 58χρονος κύριος «Σλότερ» (στην πραγματικότητα «Αντριου Μοράβτσικ»), καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, ανοίγει διάπλατα την πόρτα σε έναν γενναίο νέο κόσμο. Οπου την ώρα που η μαμά ρουφάει σαμπάνια σε δεξίωση, την οποία παραχωρεί το ζεύγος Ομπάμα στο Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, ο μπαμπάς είναι στο σπίτι. Οχι απλώς για να μοιραστεί τις γονεϊκές δουλειές ή για να «βοηθήσει». Αλλά για να αναλάβει τα χρέη, όπως ευθαρσώς το λέει ο Μοράβτσικ, του lead parent (σε ελεύθερη απόδοση του «επικεφαλής γονιού»). Εκείνου δηλαδή που ξυπνάει για να ετοιμάσει τα σάντουιτς για το σχολείο, που φωνάζει το βράδυ ότι είναι ώρα για ύπνο, που τρέχει τα απογεύματα στο ωδείο και στην ενόργανη, που έχει πιάσει μπροστά μπροστά θέση στον αγώνα του ποδοσφαίρου, που αγοράζει τα δώρα για τα σαββατιάτικα πάρτι, που είναι πάντα έτοιμος να εγκαταλείψει τις συσκέψεις και τα deadlines σε περίπτωση κατεπείγουσας επέμβασης. Ο Μοράβτσικ σπεύδει να εξηγήσει ότι παρότι και η σύζυγός του είναι παρούσα στη ζωή των παιδιών (έχοντας αναλάβει συγκεκριμένες ευθύνες, π.χ. τις επαφές με τους δασκάλους τους), εκείνος αναγκάστηκε κάποια στιγμή να αναλάβει τη μερίδα του λέοντος. Γιατί οι οικογένειες με δύο υψηλών ταχυτήτων καριέρες δεν μπορεί να είναι για πολύ καιρό βιώσιμες. Απλώς «δεν μπορείς να τα έχεις όλα!» που θα έλεγε και η Αν Μαρί.
Σύμφωνα με τον Μοράβτσικ, η ισορροπία της σύγχρονης οικογένειας εξαρτάται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό από τη διαθεσιμότητα και την προθυμία του πατέρα να μετάσχει –χωρίς δράματα και τραυματισμένους ανδρισμούς –στα γονεϊκά βάρη. Η ανατροπή βέβαια των κοινωνικών μοντέλων (η οποία σε χώρες βυθισμένες στην ύφεση, όπως η Ελλάδα, βιώνεται πολύ πιο βίαια) έρχεται με το συνοδευτικό τίμημα: «Την τελευταία δεκαετία, η ποσότητα και η ποιότητα της δουλειάς μου έχουν υποφέρει τα μάλα» παραδέχεται ο Μοράβτσικ στο de profundis άρθρο του. «Παρ’ όλα αυτά, παραμένω ένας παραγωγικός πολιτικός επιστήμων σε ένα τοπ πανεπιστήμιο». Είναι, βέβαια, και τα ανθεκτικά στερεότυπα που δύσκολα καταρρίπτονται (διότι κανείς δεν θέλει να καταντήσει ένας κύριος Θάτσερ). Ο Μοράβτσικ δεν φοβάται να εκτεθεί ακόμη και εκεί που «πονάει» περισσότερο: «Τίποτε δεν προκαλεί πιο εκκωφαντική σιωπή σε ένα πολύβουο δείπνο από τη δική μου τυχαία αναφορά στο ότι η γυναίκα μου βγάζει περισσότερα χρήματα από εμένα».
Τα διδάγματα του κ. Μοράβτσικ δεν αφορούν μόνο γονείς CEOs και αξιωματούχους του Λευκού Οίκου. Η ελληνική κοινωνία της κρίσης δεν αναδεικνύει μόνο τη superwoman μαμά που έχει αναλάβει πολλαπλούς ρόλους (συχνά και τον αντι-σέξι ρόλο του «κουβαλητή», όταν ο άνδρας της είναι άνεργος ή δουλεύει και δεν πληρώνεται). Εχει σε πείσμα όλων αναδείξει και τον superdad. Που παίρνει τη γυναίκα του στο γραφείο για να τη ρωτήσει τι ώρα θα γυρίσει για να της σερβίρει φαγητό, που τρέχει τα παιδιά στα φροντιστήρια και στα γήπεδα, που, όταν οι συνθήκες το απαιτούν, βάζει τη δική του καριέρα δεύτερη. Ο superdad δεν είναι πλέον ο «βοηθητικός γονιός» (η προοδευτική προέκταση του παλαιότερου «μπαμπά-τουρίστα»), αλλά ο «επικεφαλής γονιός». Και παρόλο το κόστος, το απολαμβάνει.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 04 Οκτωβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ