1. Στις εκλογές της Κυριακής, η σύνολη δύναμη της ριζοσπαστικής Αριστεράς διαμορφώθηκε στο 44,72%, επίδοση που αποτελεί ρεκόρ στη Δύση. Συμμετρικά, ο ενδιάμεσος χώρος (ΠαΣοΚ και Ποτάμι), αθροίζοντας μόλις 10,37%, κατέγραψε τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στη Δ. Ευρώπη.
2. Με κριτήριο τη στάση απέναντι στην ΕΕ διαμορφώθηκαν τρεις βασικοί αστερισμοί δυνάμεων: α) ο mainstream ευρωπαϊκός κορμός (ΝΔ + ΠαΣοΚ + Ποτάμι + Ενωση Κεντρώων) με περίπου 42% της ψήφου. Ο κορμός αυτός είχε λάβει περίπου 43% τον Ιανουάριο του 2015· β) ο κριτικός ευρωπαϊκός κορμός (κυρίως: ΣΥΡΙΖΑ + ΑΝΕΛ) με περίπου 39% της ψήφου έναντι 41,5% τον Ιανουάριο (του ποσοστού της ΔΗΜΑΡ συμπεριλαμβανομένου)· γ) ο αριστερός αντιευρωπαϊκός κορμός (κυρίως: ΚΚΕ + ΛΑΕ + ΑΝΤΑΡΣΥΑ) με περίπου 9% έναντι περίπου 6% τον Ιανουάριο. Η βασική ισορροπία μεταξύ των ανωτέρω αστερισμών δυνάμεων δεν διαταράχτηκε και η κυριαρχία του ευρωπαϊσμού (είτε mainstream είτε έντονα ευρωκριτικού) παραμένει αδιαμφισβήτητη. Είναι, ωστόσο, αξιοσημείωτη η ενίσχυση των αριστερών αντι-ευρώ δυνάμεων, παρότι η θεσμική απεικόνισή της είναι πολύ ασθενική, λόγω της αποτυχίας της νεοσύστατης ΛΑΕ να εισέλθει στη Βουλή.
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την εντυπωσιακή του νίκη επιβεβαίωσε τον από τον Ιανουάριο συντελεσθέντα μετασχηματισμό του σε αριστερό λαϊκό πολυσυλλεκτικό κόμμα. Η διείσδυσή του στις ποικίλες ηλικιακές ομάδες είναι σχετικά ομοιόμορφη, φαίνεται δε να ενισχύθηκε περαιτέρω μεταξύ των νέων (ηλικία 18-24: 41% έναντι 35% τον Ιανουάριο). Κοινωνιολογικά, παραμένει με διαφορά, όπως και τον Ιανουάριο, το πρώτο κόμμα μεταξύ των ανέργων (43,3% έναντι 43,5%), και καταγράφει, αν και με απώλειες, τα υψηλότερα ποσοστά στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα (37,4% έναντι 39,5% τον Ιανουάριο), του δημόσιου τομέα (37,1% έναντι 38,1%) αλλά και στον γυναικείο πληθυσμό. Η ενίσχυσή του στους αγρότες (33,7% έναντι 28,8% τον Ιανουάριο) είναι ενδεικτική της γεωγραφικής διάχυσης της επιρροής του. Η ισχυρή υποχώρησή του μεταξύ των ελεύθερων επαγγελματιών και μικροεπιχειρηματιών (28,7% έναντι 33,5% τον Ιανουάριο) φαίνεται να συνδέεται λιγότερο με κάποιου είδους ταξική περιχαράκωση και περισσότερο με την οικονομική ανασφάλεια και τις κακές οικονομικές επιδόσεις της επτάμηνης διακυβέρνησης (Metron Analysis, κοινό Exit poll). Ως προς την ταξική γεωγραφία της ψήφου, η εξαιρετική σταθερότητα που επέδειξε στη λαϊκή Β’ Πειραιώς, η πολύ μικρή απώλεια δυνάμεων στα λαϊκά-μικροαστικά προάστια της Β’ Αθήνας (μόλις -0,9%: από 41,95% τον Ιανουάριο σε 41,05 τον Σεπτέμβριο), η ελαφρώς μεγαλύτερη στα ενδιάμεσα (-1,55: από 38,42% σε 36,87%) και η σαφώς ισχυρότερη στα μεσοαστικά – αστικά (-2,44: από 23,5% τον Ιανουάριο σε 21,06% την Κυριακή) δίνουν μια εναργή εικόνα του τι πράγματι συνέβη την 20ή Σεπτεμβρίου. Συνολικά, οι διαφοροποιήσεις είναι μικρές και, στο μέτρο που υπάρχουν, πιστοποιούν ότι το εκλογικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο «εθνικοποιημένο», ελαφρώς πιο ταξικό αλλά και με μικρότερο δημογραφικό και γεωγραφικό δυναμισμό από το αντίστοιχο του Ιανουαρίου.
4. Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου απετέλεσαν ένα σκαλοπάτι, ένα επιπλέον, στη μακρά πορεία ανασύνθεσης του κεντροαριστερού χώρου. Η σημαντική ήττα του Ποταμιού (-1,96 μονάδες ή περίπου -30% της επιρροής του Ιανουαρίου) και η αντίστοιχη ενδυνάμωση των ΠαΣοΚ-ΔΗΜΑΡ (+1,6 μονάδες) καθιστούν το ΠαΣοΚ πρωταγωνιστή στο εσωτερικό του τόσο ταλαιπωρημένου κεντροαριστερού πεδίου. Η μεσαίου μεγέθους ανάκαμψη του κόμματος, κυρίως σε παλαιά προπύργιά του, δημιουργεί την αίσθηση έναρξης μιας «μεγάλης επιστροφής». Ωστόσο, αυτό δεν είναι σωστό. Η στροφή 180 μοιρών του ΣΥΡΙΖΑ, η μη κάθοδος του ΚΙΔΗΣΟ, όπως και η μετριοπαθής και ενωτική –αλλά όχι ιδιαίτερα λαμπερή –ηγεσία της Φώφης Γεννηματά βοήθησαν τη συσπείρωση του κόμματος σε περιοχές με σχετικά ισχυρούς τοπικούς μηχανισμούς. Εν τούτοις, τα πολύ χαμηλά ποσοστά σε Αττική και Θεσσαλονίκη, το πολύ κακό αποτέλεσμα της Β’ Πειραιώς (μόλις 4,02%, άνοδος +0,89 σε σύγκριση με τον Ιανουάριο) παραπέμπουν σε γεωγραφική και δημογραφική δομή «κόμματος επαρχίας» –κάτι που ελάχιστα συνάδει με τα χαρακτηριστικά ενός υπό ανασύνταξη σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Το αντίστροφο ισχύει για το Ποτάμι που μετατρέπεται πλέον σε ένα «κόμμα πόλεων», χωρίς ωστόσο εκλογική και οργανωτική αγκύρωση στα λαϊκά στρώματα του αστικού ιστού ή στην περιφέρεια. Στην πραγματικότητα, το Ποτάμι πληρώνει την απουσία στρατηγικής μακράς πνοής. Το επιτελείο του δεν αντελήφθη έγκαιρα ότι η βιωσιμότητα του κόμματος δεν μπορεί μακροπρόθεσμα να εξασφαλιστεί με την επίκληση του «νέου». Η αυτοτοποθέτησή του στον σχετικά πλειοψηφικό, ακόμη και στην εποχή ΣΥΡΙΖΑ, κεντροαριστερό χώρο θα εμπεριείχε κόστος σε φρεσκάδα αλλά κρίσιμο όφελος σε βιωσιμότητα.
Ερμηνεία της νίκης
Η ιστορία των εκλογών διδάσκει ότι είναι δύσκολο σε ένα κόμμα που έχει υποστεί ένα ισχυρό ηθικό και προγραμματικό τραύμα (όπως ο ΣΥΡΙΖΑ με την ψήφιση του Μνημονίου αλλά και τη διάσπαση) και, επιπλέον, επιβαρύνεται από ιδιαίτερα δυσμενείς αξιολογήσεις (της τάξης του 65% – 70%) της κυβερνητικής του επίδοσης να κερδίσει εκλογές. Η ταυτόχρονη αμφισβήτηση της ιδεολογικής συνέπειας και της διαχειριστικής επάρκειας οδηγεί –σε κανονικές συνθήκες –σε ήττα. ‘Η σε μικρή νίκη. Πάντως, όχι σε θρίαμβο.
Μόνον που στην Ελλάδα οι συνθήκες δεν υπήρξαν «κανονικές». Η δυναμική της εκλογικής απορρύθμισης του Μαΐου 2012 εγκαινίασε μια σειρά μη κανονικών εκλογικών αναμετρήσεων τις οποίες το κόμμα-ηγέτης της διαδικασίας απορρύθμισης/επαναρρύθμισης κέρδισε, ή σχεδόν κέρδισε, με ευκολία, όπως συχνά γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις: Ιούνιος 2012, ευρωεκλογές 2014, Ιανουάριος και Ιούλιος 2015 ήταν οι σταθμοί ενός κύματος μεγάλης εκλογικής αλλαγής που επιβεβαιώθηκε με την ψήφο του Σεπτεμβρίου.
Συνεπώς, το γεγονός ότι το εκλογικό σώμα έχει ανοιχτεί σε άλλες θάλασσες (καλές ή κακές δεν έχει καμία σημασία στην εκλογική ανάλυση) –αυτό εξηγεί φαινόμενα που δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε, όπως το μέγεθος της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ ή το κύμα του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Η αλλαγή ορίζοντα του εκλογικού σώματος είναι ο τελικός προσδιοριστικός παράγοντας της εκλογικής έκβασης. Ετσι, ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφεραν να φέρουν τα πάνω κάτω, παρά τη δυσμενή απόληξη της διαπραγμάτευσης, τον προφανή ερασιτεχνισμό, τις πολλές αντιφάσεις του πολιτικού τους λόγου και τη μικρή παραγωγή κυβερνητικού έργου. Ειδικότερα, το πρόσωπο του Αλ. Τσίπρα είναι το μόνο που εξακολουθεί να εκπροσωπεί μια –έστω τσαλακωμένη –συλλογική προσδοκία. Ουδείς άλλος έλληνας ηγέτης κατέχει αυτό το προνόμιο την παρούσα στιγμή.
Η δυναμική της αλλαγής δεν παράγει αποτελέσματα αιωνίως. Η σταθεροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ ως μεγάλου κεντρικού (όχι κεντρώου) κόμματος στα Αριστερά περνάει από τη συγκρότηση ενός ισχυρού μεταρρυθμιστικού προφίλ και από την υλοποίηση αποτελεσματικών πολιτικών. Η ψήφος ανοχής, ανάμεικτη με ελπίδα, που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συνιστά ούτε ψήφο πίστης ούτε εμπιστοσύνης. Ο Αλ. Τσίπρας, δημιουργώντας ένα κυβερνητικό σχήμα μάλλον κατώτερο της ιστορικής περίστασης, ίσως δεν έλαβε επαρκώς υπόψη το σύνθετο μήνυμα της κάλπης και τις ασφυκτικές –για ένα κόμμα της Αριστεράς –συνθήκες του τρίτου Μνημονίου.
Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ