Οταν ο, απαίσιος κατά την όψη, υπουργός Παιδείας ανήγγειλε την κατάργηση της «αριστείας», πολλοί παρασυρθήκαμε από το βλακώδες και αναχρονιστικό ιδεολογικό οπλοστάσιο που χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα για αυτήν την τερατώδη απόφαση. Στην πραγματικότητα ο μπαλτάς του σοσιαλεθνικιστικού σκοταδισμού είχε βαθύτερες ρίζες από ό,τι φανταζόμαστε. Και όπως συνήθως, όταν συμβαίνουν ιστορικές αλλαγές, το μέγα πλήθος αλλά και πολλοί ειδικευμένοι στην περί την παιδεία συζήτηση, δεν μπόρεσαν αμέσως να κατανοήσουν την πραγματική έκταση αυτής της ισοπεδωτικής παρέμβασης.
Ολες οι προοδευτικές και μεταρρυθμιστικές αντιλήψεις θεωρούν απαραίτητη την αξιοκρατία και την κοινωνική κινητικότητα. Για να διαμορφωθεί το απαραίτητο κλίμα διευκολύνονται οι επιλογές, που στηρίζονται στις επιδόσεις και στον έλεγχο γνώσεων. Ετσι, περιθωριοποιείται η πατροπαράδοτη δυναμική, που στηρίζεται στην καταγωγή και το χρήμα. «Δίκαιες ευκαιρίες για όλους» είναι το ανθρωπιστικό σύνθημα όλων όσοι πίστεψαν ότι ο άνθρωπος μέσα από την εκπαίδευση μπορεί να βελτιωθεί.
Δεν είναι ο μοναδικός τομέας αυτός που περιγράφουμε, όπου η επαναστατική πλειοδοσία με τη μορφή της κατάργησης μεταρρυθμίσεων του παρελθόντος οδηγεί σε κοινωνικό αδιέξοδο και επιδεινώνει την κοινωνική αδικία, ενισχύοντας παράλληλα τα μικροσυμφέροντα και τις συντεχνίες.
«Ολοι ίσοι, τώρα» φωνάζουν οι υπερεπαναστάτες καταργώντας ή περιορίζοντας τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία. Κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ότι η εξίσωση, που επιδιώκουν, γίνεται προς την κατεύθυνση του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, ενώ παράλληλα ανθούν τα ιδιαίτερα μαθήματα, τα φροντιστήρια και τέλος θριαμβεύουν τα πανάκριβα ιδιωτικά σχολεία και οι σπουδές στο εξωτερικό. Στην πραγματικότητα, στο όνομα την άμεσης ισότητας και της κατάργησης της αξιοκρατίας, οι υπερεπαναστάτες προδίδουν τον λαό και διαιωνίζουν την καταδυνάστευσή του από τις μειοψηφίες, που αναπαράγονται με βάση το χρήμα.
Ενας άλλος τομέας, που πλήττει ο εξισωτισμός είναι η αντιπροσωπευτικότητα. Αφού «όλοι είμαστε ίσοι», τότε περιττεύουν τα ενδιάμεσα σώματα. Αφού «καεί το μπουρδέλο, η Βουλή» και οι τραμπούκοι της υπεραριστεράς μαζί με τους χιτλερικούς εμποδίσουν την πρόσβαση στον λαό φιλόδοξων μεν αλλά ικανών αντιπροσώπων, ο δρόμος έχει ανοίξει για να καταργηθεί ο δημόσιος διάλογος και να αντικατασταθεί από την ανταλλαγή συνθημάτων. Η επιδείνωση της πολιτικής ατμόσφαιρας και η κοινωνική ένταση καθιστούν αναπόφευκτη την ανάληψη ηγετικών ευθυνών από μια μικρή και τυχάρπαστη ομάδα επαγγελματιών επαναστατών και τέλος από τον «ένα» που αριστεύει στη δημαγωγία, στο body language και κατακτά το ενδιαφέρον των πολιτών-τηλεθεατών με απίθανους ελιγμούς και βροχή από ψέματα, για τα οποία θεωρεί περιττό να εκδηλώσει οποιαδήποτε λύπη ή μεταμέλεια.
Από τα δεκαπενταμελή στα φοιτητικά αμφιθέατρα και από τα κομματικά συνέδρια στις οχλοκρατικές εκδηλώσεις και τις καταλήψεις δημοσίων κτιρίων για την υπεράσπιση συντεχνιακών συμφερόντων, ανοίγεται ο δρόμος για την εκλογική αποπλάνηση του αποβλακωμένου πολίτη, που έχει συγχωνευθεί μέσα στη μάζα και επαναλαμβάνει άκαιρα τις ανιστόρητες μισές αλήθειες που ξεστομίζουν αδίστακτοι, οι ημιμαθείς ηγέτες ενός λαού, που έχει πια μετατραπεί σε αγέλη. Τότε πια, όταν αυτή η μακρά πορεία εξαχρείωσης της εκάστοτε νεολαίας έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, μπορεί περήφανα ο αρχιστράτηγος των κατσαπλιάδων να στραφεί προς το κοινοβούλιο των λαών της Ευρώπης και την παγκόσμια κοινή γνώμη και να κράξει χαμογελώντας θριαμβευτικά για το εύρημά του:
«Ακουσον μεν, πάταξον δε»
Ετσι απλά και χωρίς ούτε μια συγγνώμη από τότε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ