«Δεν θέλω να μου πάρεις την πίεση!». «Πρέπει να σου πάρω την πίεση!». Από τότε που το αγόρασε το ρημάδι, μας «μετράει» ανά δεκάλεπτο. «Καλημέρα» του λες, «σήκωσε το αριστερό μανίκι σου και χαλάρωσε» απαντάει. Στην αρχή είχε ενδιαφέρον το παιχνίδι. Ηταν ευκαιρία για ένα πρόχειρο τσεκάπ. Οταν όμως άρχισε να μας παίρνει το κρασί από το στόμα επειδή «ήσουν λίγο «ανεβασμένος» σήμερα, καλύτερα να μην πιεις», να αποφασίζει για τη διατροφή μας («κρουασάν για πρωινό; Αυτοκτονείς!») και να μας κυνηγάει με τα ωμά σκόρδα στο χέρι (που «κατεβάζουν τις τιμές»), αντιδράσαμε. «Πίεση δεν έχω, το τσεκάραμε, το ξανατσεκάραμε, φτάνει για αυτόν τον μήνα» είπα μια μέρα. Με κοίταξε σαν να με λυπόταν («άμοιρε, την ώρα του εμφράγματος θα μετανιώσεις, αλλά θα είναι αργά») και αποχώρησε ενοχλημένος.
Λίγο αργότερα, αγόρασε ένα νέο πιεσόμετρο που συγκρίνει τα αποτελέσματα των 30 τελευταίων μετρήσεων και βγάζει ιστορικό. Νέος γύρος μετρήσεων, νέες αγωνίες για τους υπερτασικούς της παρέας. «Πείτε μου, «γιατρέ» μου, έχω ελπίδα;». Τότε παρενέβη η Αννα: «Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία και εκείνο που κυρίως τη σκοτώνει είναι τα γλυκά!». Ωσπου να καταλάβω τι εννοούσε, είχε καρφώσει στο χέρι μου μια βελόνα. «Τρελάθηκες; Πονάει! Αιμορραγώ!». «Μια σταγόνα αίμα είναι αρκετή» με κοίταξε με ύφος πεινασμένης βαμπιρέλας. Πίεσε το δάχτυλό μου σε ένα μαύρο χαρτάκι, έβαλε το χαρτάκι στο μαραφέτι που έβγαλε από την τσάντα της και μου ανακοίνωσε: «Θα ζήσεις. Είσαι μέσα στα φυσιολογικά όρια». Ακριβώς! Δεν μας έφτανε το πιεσόμετρο, αποκτήσαμε και μετρητή σακχάρου. Ο έλεγχος γινόταν όλο και πιο ασφυκτικός. Ο,τι και αν έτρωγες, ό,τι και αν έπινες, το έκανες με τον φόβο της επικείμενης μέτρησης. Οταν μου έδειξαν και το οξύμετρο δαχτύλου, που μετράει το οξυγόνο στο αίμα και «όλοι πρέπει να έχουμε ένα τέτοιο», τρόμαξα. Η «γκατζετομανία» των φίλων μου είχε πάρει επικίνδυνες διαστάσεις. «Αυτές τις μετρήσεις πρέπει να τις κάνουν οι γιατροί για να είναι ασφαλή τα αποτελέσματα» τους θύμισα, αρνούμενος την τρίτη εξέταση της εβδομάδας για πίεση, ζάχαρο, οξυγόνο.
Δεν έχω όμως να αντιμετωπίσω μόνο τις δικές τους, έχω και τις δικές μου εμμονές –εξαρτήσεις από διάφορες χρήσιμες-άχρηστες μικροσυσκευές και εφαρμογές που έφεραν η τεχνολογία και η διαφήμιση στη ζωή μου. Τον «Μετρητή βημάτων» του κινητού τηλεφώνου μου, που καθορίζει τις διαδρομές μου, τον «παλμογράφο», που χτυπάει όποτε οι παλμοί μου ξεπερνούν τους 110 και με αγχώνει, τη ζυγαριά με μνήμη, στην οποία ανεβαίνω κάθε πρωί για να ξεκινήσω την ημέρα μου καταεκνευρισμένος για τα επιπλέον γραμμάρια που δείχνει και που πρέπει οπωσδήποτε να έχω χάσει έως το βράδυ! Υπερβολές.
Ευτυχισμένα τα χρόνια τα παλιά, που δεν είχαμε ζυγαριά στο σπίτι ώστε να υπολογίζουμε το βάρος μας ανά λεπτό, παρά ζυγιζόμασταν όταν περνούσαμε από κάποιο φαρμακείο. Τα παίρναμε τα κιλά χωρίς τύψεις. Ενώ τώρα… Επιρρεπής κι εγώ στα γκατζετάκια που μετράνε τα πάντα, από το ύψος (αν και νομίζω πως στην ηλικία μου δεν έχει περιθώρια βελτίωσης), έως την ψυχολογική διάθεση, αποφάσισα τελικά να βάλω όρους και όρια. Να προσπαθήσω να τα χρησιμοποιώ με μέτρο. Χρήσιμα (ορισμένα από αυτά), δεν λέω, όμως η κατάχρησή τους μπορεί να τα κάνει επικίνδυνα, όχι; Παρεμπιπτόντως, οι έχοντες «έξυπνα τηλέφωνα» δοκιμάστε την εφαρμογή που καταγράφει τον ύπνο σας και αποκαλύπτει αν και πόσο ροχαλίζετε. Θα δείτε με άλλο μάτι και με μεγαλύτερη συμπάθεια εκείνες ή εκείνους που κοιμήθηκαν δίπλα σας και που το πρωί σάς κοιτούσαν με μίσος κατηγορώντας σας πως δεν τους αφήσατε να κλείσουν μάτι. Τελικά μπορεί και να μην ήταν τόσο υπερβολικοί όσο νομίζατε.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ