Παρά τα όσα λέγονται για την απόφαση του πρωθυπουργού να οδηγήσει τη χώρα σε ξαφνικές εκλογές αμέσως μετά την ολοκλήρωση του νέου μνημονίου και την εκταμίευση της πρώτης δόσης, αυτή δεν είναι απλώς η πιο τίμια πολιτική απόφαση που μπορούσε ο ίδιος να λάβει, αλλά και η πιο τίμια πράξη κάθαρσης που έχει υπάρξει εδώ και πολύ καιρό από κυβέρνηση σε αυτό τον τόπο.

Ο λόγος γι αυτό είναι απόλυτα ξεκάθαρος: αυτή τη φορά, για πρώτη φορά, η προσφυγή στις κάλπες θα γίνει χωρίς παραμύθια της Χαλιμάς και οι πολίτες θα κληθούν να ψηφίσουν όχι επί ρητορείας και φαντασιώσεων, αλλά μίας τελεσίδικα διαμορφωμένης πραγματικότητας.

Γι αυτό άλλωστε είναι και η πρώτη φορά που πάμε σε εκλογές και οι δανειστές όχι απλώς δεν γκρινιάζουν, αλλά, ουσιαστικά, στηρίζουν τον Τσίπρα – όχι μόνον οι Βρυξέλλες: ακόμα και η καγκελάριος της Γερμανίας είδε τις εκλογές αυτές ως «μέρος της λύσης κι όχι ως μέρος του προβλήματος»: πρόκειται για εκλογές που ουδεμία σχέση έχουν με εκείνες που απειλήθηκαν επιπόλαια αμέσως μετά το δημοψήφισμα και θα είχαν ως άμεσο αποτέλεσμα να τινάξουν τις διεθνείς ισορροπίες της Ελλάδας στον αέρα – και όχι μόνον στην Ε.Ε.

Γιατί για πρώτη φορά από το 2010, οι πολίτες θα πάνε να ψηφίσουν χωρίς ψέματα και αυταπάτες, με όλα τα κόμματα τοποθετημένα ρητορικά εκεί που βρίσκονται και πολιτικά, χωρίς αποκλίσεις ανάμεσα στα προεκλογικά λόγια και στις μετεκλογικές πράξεις.

Στην ουσία λοιπόν, ο Τσίπρας οδηγεί σήμερα σε μία υπέρβαση του πολιτικού ψεύδους, της βασικής αιτίας παθογένειας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, από το οποίο κάθε άλλο παρά κι ο ίδιος στο παρελθόν ξέφυγε – το αντίθετο μάλιστα.

Γιατί όσο θλιβερό είναι να ζητάς ένα «όχι» από το λαό, αυτός να στο δίνει με τεράστια πλειοψηφία και εσύ να το μετατρέπεις μέσα σε ένα βράδυ «ναι» της Βουλής με εξίσου τεράστια πλειοψηφία, άλλο τόσο ελπιδοφόρο είναι να θέτεις ένα οριστικό τέρμα σε όλα αυτά μην επιτρέποντας πια σε κανέναν, ούτε καν στον εαυτό σου, να μπορεί άλλο να καταφύγει στο πολιτικό ψεύδος.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ο Τσίπρας πετυχαίνει και κάτι ακόμα: αλλάζει εντελώς τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Ουσιαστικά, ο ίδιος διεκδικεί πλέον την ηγεσία ενός μεγάλου κεντροαριστερού κόμματος, χώρο που ως τώρα ιστορικά καταλάμβανε το ΠαΣοΚ το οποίο πεθαίνει: δημιουργεί τη νέα εκδοχή της «δημοκρατικής παράταξης».

Μετά τις επικείμενες εκλογές, η Ελλάδα θα έχει και πάλι, έπειτα από πολύ καιρό μια δεξιά, ένα κέντρο και μία αριστερά – πιθανότατα και μια ισχυρή ακροδεξιά ως βασικούς πολιτικούς χώρους.

Οι δύο πρώτοι θα συμμαχήσουν στη μία κατεύθυνση, αυτή της εκπλήρωσης των όσων η απερχόμενη κυβέρνηση και η απερχόμενη Βουλή συμφώνησαν με τους δανειστές, ενώ οι δύο άλλες θα αντισταθούν, ίσως συμμαχώντας τελικά και με κάποιο τρόπο μεταξύ τους (η Κωνταντοπούλου έδειξε το δρόμο), ίσως όχι.

Και, η επόμενη κυβέρνηση θα σχηματιστεί με επίκεντρο και πρωθυπουργό εκείνον από τα δύο αυτά στρατόπεδα ο οποίος θα έρθει πρώτος σε ψήφους…

Τέλος, όσο για εκείνους που ανησυχούν για τη βλάβη των εκλογών στην οικονομία, κάνουν, ειδικά αυτή τη φορά, μεγάλο λάθος: βλάβη, αληθινή και ανεπανόρθωτη, γεννούν τα ψέματα στα οποία τόσο πολύ μέχρι σήμερα έχουν άπαντες βολευτεί.

Όχι η αλήθεια, η οποία φέρνει την κάθαρση και εγκαινιάζει στον τόπο μία νέα εποχή.