Είπαμε οι αφελείς: αφού τον Ιούλιο και τον Αύγουστο θα τους περάσουμε στην Αθήνα, ας οργανώσουμε μικρές αποδράσεις τα Σαββατοκύριακα, αντίδοτο στην κατάθλιψη που μας προκαλεί η παρακμάζουσα πόλη. Αρχίσαμε να σχεδιάζουμε εκδρομές και να αναζητούμε ξενοδοχεία αξιοπρεπή και προσιτά, όσο το δυνατόν πιο κοντά στη θάλασσα. Δεν περιμέναμε ότι θα ήταν εύκολο να βρούμε δωμάτιο της προκοπής αυτή την περίοδο, δεν φανταζόμασταν όμως ότι θα ήταν και τόσο δύσκολο. «Ή εμείς έχουμε φτωχύνει απελπιστικά ή η αισχροκέρδεια έχει πιάσει ταβάνι» σχολίασε η Αννα, η οποία είχε ξεκινήσει φιλόδοξα αναζητώντας δωμάτιο με θέα στη θάλασσα για να διαπιστώσει ότι τα χρήματα που διέθετε μετά βίας έφταναν για ισόγειο με κοινή τουαλέτα και θέα στον ακάλυπτο.
Το Σούνιο το αποκλείσαμε αμέσως, μας συνέφερε περισσότερο ένα διήμερο στη Γαλλική Ριβιέρα παρέα με την Μπριζίτ Μπαρντό. Στο Λουτράκι όσα δωμάτια δεν ήταν υπερτιμημένα ήταν θλιβερά –τα περισσότερα δε ήταν και θλιβερά και υπερτιμημένα. Προς Εύβοια μεριά μία από τα ίδια. Οπου και αν ψάξαμε, απογοήτευση. Από 50 ως 80 ευρώ η βραδιά χωρίς πρωινό (ή με εκείνο το μίζερο πρωινό του μπαγιάτικου τοστ) σε χώρους άθλιους, πρόχειρα και κακόγουστα διακοσμημένους, με κακό (ή και χωρίς) Internet, με τηλεοράσεις του προηγούμενου αιώνα, με φθαρμένα σεντόνια και πετσέτες. Ενδεικτικό της παράλογης κατάστασης ένα τετράστερο ξενοδοχείο (που μόνο τετράστερο δεν είναι, όπως φαίνεται από τις φωτογραφίες και τα σχόλια των πελατών) σε μια όχι ιδιαίτερα προνομιούχα περιοχή, το οποίο ζητούσε 350 ευρώ τη βραδιά για το δίκλινο, με ημιδιατροφή αλλά χωρίς WiFi.
Μπήκα από περιέργεια στα sites πεντάστερων ξενοδοχείων σε Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ και Μπανγκόκ, για να επιβεβαιώσω ότι τα δικά τους, τεράστια, υπερπολυτελή δωμάτια, με τις ορχιδέες, τις σάουνες και τις πισίνες, τα απίστευτα πρωινά και τους χαμογελαστούς υπαλλήλους που σου ανοιγοκλείνουν τις πόρτες στοίχιζαν τα μισά και ακόμη λιγότερο. Ξέρω, είναι η περίοδος των βροχών τώρα εκεί κάτω και οι τιμές έχουν πέσει, ενώ εδώ ζούμε το πολυδιαφημισμένο ελληνικό καλοκαίρι για το οποίο μας προτιμούν όλοι. Ομως, 350 ευρώ για ένα βράδυ;
Διαφωνώ, φυσικά, με το ξεπούλημα που προσπαθούν να επιβάλουν κάποιοι με τις πολιτικές τους, φιλοδοξώντας να κάνουν την Ελλάδα τον πιο φθηνό προορισμό του κόσμου για τους Βορειοευρωπαίους. Διαφωνώ, όμως, και με εκείνους που διαθέτουν το δωμάτιο των 40 ευρώ για 80, απαιτώντας επιπλέον από τον επισκέπτη να τους ευγνωμονεί για τη συσκευασμένη, πλαστική μαρμελάδα. Δεν μιλώ επιπόλαια, έχω επισκεφθεί πολλά τέτοια δωμάτια. «Κάν’ το όπως η «μαντάμ Μέρκελ», η οποία επιλέγει συχνά τα ανεμοδαρμένα ύψη για τις αποδράσεις της, πάρε τα βουνά» αποφάνθηκε ένας από τους φίλους μου όταν αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι το όνειρο των μικρών αυγουστιάτικων αποδράσεων είναι τελικά «ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό»: «Πες αντίο στο «περιγιάλι το κρυφό κι άσπρο σαν περιστέρι». Θα πάμε σε κάποιον ορεινό προορισμό με τα προβατάκια του και τα κατσικάκια του, με τις πηγούλες του και με τις κορφούλες του, εκεί οι (τσιμπημένες τον χειμώνα) τιμές πέφτουν κατακόρυφα το καλοκαίρι».
Ετσι είναι, όπως επιβεβαίωσα από ένα πρόχειρο ψάξιμο. Κάτι τέτοιο, όμως, σημαίνει πως όταν οι άλλοι θα κάνουν μπάνια στη θάλασσα εγώ θα κάνω τον γιδοβοσκό Πέτερ (τον πιστό φίλο της Χάιντι, για όσους διάβαζαν Γιοχάνα Σπίρι) στις απόκρημνες πλαγιές και όταν κάνουν σκι στο χιόνι εγώ θα μαθαίνω γουίντ σέρφινγκ στον Σχινιά. Δεν είναι οι διακοπές των ονείρων μου, αλλά, ένεκα κρίσης, ας γίνω και χειμερινός κολυμβητής. Αλλάζουν οι εποχές, αλλάζουν οι δυνατότητες, αλλάζουν οι συνήθειες. Απομένει να αλλάξει και το παραδοσιακό «θα αρμέξω τον τουρίστα για τρεις μήνες και έπειτα θα κάααθομαι!». Γιατί, αν δεν αλλάξει, δεν με βλέπω να κατεβαίνω από τα βουνά.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ