Στη διάρκεια του μακρού ιστορικού τους βίου, οι δύο μεγάλες ελληνικές πολιτικές παρατάξεις βίωσαν πολλές μεταλλάξεις, τόσο οι ίδιες όσο και τα κόμματα που κατά κύριο λόγο κατά περιόδους τις εξέφρασαν. Όμως, η ουσία, παρέμενε πάντοτε η ίδια: ανεξαρτήτως ονομάτων και προσώπων, από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, της μεταπολίτευσης του 1910 και της εθνικής ολοκλήρωσης που ακολούθησε οπότε και διαμορφώθηκε το νέο πολιτικό πλαίσιο της χώρας εδώ και έναν αιώνα, η «δημοκρατική» και η «συντηρητική» παράταξη υπήρξαν πάντοτε οι δύο πυλώνες της πολιτικής ζωής του τόπου. Οι ίδιες υπάρχουν πάντα, οι εκφραστές τους, πολιτικοί και κοινωνικοί, αλλάζουν.

Ταυτοχρόνως, η ιστορία έχει αποδείξει ότι και οι δύο παρατάξεις, που έχουν και τις καλές και τις (ουκ ολίγες) κακές στιγμές τους, έχουν και οι δύο εισφέρει πολλά στην οικοδόμηση της χώρας, η κάθε μία με τον δικό της τρόπο και στο δικό της χρόνο – γι αυτό άλλωστε και παρά την έκπληξη πολλών που πίστευαν ότι θα τις δουν να σβήνουν, εκείνες παραμένουν ενεργές, ζωντανές και ο ελληνικός λαός τους δίνει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να πορεύονται και να αλλάζουν στη διάρκεια των δεκαετιών. Και, όπως είναι φυσικό, όταν η μία παράταξη βρίσκεται με ισχυρή λαική εντολή στην εξουσία, η άλλη βιώνει δύσκολες ώρες, καθώς κατά τεκμήριο έχει, αντιθέτως, εξέλθει από βαριά εκλογική ήττα.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει και σήμερα: η μία παράταξη, η λεγόμενη δημοκρατική στην τρέχουσα εκδοχή της (περί αυτού πρόκειται όσο κι αν σε πολλούς παλαιούς… «ιδιοκτήτες» της «δημοκρατικής παράταξης» δεν αρέσει αυτό), βρίσκεται στην εξουσία με ισχυρή πρόσφατη λαική εντολή, ενώ η άλλη, η λεγόμενη συντηρητική, βρίσκεται, με την ίδια εντολή, στην αντιπολίτευση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι πιο εύκολα για τη μία ή την άλλη.

Η πρώτη έχει να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα της διαχείρισης της κρίσης της χώρας με όλες τις γνωστές δυσχέρειες και επιπλοκές του, που βρίσκεται στη δυσκολότερη στιγμή. Και η δεύτερη όμως έχει κι εκείνη να αντιμετωπίσει το εξίσου πολύπλοκο πρόβλημα της αναδιοργάνωσής της και μάλιστα υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, καθώς, στην ουσία, αυτή τη στιγμή, μετά την εκτεταμένη εκλογική ήττα της 25ης Ιανουαρίου, τόσο η συντηρητική παράταξη, όσο και το κύριο κόμμα που την εκφράζει, η Νέα Δημοκρατία, βρίσκονται σε κώμα.

Αυτό δεν είναι καλό για κανέναν: ούτε για το κόμμα, ούτε για την παράταξη, ούτε για τη χώρα, αλλά ούτε καν για την ίδια την κυβέρνηση που επέλεξε ο ελληνικός λαός να δώσει τη μεγάλη μάχη της εθνικής επιβίωσης. Φαινομενικά ίσως η κυβέρνηση μπορεί να χαίρεται από το τέλμα των πολιτικών της αντιπάλων. Όμως, ειδικά σε αυτές τις συνθήκες, θα ήταν χρήσιμο ακόμα και γι αυτήν το τέλμα αυτό να ξεπεραστεί σύντομα.

Για να γίνει αυτό και να αποκτήσει η χώρα εκ νέου μια πολιτικά εύρωστη και δυναμική συντηρητική παράταξη την οποία έχει απόλυτη ανάγκη, απαιτείται η εκτεταμένη ανασύνταξή των κατακερματισμένων της δυνάμεων. Και η αρχή μπορεί να γίνει μόνον από μία εκ των δυνάμεων αυτών και μόνον με έναν τρόπο: την άμεση προσφυγή σε ανοικτές διαδικασίες ανασύνθεσης, κεντρικό τμήμα των οποίων αποτελεί φυσικά και η εκλογή νέας

ηγεσίας στη Ν.Δ., κάτι το οποίο, ούτως ή άλλως, ο χρόνος αναπόφευκτα θα επιβάλλει ακριβώς για να βγάλει την παράταξη και το κόμμα από το κώμα.

Η ζωή εξελίσσεται, προχωρά. Αυτός είναι ο αδήριτος κανόνας της, τον οποίο, ειδικά στον δημόσιο βίο, ουδείς δικαιούται αλλά και δύναται να παραβιάζει…