Ενας παλιός πολιτικός όταν του ζητούσαν εκτίμηση για τον νικητή των εκλογών συνήθιζε να επικαλείται τον Κωνσταντίνο Καραμανλή:
«Θες να μάθεις ποια είναι η δυναμική των κομμάτων; Θα σου πω όταν προκηρυχθούν οι εκλογές και τεθεί το κεντρικό δίλημμα.
Θες να μάθεις ποιος θα βγει; Θα σου πω την τελευταία Παρασκευή το βράδυ».
Αυτός ο άτυπος κανόνας και η φωτογραφία με τις εκτιμήσεις της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ που διέρρευσε πρόσφατα συνηγορούν στο εξής: δεν υπάρχει κανείς που να γνωρίζει με ακρίβεια τα τελικά αποτελέσματα και να τα αποσιωπά.
Οι τάσεις και οι εκτιμήσεις


Οι προεκλογικές έρευνες της Κάπα Research που παρουσιάστηκαν στους αναγνώστες του «Βήματος» και του ιστότοπου tovima.gr κατέγραψαν με σαφήνεια τις τάσεις, πολύ κοντά στην πραγματική κίνηση του εκλογικού σώματος. Κανένα απολύτως κόμμα δεν αδικήθηκε.
Με την προκήρυξη των εκλογών η καταγραφή των δύο μεγάλων κομμάτων (Πίνακας 1) καταδείκνυε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκινούσε από θέση ισχύος (+3,1%). Η σύγκλιση στο μεσοδιάστημα ήταν πέρα για πέρα υπαρκτή, απηχώντας το μούδιασμα/αποσυσπείρωση της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ μετά τη θορυβώδη διάσπαση, την εικόνα παραίτησης του Αλ. Τσίπρα από το Μαξίμου και τη θετική έκπληξη δημοφιλίας του Ευ. Μεϊμαράκη στην έναρξη της προεκλογικής περιόδου. Κατά την τελευταία εβδομάδα και ύστερα από τη λογική συσπείρωση των οπαδών της, η Νέα Δημοκρατία παρουσίασε σημάδια κόπωσης και μικρής πτώσης. Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ άντεξε στις πιέσεις, συσπείρωσε δυνάμεις, ξέφυγε από τη Νέα Δημοκρατία την Παρασκευή και παρά τις καθαρές απώλειες σε ψήφους (-320.000) η αποχή απογείωσε το ποσοστό του στο 35,5%. Αντίθετα με άλλους οργανισμούς ερευνών που εμφάνιζαν τη διαφορά να μειώνεται τις τελευταίες ημέρες, η Κάπα Research έδειξε την τάση διεύρυνσης της διαφοράς.
Στην ομάδα των «μεσαίων» κομμάτων (Πίνακας 2) και τη μάχη για την τρίτη θέση η καταγραφή ήταν ακριβέστερη, ενώ διαφάνηκε ευκρινώς και η τελική κατάταξη. Η Χρυσή Αυγή κινήθηκε μεταξύ του 6,5 και 7 με σαφή ένδειξη ότι παραμένει τρίτο σε δύναμη κόμμα, το ΚΚΕ κινήθηκε γύρω από το 5,5 και την πέμπτη θέση, ενώ καταγράφηκε επίσης η τάση αποδυνάμωσης του Ποταμιού και η υποχώρησή του στην έκτη θέση. Το ΠαΣοΚ που αποτέλεσε την έκπληξη στην ομάδα αυτή, μετά τη συμπαράταξη με τη ΔΗΜΑΡ και την απόφαση αποχής του ΚΙΔΗΣΟ, ενισχύθηκε απότομα φτάνοντας και ξεπερνώντας τον πήχη του 6%, χωρίς ποτέ όμως να πετύχει τον στόχο της τρίτης θέσης, καταγραφόμενο ως τέταρτο κόμμα μέχρι το τέλος.
Στα μικρά κόμματα (Πίνακας 3) διαπιστώθηκε εγκαίρως η παρουσία των ΑΝΕΛ στην επόμενη Βουλή, η σχετικά σίγουρη είσοδος της Ενωσης Κεντρώων, ενώ, μετά την αρχική δυναμική καταγραφή της, με σαφήνεια αποδόθηκε η συνεχής τάση αποδυνάμωσης της ΛΑΕ ξεκινώντας από το 4,8% και καταλήγοντας στο 3,1% την τελευταία Παρασκευή και το 2,9% την ημέρα της κάλπης.
Στη συνολικότερη συζήτηση περί δημοσκοπήσεων και του ρόλου τους, μελέτες έχουν δείξει ότι παρά τον όγκο δημοσιογραφικής ύλης που καταλαμβάνουν, μόνο το 8% του εκλογικού σώματος τις λαμβάνει υπ’ όψιν του κατά τη διαδικασία τελικής επιλογής και μόνο ένα ποσοστό μικρότερο της μονάδας παραδέχεται ότι τις συνυπολογίζει στο παραβάν. Από την άλλη, το επιχείρημα αυτό καθαυτό ότι οι έρευνες επηρεάζουν/χειραγωγούν την τελική ψήφο οδηγεί σε αντιφάσεις. Οι υποστηρικτές του θεωρούν ότι αν όλες οι εταιρείες έδειχναν την Παρασκευή 7 μονάδες μπροστά τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε οι ψηφοφόροι θα γνώριζαν την «αλήθεια» και θα συμπεριφέρονταν διαφορετικά απ’ ό,τι έκαναν στην πραγματικότητα. Αν το δεχθούμε αυτό, η τελική διαφορά θα ήταν και πάλι διαφορετική από τις δημοσκοπήσεις (είτε μικρότερη είτε μεγαλύτερη των 7 μονάδων) και οι δημοσκοπήσεις θα κατηγορούνταν και πάλι ότι έπεσαν έξω.
Στην πράξη οι ψηφοφόροι δεν επηρεάστηκαν ούτε από τις μετρήσεις που έδειχναν μπροστά τη Νέα Δημοκρατία, ούτε από τις μετρήσεις της Κάπα Research που έδειχναν μπροστά τον ΣΥΡΙΖΑ με 3 μονάδες. Το επιχείρημα αυτό είναι φαιδρό, αφελές, θεωρεί την εκλογική συμπεριφορά «μπετοναρισμένη» και απολύτως χειραγωγήσιμη και αντιμετωπίζει τους πολίτες ως τζογαδόρους, τα εκλογικά τμήματα ως πρακτορεία του ΟΠΑΠ και τις εκλογές ως ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ.
Καμία πρόθεση ψήφου δεν είναι πρόβλεψη μελλοντικού αποτελέσματος. Αλλο πρόθεση, άλλο πρόβλεψη. Κάθε δημοσκόπηση την ημέρα που δημοσιεύεται είναι σαν χθεσινή εφημερίδα. Η εσφαλμένη ερμηνεία της πρόθεσης ψήφου ως πρόβλεψης συνιστά αναλυτική ανεπάρκεια αυτού που την πράττει και αυτό συμβαίνει κατά κόρον. Ετσι ένα επιστημονικό εργαλείο καθορισμένων δυνατοτήτων μετατρέπεται σε φλιτζάνι του καφέ και ο δημόσιος διάλογος σε συζήτηση καφενείου.
Το μέσο και η χρήση του


Το σημαντικότερο πρόβλημα εστιάζεται στον τρόπο με τον οποίο ορισμένα κόμματα και μέσα ενημέρωσης αξιοποιούν τον υπερβολικό αριθμό μετρήσεων (και οργανισμών παραγωγής τους) για να υποκαταστήσουν την πραγματική πολιτική σύγκρουση –που απαιτεί θέσεις, επεξεργασία, δουλειά και σοβαρότητα –με την καλλιέργεια ψυχολογίας νίκης ή ντέρμπι, τύπου «ποιος χάνει; – ποιος κερδίζει; – πόνταρε!». (Το φαινόμενο παρουσιάστηκε έντονα τις κρίσιμες πέντε ημέρες του δημοψηφίσματος. Ο αιφνιδιασμός, το κλείσιμο των τραπεζών, τα capital controls και η εναλλαγή του διακυβεύματος οδηγούσε καθημερινά σε ανατροπή των τάσεων. Τότε η Κάπα Research, σεβόμενη τους αναγνώστες του «Βήματος», είχε θεωρήσει σκόπιμο να μη δημοσιεύσει μετρήσεις.)
Σε μία χώρα όπου όλα καταρρέουν και κατασυκοφαντούνται (οικονομία – θεσμοί – media – πολιτικοί) είναι λογικό να δέχονται πυρά και οι δημοσκοπήσεις. Η ισοπέδωση, όμως, δεν απομονώνει το κακό και δεν διορθώνει τίποτα.
Αντίθετα, η αυτογνωσία στην οποία συμβάλλει η κοινωνική έρευνα είναι παράγων προόδου.
Ο κ. Αλέξης Ρουτζούνης είναι υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών της Κάπα Research.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ