«Σήμερα στην Ελλάδα για να κάνεις μεταρρυθμίσεις πρέπει να είσαι επαναστάτης»
Κώστας Λαλιώτης, 1982

Στην κόψη του ξυραφιού που έχει ήδη ματώσει την οικονομία ο πολιτικός διάλογος όπως καταγράφηκε στη Βουλή ήταν κατώτερος των περιστάσεων. Η κυβέρνηση σε διμέτωπο αγώνα με τον εαυτό της και με την αντιπολίτευση και σε πορεία εκλογών που τέλος δεν έχουν καταβάλλει προσπάθειες συγκρίσεων με τους προηγούμενους. Η αντιπολίτευση πάλι αμύνεται και προασπίζεται τη δική της περίοδο. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι αλλού.

Ηταν τη δεκαετία του ’90 που συνάντησα για πρώτη φορά τον ευπατρίδη πολιτικό, τότε αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Γιώργο Αναστασόπουλο. Ο οποίος με τον άλλον έλληνα αντιπρόεδρο, κορυφαίο δημοσιογράφο Γιώργο Ρωμαίο αποτελούσαν ένα δίδυμο πολιτικών αντιπάλων υποδειγματικό ως προς την αποτελεσματικότητα προβολής των εθνικών μας θεμάτων στην τότε ΕΟΚ την ώρα που στο εσωτερικό εξελισσόταν το «βρώμικο» ’89.
Μία δεκαετία μετά τη διαπίστωση Λαλιώτη ο κ. Αναστασόπουλος με ρώτησε ποιες θεωρώ απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο, που από τότε έδειχνε το μέλλον και τα δόντια του. Απάντησα αυθόρμητα ότι το Δημόσιό μας δεν είναι διαχειρίσιμο. Δεν δέχεται μεταρρυθμίσεις και αντιδρά σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού, συντονισμένο με πολιτικούς, συνδικάτα και κοινή γνώμη. Η μόνη λύση ήταν, κατά τη γνώμη μου, να ανατεθούν δραστηριότητες του Δημοσίου σε φορείς εκτός του στενού δημόσιου τομέα (outsourcing). Ιδίως σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις και συνεπώς την ανάπτυξη. Η γραφειοκρατία της εποχής –που ωχριά σε σχέση με τη σημερινή –ήταν εμπόδιο κάθε επένδυσης και ως εκ τούτου φυτώριο διαφθοράς και φρένο.
Ζήσαμε τις απέλπιδες προσπάθειες κυβερνήσεων για αλλαγές, μεταρρυθμίσεις, επανιδρύσεις και άλλες λέξεις που έμειναν στην ιστορία ως ανέκδοτα. Ακόμη και κάποιες θετικές ενέργειες όπως τα ΚΕΠ ή ο τριακονταετής πόλεμος για την επικράτηση της πληροφορικής στο Ελληνικό Δημόσιο δεν μπόρεσαν να περιορίσουν την τρύπα στο νερό που διαρκώς αυξάνεται ώσπου να στεγνώσει το νερό και να μείνει η τρύπα. Κατάσταση που επιδεινώθηκε στα χρόνια των μνημονίων.
Το προπατορικό αμάρτημα του πρώτου Μνημονίου ήταν η επιλογή του συνόλου του πολιτικού κόσμου με την ανοχή της τρόικας να φορτωθεί τα 2/3 των βαρών της λιτότητας ο ιδιωτικός τομέας.
Να εξοντωθεί το σύστημα που παράγει πλούτο με απίθανους φόρους, με εξόντωση των τραπεζών, κυρίως λόγω αγοράς αφερέγγυων εθνικών ομολόγων. Και φτάσαμε στο έσχατο σημείο με την ενσυνείδητη καταστροφική επιλογή του δημοψηφίσματος και τον έλεγχο κεφαλαίων. Και την ανάγκη της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με νέα δάνεια, απώλεια των επενδύσεών τους σε τρίτες χώρες και ενδεχομένως κλείσιμο κάποιας από τις συστημικές που απέμειναν να φυτοζωούν.
Και «κούρεμα» των καταθέσεων αν δεν προκάμουν να απλώσουν τον τραχανά ως το τέλος του χρόνου, προτού αρχίσουν να ισχύουν οι πρόνοιες της τραπεζικής ένωσης για το bail in.
Ναυτιλία, τουρισμός, εξαγωγικές και τράπεζες, αλλά και μικρομεσαίοι, ήταν κλάδοι που δημιούργησαν πλούτο και θέσεις εργασίας. Η πολιτική μας οδηγεί στη μοιραία αυτοχειρία της κοινωνίας.
Τα χρόνια που πέρασαν ο ιδιωτικός τομέας συρρικνώθηκε, ο δημόσιος βάρυνε και σαν καρκίνος εξαπλώθηκε και σε μέρος του ιδιωτικού τομέα, με αποτέλεσμα να είναι και η κύρια αιτία της πτώχευσης. Φυσικά με την αγαστή συνέργεια πολιτικών, συνδικάτων και κυρίαρχης ιδεολογίας σε Τύπο και πανεπιστήμια. Αλλά και η πραγματική αιτία της μερικής αποτυχίας των δύο μνημονίων. Μια και η πρωτοφανής ανεργία, η πρόωρη συνταξιοδότηση, η μαύρη εργασία και άλλοι παράγοντες μας έφεραν στο σημείο καμπής. Αφού 3 εκατομμύρια εργαζομένων καλούνται να συντηρήσουν τα υπόλοιπα 8 εκατομμύρια των Ελλήνων.
Στο νησί όπου όλα αυτά τα χρόνια συζητάμε το καλοκαίρι τις εξελίξεις έθεσα το ερώτημα σε δύο ανώτατα στελέχη του τραπεζικού τομέα και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Θα τα καταφέρουμε με την τρίτη δανειακή σύμβαση; ήταν η ερώτηση. Και η απάντηση και των δύο ήταν ταυτόσημη: Οχι.
Γιατί ο δημόσιος τομέας είναι πλέον σε αφασία. Η εντροπία και η ανικανότητα των πολιτικών προϊσταμένων έχουν νεκρώσει και την τελευταία ικμάδα ενέργειας του ημιθανούς ασθενούς.
Πριν από λίγες ημέρες ο Κον-Μπεντίτ σε συνέντευξή του στη «Liberation» διαχώρισε το ελληνικό πρόβλημα από τα προβλήματα των άλλων χωρών σε πρόγραμμα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα της οποίας το κράτος δεν λειτουργεί, είπε. Αυτό που χρειάζεται να γίνει είναι το χτίσιμο του κράτους (state building), είπε.
Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν δείχνει ικανή να αντιληφθεί το πρόβλημα. Και δεν έχει σχέδιο ριζικής αναμόρφωσης στην κατεύθυνση που παράγει πλούτο. Και δεν αντιλαμβάνεται τη βόμβα που ετοιμάζεται να εκραγεί κατά την κρίσιμη περίοδο των δύο πρώτων αξιολογήσεων. Συνεπώς; Συνεπώς οι επαναστάτες που χρειάζονται για να μεταρρυθμίσουν το τέρας δεν βρίσκονται στη χώρα μας. Αργούν στραμμένοι σε λάθος «επανάσταση» και σε προεκλογικούς τακτικισμούς. Υπερασπιστές μιας αποτυχημένης ιδεολογίας, με ορίζοντα τα Νότια Βαλκάνια, δεν μπορούν και δεν θέλουν.
Συνεπώς, μια και στέρεψε ο όποιος ορθός λόγος, ας προσευχηθούμε μαζί στην Παναγία τη Μυρτιδιώτισσα και την Αγία Μόνη μήπως γίνει κανένα θαύμα.
Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι πρώην διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ