Το μείζον ζήτημα που ορθά μας απασχολεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα είναι ο σχεδιασμός μιας συνεκτικής και συνολικής μεταναστευτικής πολιτικής. Ενα από τα πρώτα πράγματα που χρειάζεται να κατανοήσουμε για τη μεταναστευτική πολιτική είναι ότι η διαμόρφωσή της αποτελεί μια συνεχή διαδικασία και όχι ένα οριστικό και αμετάκλητο τετελεσμένο γεγονός. Η σωστή αντιμετώπιση είναι μια διαδικασία και όχι ένα αποτέλεσμα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ, της χώρας που κατ’ εξοχήν έχει ασχοληθεί θεσμικά, πολιτικά και πολιτισμικά με φαινόμενα ανθρώπινης κινητικότητας. Αν μελετήσουμε την ιστορία της αμερικανικής μεταναστευτικής πολιτικής από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα, θα διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για μια συνεχή διαδικασία προσαρμογής και ανταπόκρισης τόσο στη μεταβολή των ιστορικών διαδικασιών που καθορίζουν τα μεταναστευτικά φαινόμενα όσο και στις πολιτικές ζυμώσεις των πολιτικών οραματισμών του Αμερικανισμού.

Μια τέτοια συστηματική αλλά και ευέλικτη ελληνική μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας θα είχε τουλάχιστον δύο διακριτούς πυλώνες. Ο πρώτος πυλώνας αφορά τη θεσμική, κοινωνική και πολιτισμική διαχείριση των μεταναστευτικών κοινοτήτων που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα ή εγκαθίστανται στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ως προς αυτόν τον πυλώνα έχουμε κάνει κάποια σημαντικά βήματα προόδου, με λαμπρότερο ίσως παράδειγμα το νομοσχέδιο για τον κώδικα ιθαγένειας που άνοιξε για δημόσια διαβούλευση πολύ πρόσφατα. Απομένουν βέβαια πολλά ακόμη.
Ενας δεύτερος πυλώνας μεταναστευτικής πολιτικής αφορά τους τρόπους αντιμετώπισης και διαχείρισης των περιοδικών εντατικοποιήσεων της ανθρώπινης κινητικότητας στη γεωπολιτική μας περιοχή. Σε αυτόν τον τομέα έχουμε προχωρήσει ελάχιστα έως καθόλου. Το ζήτημα έχει αντιμετωπιστεί αποσπασματικά και πάντα σε «συνθήκες της κρίσης». Οι πολιτικές και ιδεολογικές χρήσεις του μεταναστευτικού ζητήματος με σκοπό άλλοτε την καλλιέργεια ακραίων μορφών εθνικιστικού και φυλετικού πατριωτισμού, άλλοτε την εμπέδωση καθεστώτων τρόμου και γενικότερου κοινωνικού πανικού και άλλοτε απλά την ενεργοποίηση των συντηρητικών αντανακλαστικών της ελληνικής κοινωνίας δεν επέτρεψαν τη νηφάλια και συστηματική αντιμετώπιση.

Τι κάνουμε όμως σήμερα που η κλιμάκωση των συνθηκών πύκνωσης των ροών της ανθρώπινης κινητικότητας απαιτεί δράση; Η νηφάλια πλαισίωση, κατανόηση και απόκριση στα σύνθετα ζητήματα που συνδέονται με τη σημερινή μεταναστευτική συγκυρία επιβάλλουν να σκεφτούμε και να δράσουμε στη βάση συγκεκριμένων αρχών:

1. Η μεταναστευτική πολιτική είναι διαδικασία, μεταβάλλεται και πρέπει να μεταβάλλεται ανάλογα με τον μετασχηματισμό των φαινομένων. Οι μεταβλητές που ορίζουν τη μεταναστευτική πολιτική αφορούν την Ελλάδα, την Ευρώπη αλλά και τις χώρες από τις οποίες προέρχονται κάθε φορά οι μετανάστες που προσφεύγουν στη χώρα μας.
2. Η συνέχεια και η ευελιξία της μεταναστευτικής πολιτικής προϋποθέτουν γνώση των δεδομένων και παρακολούθηση των ροών και των χαρακτηριστικών της ανθρώπινης κινητικότητας: μελέτη, δικτύωση και επαφή με τους ανθρώπους και τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο πεδίο, επαφή με τις μεταναστευτικές κοινότητες και με τις οργανώσεις που δρουν στις χώρες από όπου προέρχονται οι μετανάστες πρόσφυγες.
3. Το Μεταναστευτικό δεν είναι εθνικό θέμα αλλά διεθνικό ζήτημα και η διαχείρισή του απαιτεί άμεση και συνεχή συνεργασία τόσο με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσο και με τις τρίτες χώρες από όπου προέρχονται ή διέρχονται οι μετανάστες πρόσφυγες.
4. Δεν υπάρχουν απλές, μαγικές πρωτοβουλίες που θα «λύσουν» το Μεταναστευτικό. Με μια έννοια το Μεταναστευτικό δεν επιλύεται. Οι άνθρωποι μετακινούνται και θα συνεχίσουν να μετακινούνται από διαφορετικές περιοχές, για διαφορετικούς λόγους, με διαφορετικούς προορισμούς αλλά πάντα με γνώμονα το απαραβίαστο δικαίωμα αναζήτησης των συνθηκών που εξασφαλίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη ζωή και την ευημερία τους. Δεν υπάρχει κανένα «μέτρο αποτροπής» που θα ανακόψει αυτές τις ροές στον βαθμό που διατηρούνται οι παράγοντες που ωθούν τους ανθρώπους να μετακινηθούν.
5. Τα μέτρα που μπορούμε να πάρουμε αφορούν τη διαχείριση του ζητήματος. Τα άμεσα μέτρα δεν μπορούν παρά να αφορούν την εξασφάλιση συνθηκών ζωής που δεν θα επιτρέψουν την εξαθλίωση των μεταναστών προσφύγων στο εσωτερικό της χώρας μας. Ενα μεγάλο μέρος των ανθρώπων που καταφθάνουν σήμερα στην Ελλάδα προέρχονται από τα μεσαία κοινωνικά στρώματα των χωρών αποστολής. Η απουσία σχετικής μέριμνας και η μακροχρόνια παραμονή των ανθρώπων αυτών στην εκκρεμή κατάσταση της αναμονής θα οδηγήσουν με ακρίβεια στην εξαθλίωσή τους με τρομακτικές επιπτώσεις τόσο για τους ίδιους όσο και για την ελληνική κοινωνία. Η οργάνωση της καταγραφής και της μέριμνας και η διασφάλιση σχετικών πόρων πρέπει να αποτελέσουν άμεση έγνοια της Πολιτείας.
6. Η αλλαγή του ευρωπαϊκού θεσμικού και νομικού πλαισίου που καθορίζει την κινητικότητα των μεταναστών-προσφύγων στον ευρωπαϊκό χώρο μπορεί και πρέπει να αποτελέσει μεσοπρόθεσμο στόχο της ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής.
7. Μεσοπρόθεσμο επίσης στόχο μπορεί και πρέπει να αποτελέσει η συμβολή της Ελλάδας στην άμβλυνση των προβλημάτων που ωθούν τους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τις εστίες τους. Μια τέτοια στόχευση αφορά βέβαια τον επανορισμό του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες της Μέσης Ανατολής και των βορείων παραλίων της Αφρικής.
Οι χώρες της Νότιας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης δεν μπορούν να μετατραπούν σε αποθήκες ανθρώπων που διαρκώς θα εξαθλιώνονται στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν. Από την άλλη πλευρά, η ιδεοληπτική απραξία της ελληνικής Πολιτείας στο παρελθόν ως προς τη διαχείριση του διαρκούς φαινομένου διέλευσης μεταναστών προσφύγων διά μέσου της εδαφικής μας επικράτειας δεν μπορεί να συνεχιστεί. Κάτι τέτοιο θα μετέβαλλε γρήγορα την Ελλάδα σε μια «νεκρή ζώνη» μεταξύ της Ευρώπης και του δοκιμαζόμενου κόσμου, μια εξέλιξη που σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες πτυχές της οικονομικής κρίσης της χώρας μόνο σε ένα δυστοπικό σκηνικό τύπου «Mad Max» μπορεί να μας παραπέμπει.
Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι επίκουρη καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ