Οι δημοσκόποι, οι Πυθίες, τα πολιτικά πρόσωπα, όλοι αναλύουν τα αμφίσημα δεδομένα της εποχής. Το μόνο ξεκάθαρο είναι η ενδυνάμωση του ναζιστικού μορφώματος που βρήκε θέση σε έδρανα του Κοινοβουλίου και σε κελιά στην ψειρού. Εκεί, λοιπόν, που υπάρχει μια δυσκολία να εξηγηθούν οι μετακινήσεις των ψηφοφόρων από κόμμα σε κόμμα, το παρελθόν δίνει τα εργαλεία της ανάλυσης για τους ακραίους της Δεξιάς. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται, με την ανεργία, τη φτώχεια και το αδιέξοδο να είναι κύρια συστατικά της κρίσης.
Τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου έκαναν τα πάντα ώστε να μη χαθεί η ευκαιρία για την άνοδο των νεοναζιστών. Να αρχίσουμε με την κορυφαία δήλωση της υπουργού Μεταναστατευτικής Πολιτικής Τασίας Χριστοδουλοπούλου, μιας υπουργού με πολλές ιδιαιτερότητες. Είχε πει ότι δεν θα απαντά σε ερωτήσεις των βουλευτών της Χρυσής Αυγής. Η σιωπή της υποτίθεται ότι θα τους απαξίωνε, θα τους έθετε στο περιθώριο. Λάθος στρατηγική. Η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να απαντά με σοβαρότητα σε όλα τα κόμματα. Οφείλει να κατατροπώνει με επιχειρήματα τη ρητορική του μίσους. Οφείλει να απαντά, επειδή ο λαϊκισμός της Ακροδεξιάς έχει ακροατήριο το οποίο διευρύνεται την τελευταία τριετία.
Υπήρχε η εντύπωση ότι η αποσιώπηση των θέσεων της Χρυσής Αυγής θα την εξαφάνιζε. Λάθος χειρισμός. Να θυμηθούμε ότι οι δημοσιογράφοι που κατέγραφαν το φαινόμενο κινδύνευαν να θεωρηθούν φερέφωνα του Κασιδιάρη. Οι πολιτικοί που έδιναν σημασία στους ακροδεξιούς βουλευτές αμέσως χαρακτηρίζονταν. Δεν υπήρξε, λοιπόν, αντιπαράθεση με επιχειρήματα, παρά μόνο μια αφ’ υψηλού αντιμετώπιση του τύπου «τι να πούμε με αυτούς τους αμόρφωτους».
Πέραν της αναποτελεσματικής περιφρόνησης, το πολιτικό σύστημα επέλεξε τη φίμωση α λα καρτ. Οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής προφυλακίστηκαν και κατόπιν ειδικής άδειας μπορούσαν να πηγαίνουν στη Βουλή, για τα μεγάλα γεγονότα, όπως η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα εκπροσώπησης των ψηφοφόρων. Είτε μας αρέσει είτε όχι, ένα ποσοστό πολιτών διάλεξε τη Χρυσή Αυγή, η οποία παραμένει ένα νόμιμο κόμμα. Ενα ποσοστό πολιτών έβαλε σταυρό προτίμησης σε συγκεκριμένους υποψήφιους, οι οποίοι διατηρούν ως υπόδικοι τα πολιτικά τους δικαιώματα.
Δεν θα κρίνουμε τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, εν τούτοις μπορούμε να θέσουμε ερωτήματα για τη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού. Ο εγκλεισμός βουλευτών δημιουργεί τω όντι πρόβλημα εκπροσώπησης. Ας μην αρχίσουμε τα «μα είναι δολοφόνοι, μα είναι εκβιαστές της νύχτας, μα πρόκειται για εγκληματική οργάνωση». Να κρατήσουμε δύο δεδομένα: έχουν ψηφιστεί αλλά δεν έχουν καταδικαστεί. Τούτο, πέρα από το θεσμικό ζήτημα, έχει αντίκτυπο στον ψηφοφόρο. Είναι ήδη θυμωμένος με το σύστημα, θυμώνει ακόμη περισσότερο όταν ο εκπρόσωπός του δεν μπορεί να πηγαίνει στη Βουλή κάθε μέρα.
Κοντά σε όλα αυτά προστίθενται αριθμοί στην ατζέντα της Χρυσής Αυγής. Αριθμοί που αφορούν τη μετανάστευση και την προσφυγιά. Οι καραβιές των ανθρώπων που εγκαταλείπονται χωρίς μέριμνα στο λιμάνι του Πειραιά, τα πλήθη που ζουν στους δρόμους των νησιών, οι οικογένειες που συνωστίζονται στα σύνορα, λειτουργούν ως προεκλογικό δωράκι στο κόμμα που διεκδικεί τη δεύτερη θέση στις επερχόμενες εκλογές. Α, μάλιστα, δεν μας αρέσει τώρα που η Χρυσή Αυγή δείχνει να αυξάνει το ποσοστό της και κάτι τέτοια άρθρα μπορούν να χαρακτηριστούν «διαφημιστικά». Δηλαδή, αν σταματήσουμε να γράφουμε, θα μειωθεί η δύναμή της.
Τι μπορούμε να περιμένουμε τώρα που οι ενδείξεις για άνοδο της Χρυσής Αυγής πληθαίνουν; Μπορούμε να περιμένουμε σπασμωδικές κινήσεις. Τα αντιμνημονιακά κόμματα είναι μεθυσμένα από το «Oχι», η παραδοσιακή Δεξιά δεν ξέρει πού πατάει, οι άνθρωποι της αγοράς θέλουν να τα έχουν καλά με όσους είναι δυνατοί.
Οι υποψήφιοι της Χρυσής Αυγής θα εμφανιστούν ως τα θύματα μιας διαπλοκής, ως τα θύματα του συστήματος που κατέστρεψε τη χώρα. Ετσι κερδίζουν πόντους.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ