Τα νέα από το μέτωπο των διαπραγματεύσεων είναι συγκεχυμένα: τη στιγμή που το Μαξίμου μεταδίδει ότι οι διαπραγματεύσεις «πάνε καλά», ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Νίκος Θεοχαράκης δηλώνει ότι «αποτελεί πολιτική απόφαση αν θα καταλήξουμε σε συμφωνία ή όχι».
Όμως, όπως και να έχουν τα πράγματα, ένα είναι σίγουρο: ό,τι η κυβέρνηση με τις πράξεις της έχει υπονομεύσει τη θέση της χώρας και οδηγεί σε αποτυχία τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές.
Διότι όταν εκδίδει Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για να μεταφερθούν επειγόντως τα διαθέσιμα των ΟΤΑ, Ταμείων και όλων των κρατικών φορέων στην Τράπεζα της Ελλάδος, ώστε να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, το σήμα που στέλνει σ’ αυτούς που κάθονται στην άλλη πλευρά του τραπεζιού είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο.
Τους φωνάζει σε όλους τους τόνους ότι «τα λεφτά τελειώνουν όπου νάναι».
Ποιος ο λόγος οι πιστωτές να κλείσουν σήμερα τη διαπραγμάτευση, όταν γνωρίζουν ότι αύριο ή μεθαύριο η χώρα θα βρίσκεται σε ακόμα πιο αδύναμη θέση;
Γιατί να μην «παίξουν καθυστέρηση», να περιμένουν να τελειώσουν τα λεφτά, ευελπιστώντας να αποσπάσουν περισσότερα;
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι «ο χρόνος για την Ελλάδα τελειώνει στις 30 Ιουνίου». Δεν έχει λόγο να βιάζεται.
Ακόμα και αν τα λεφτά από τα ταμεία, τους κρατικούς φορείς και τα έσοδα φθάσουν μέχρι τότε, τι αντοχές θα έχει η κυβέρνηση να τραβήξει κόκκινες γραμμές;
Βεβαίως, μπορεί να παίξει το χαρτί της πτώχευσης. Όμως, αν είναι να έλθει σε ρήξη με τους πιστωτές, γιατί δεν το έκανε στις 20 Φεβρουαρίου;
Τουλάχιστον τότε θα είχε όλα αυτά τα λεφτά που έχει χρησιμοποιήσει μέχρι σήμερα ώστε να διαμορφώσει την επόμενη ημέρα με καλύτερες προϋποθέσεις.
Τώρα θα πάει σε ρήξη χωρίς σεντ στα ταμεία;
Δεν ήξερε ότι τα λεφτά τελειώνουν; Προχθές το κατάλαβε;
Βεβαίως και το ήξερε. Όμως επέλεξε τον άκομψο τρόπο να υποχρεώσει Ταμεία, ΟΤΑ και κρατικούς φορείς να καταθέσουν τα διαθέσιμά τους στην Τράπεζα της Ελλάδος εξαιτίας των ιδεολογικών αγκυλώσεων και εμμονών που τη χαρακτηρίζουν.
Διότι κάλλιστα θα μπορούσε να λύσει το θέμα ενδοκυβερνητικά, χωρίς να ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων και διαφωνιών.
Από τη στιγμή που το δημόσιο επιχορηγεί τα Ταμεία, θα μπορούσε να μην δώσει επιχορηγήσεις σε όσα έχουν διαθέσιμα σε τραπεζικούς λογαριασμούς και δεν τα μεταφέρουν στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Αρκούσε μια απόφαση των αρμόδιων υπουργών Πάνου Σκουρλέτη και Δημήτρη Στρατούλη για να λυθεί το θέμα χωρίς να γίνει γνωστό σε όλη την υφήλιο. Τα Ταμεία δεν είναι Δήμοι που έχουν κάθε λόγο να φωνάζουν.
Όμως η κυβέρνηση δεν το έκανε διότι βρίσκεται εγκλωβισμένη ανάμεσα στις ιδεοληψίες των στελεχών της, τις προεκλογικές της δεσμεύσεις και τα συντεχνιακά συμφέροντα από τη μία και τους πιστωτές από την άλλη.
Δυστυχώς, με την έκδοση της ΠΝΠ στην ουσία πυροβόλησε τα πόδια της και ενταφίασε τις όποιες ελπίδες για έντιμο συμβιβασμό.
Και όσο καθυστερεί τη συμφωνία υποδυόμενη ότι διαπραγματεύεται σκληρά, τόσο πιο επώδυνος θα είναι για τη χώρα ο συμβιβασμός.