Η δημοσιογράφος του BBC Σελίνα Σκοτ ετοίμασε το 1995 ένα προφίλ του Ντόναλντ Τραμπ, διεκδικητή του χρίσματος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, όπου εύγλωττα αναδείκνυε τον ανενδοίαστο εγωκεντρισμό και μισογυνισμό του. Εκτοτε, όπως αποκάλυψε η ίδια, ο Τραμπ δεν την άφησε ήσυχη και τις έστελνε προσβλητικά γράμματα για την εμφάνισή της και την ηθική της καθώς και αποκόμματα εφημερίδων με τα κατορθώματά του. Ανάλογα αγενής υπήρξε πρόσφατα και προς τη δημοσιογράφο που συντόνιζε το ντιμπέιτ όλων των υποψηφίων για το χρίσμα. Από την άλλη, ο διεκδικητής της ηγεσίας του Εργατικού Κόμματος της Αγγλίας Τζέρεμι Κόρμπιν είναι εξαιρετικά ευγενής και αρνείται να απαντήσει σε προσωπικές επιθέσεις εναντίον του. Συζητεί μόνο πολιτικές προτάσεις και αποφεύγει προσωπικά σχόλια, εκφράζοντας ένα διαφορετικό ήθος προεκλογικής εκστρατείας.
Πρόκειται για δύο διαμετρικά αντίθετες στάσεις. Ο Τραμπ με τον αυταρχισμό και την περιουσία του προσπαθεί να κατακτήσει την εξουσία, ενώ ο Κόρμπιν με την ειλικρίνεια και την αυθεντικότητα των ιδεών του επιδιώκει να κατοχυρώσει μια αριστερή ταυτότητα. Παρά την «κορμπινμάνια», ακόμη και στο ίδιο το κόμμα του αρκετοί θεωρούν ότι αν επικρατήσει ο Κόρμπιν οι Εργατικοί δεν θα δουν εξουσία για πολλά χρόνια και ότι θα γυρίσει το ρολόι δεκαετίες πίσω σε ανέφικτες ή ξεπερασμένες πολιτικές. Μια άλλη όμως προσέγγιση προτείνει ότι για τους υποστηρικτές του η εκλογή του δεν αφορά τη διεκδίκηση της εξουσίας αλλά το να αποδείξουν ότι είναι ειλικρινείς προς τους εαυτούς τους. Το διακύβευμα δεν είναι η εξουσία ως αυτοσκοπός αλλά οι ιδεολογικές αρχές ως μέρος μιας αδιαπραγμάτευτης ταυτότητας. Δεν τους ενδιαφέρει να κυβερνήσουν ή να εφαρμόσουν μια πολιτική αλλά να είναι εντάξει με τον εαυτό τους και με τα πιστεύω τους.
Για να καταλάβουμε την απήχηση του Κόρμπιν αλλά και άλλων αριστερών κινημάτων θα πρέπει να σκεφθούμε με όρους ταυτότητας και όχι μόνο ιδεολογίας και πολιτικής. Η ταυτότητα αφορά την εγγραφή της διαφοράς και όχι απλώς την έκθεση ιδεολογικών θέσεων και την υπεράσπιση πολιτικών. Αν η Αριστερά χαρακτηρίζεται από μια ιστορία διασπάσεων, αυτές είναι κατ’ ουσίαν διασπάσεις ταυτότητας και δεν οφείλονται συνήθως σε αρχηγικές φιλοδοξίες.
Τα θέματα ιδεολογίας ή πολιτικού σχεδιασμού παραπέμπουν δηλαδή σε κάτι βαθύτερο: να μην υπονομευθεί εν τέλει μια ταυτότητα βασισμένη στη γνησιότητα του ανέφικτου. Μια ταυτότητα που εκφράζει περισσότερο το αίσθημα δικαίου και λιγότερο την τεχνολογία της κυβερνησιμότητας. Τούτο εξηγεί, μεταξύ άλλων, γιατί ο ναρκισσισμός της ταυτότητας και όχι ο πραγματισμός της εξουσίας έχει απήχηση στους νέους που υποστηρίζουν τον ελάχιστα χαρισματικό 66χρονο Κόρμπιν. Σε αυτό ενδεχομένως συμβάλλουν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου υπερισχύει πλέον μια απατηλή ηθική πλειοψηφία με το λεγόμενο «virtue signalling» και την τυραννία των likes. Ως εκ τούτου, η «ταυτότητα» ως έννοια αποτυπώνει ακριβέστερα τη συναίρεση ιδεολογίας, ηθικής και συναισθήματος.
Οι εκστρατείες του Τραμπ και του Κόρμπιν συνοψίζουν το σύγχρονο πολιτικό δίλημμα: διεκδίκηση της εξουσίας με κάθε μέσο ή υπεράσπιση μιας ταυτότητας χωρίς συμβιβασμούς; Στην προκειμένη περίπτωση ο κυνισμός της εξουσίας συγκρούεται με την αυτοαναφορικότητα της ταυτότητας και η κυβερνητική φιλοδοξία με τη διαρκή αντιπολίτευση. Τυχόν συμβιβασμοί συνιστούν αμφισβήτηση ταυτότητας και γι’ αυτό για την Αριστερά είναι και δύσκολοι και επώδυνοι (το βλέπουμε άλλωστε και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ). Ως εκ τούτου το αν όντως κυβερνητική εξουσία και ταυτοτική συνέπεια μπορούν να συμπορευθούν αποτελεί ένα διαρκώς ανοιχτό ερώτημα.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ