Θυμόμαστε όλοι εκείνη την παροιμιώδη, για τον πυροτεχνικό χαρακτήρα της, φράση του αναπληρωτή υπουργού Πολιτισμού ότι το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης θα αποκτήσει τον διευθυντή που του αξίζει μέσα από διεθνή διαγωνισμό. Την είχε πει στην εκδήλωση του «στιγμιαίου» ανοίγματος του Μουσείου, το Σάββατο 16 Μαΐου, και όλοι κατάλαβαν ότι στόχος του αναπληρωτή υπουργού ήταν η ίδια η διευθύντρια του Μουσείου κυρία Κατερίνα Κοσκινά παρά η ουσία. Το πυροτέχνημα έσβησε και έκτοτε καμία συζήτηση για διεθνείς διαγωνισμούς. Το θέμα δεν αλλάζει ούτε και μετά το δελτίο Τύπου με τον απολογισμό του υπουργείου που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη, όπου μέσα στους νομοθετικούς σχεδιασμούς περιλαμβάνεται και η τροποποίηση του σχετικού νόμου για την επιλογή διευθυντή μετά από δημόσια διεθνή πρόσκληση. Ετσι κι αλλιώς το υπουργείο ανακοίνωσε ως απολογισμό κυρίως τη ρουτίνα του και τους σχεδιασμούς του.
Τα σχέδια όπως και οι σκέψεις δεν στοιχειοθετούν απολογισμούς.Στη γειτονική Ιταλία επελέγησαν μέσα από ανοικτές, διεθνείς διαδικασίες ούτε ένας ούτε δύο αλλά είκοσι (20) διευθυντές μεγάλων μουσείων. Ανάμεσά τους τρεις Γερμανοί, δύο Αυστριακοί, ένας Βρετανός και ένας Γάλλος. Ο νέος διευθυντής της Πινακοθήκης Uffizi της Φλωρεντίας, ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία της Ιταλίας με 2 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως, είναι Γερμανός. Στην κριτική που ασκήθηκε ότι προτιμήθηκαν «ξένοι», ο υπουργός Πολιτισμού Ντάριο Φραντσεσκίνι απάντησε ότι «δεν επιλέξαμε ξένους, αλλά είκοσι ευρωπαίους διευθυντές». Ωραίο μάθημα για την εσωστρεφή χώρα μας που υποτίθεται ότι «μεγαλουργεί τα τελευταία διακόσια χρόνια με τη δραχμή».
Η διαδικασία επιλογής ήταν η αυτονόητη και η διεθνώς αναγνωρισμένη. Μια επιστημονική επιτροπή επέλεξε τους διευθυντές επί τη βάσει της επαγγελματικής διαδρομής τους, χωρίς να κοιτάξει διαβατήρια ή άλλα διαπιστευτήρια κομματικής ή γραφειοκρατικής προσήλωσης. Ιταλοί και ευρωπαίοι σχολιαστές, όπως ο ιστορικός Τέχνης Σαλβατόρε Σέτις, δήλωσαν ότι η απόφαση αυτή ταρακουνάει το «άρρωστο σώμα της πολιτιστικής κληρονομιάς που αντιπροσωπεύουν τα μουσεία». Και ότι γυρίζει μια σελίδα με στόχο τη γεφύρωση της καθυστέρησης δεκαετιών.
Στην Ιταλία ο χώρος των δημόσιων μουσείων έχει πολλά κοινά με τον ελληνικό. Χρηματοδοτική ανεπάρκεια, έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, ωράρια που επηρεάζονται από συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, αλλά και τεράστια απώλεια πόρων από το αναχρονιστικό σύστημα εισιτηρίων και τη μεγάλη καθυστέρηση στην προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ