TO BHMA – The Project Syndicate
Οι Κινέζοι σκέφτονται πιο ιστορικά από όλους τους λαούς. Στην αγώνα για κατάκτηση της εξουσίας, ο Μάο Τσε Τουνγκ χρησιμοποίησε στρατιωτική τακτική που προέρχεται από τον Σουν Τζου, που έζησε γύρω στο 500 π.Χ. Ο Κομφουκιανισμός, ο οποίος χρονολογείται περίπου από την ίδια εποχή, παραμένει στο επίκεντρο της κοινωνικής σκέψης της Κίνας, παρά τις αδίστακτες προσπάθειες του Μάο να τον καταστείλει. Ετσι, όταν ο Πρόεδρος της Λαϊκής Κίνας Σι Τζινπίνγκ εγκαινίασε την πρωτοβουλία για την δημιουργία του «Νέου Δρόμου του Μεταξιού», το 2013, κανείς δεν θα έπρεπε να εκπλαγεί από την ιστορική αναφορά. Στην Κίνα, η παλιά ιστορία καλείται συχνά να βοηθήσει ένα νέο δόγμα.
Το νέο δόγμα είναι η «πολυπολικότητα» – η ιδέα ότι ο κόσμος αποτελείται (ή πρέπει να αποτελείται) από πολλούς διαφορετικούς πόλους έλξης. Την ιδέα αυτή καλείται να εξυπηρετήσει σήμερα η λεγόμενη «Μεγάλη Ευρασία». Η αντίθεση είναι με την «μονοπολικότητα» (δηλαδή, με την παγκόσμια κυριαρχία της Αμερικής και της Δύσης).
Η πολυπολικότητα είναι μια πολιτική ιδέα, αλλά αφορά σε κάτι περισσότερο από τις σχέσεις εξουσίας. Αμφισβητεί την άποψη ότι υπάρχει ένα ενιαίο πολιτισμικό ιδανικό, στο οποίο θα πρέπει να συμμορφώνονται όλες οι χώρες, Διαφορετικές περιοχές του κόσμου έχουν διαφορετικές ιστορίες, οι οποίες έχουν δώσει στους λαούς τους διαφορετικές ιδέες για το πώς να ζουν, πώς να κυβερνούν τον τόπο τους, και πώς να κερδίζουν τα προς το ζην. Αυτές οι ιστορίες είναι όλες άξιες σεβασμού: δεν υπάρχει «σωστή» πορεία προς το μέλλον.
Την ίδια στιγμή, τα συμφέροντα των δύο δυνητικών δημιουργών της «Μεγάλης Ευρασίας», της Κίνας και της Ρωσίας, φαίνεται – τουλάχιστον επιφανειακά – να έχουν συγκλίνει. Το κίνητρο της Κίνας είναι σαφές. Το μοντέλο ανάπτυξης, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εξαγωγή φθηνών βιομηχανικών προϊόντων στις αναπτυγμένες χώρες, φτάνει στα όριά του. Και, παρ’ όλο που οι Κινέζοι ηγέτες ξέρουν ότι πρέπει να στρέψουν την οικονομία από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές προς την εσωτερική κατανάλωση, κάτι τέτοιο απειλεί να προκαλέσει σοβαρά εσωτερικά πολιτικά προβλήματα για το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο αναπροσανατολισμός των επενδύσεων και των εξαγωγών προς την Ευρασία προσφέρει μια εναλλακτική λύση.
Συνεδεμένη με την ιδέα της Μεγάλης Ευρασίας, είναι και η ανάπτυξη του «Δρόμου του Μεταξιού» (στην πραγματικότητα πρόκεται για αρκετές «ζώνες», συμπεριλαμβανομένης μιας θαλάσσιας διαδρομής), η οποία θα απαιτήσει τεράστιες επενδύσεις στον τομέα των μεταφορών και των υποδομών. Οικονομικό κίνητρο για την ανάπτυξη της Ευρασίας έχει και η Ρωσία, η οποία έχει αποτύχει να εκσυγχρονίσει και να διαφοροποιήσει την οικονομία της. Ως εκ τούτου, παραμένει κυρίως ένας εξαγωγέας προϊόντων πετρελαίου και ένας εισαγωγέας μεταποιημένων αγαθών. Η Κίνα προσφέρει μια ασφαλή και αναπτυσσόμενη αγορά για τις εξαγωγές ενέργειας της Ρωσίας. Φέτος, η Ρωσία, η Αρμενία, η Λευκορωσία, το Καζακστάν, και η Κιργιζία ένωσαν τις δυνάμεις τους σε μια Ευρασιατική Οικονομική Ενωση (ΕΕΜ), μια τελωνειακή ένωση, που έχει και ένα αμυντικό συστατικό. Η ΕΕΜ θεωρείται από τους υποστηρικτές της ως ένα βήμα προς την αποκατάσταση των παλαιών σοβιετικών συνόρων με τη μορφή της εθελοντικής οικονομικής και πολιτικής ένωσης, κατά το πρότυπο της ΕΕ. Η επίσημη ρωσική γραμμή προσβλέπει «στην αλληλοδιείσδυση και την ολοκλήρωση της ΕΕΜ και του Δρόμου του μεταξιού σε μία Οικονομική Ζώνη» για την «σταθερή ανάπτυξη ασφαλούς κοινής γειτονίας της Ρωσίας και της Κίνας».
Στις 8 Μαΐου, Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ υπέγραψαν συμφωνία στη Μόσχα, που προβλέπει συντονισμό ανάμεσα σε πολιτικούς θεσμούς, επενδυτικά κεφάλαια, τράπεζες ανάπτυξης, νομισματικές ισοτιμίες, και χρηματοπιστωτικά συστήματα – με στόχο να εξυπηρετηθεί μια μεγάλη ζώνη ελεύθερων συναλλαγών που θα συνδέει την Κίνα με την Ευρώπη, την Μέση Ανατολή και την Αφρική.

Το αν αυτός ο γάμος συμφέροντος θα οδηγήσει σε μια διαρκή ένωση – ή, όπως προβλέπει ο Τζορτζ Σόρος, θα αποτελέσει απειλή για την παγκόσμια ειρήνη – μένει να το δούμε στο μέλλον.

* Ο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ, και μέλος της Βουλής των Λόρδων στη Βρετανία.