Αν πας στο Δίστομο, στο πιο ψηλό σημείο του χωριού, θα νιώσεις τη διαχρονική αμηχανία απέναντι στον θάνατο. Δίπλα από το μαυσωλείο, εκεί όπου βρίσκονται κρανία παιδιών δύο ετών –τόσο σοκαριστικά όσο και η πραγματικότητα -, όταν δεις το χωριό από μια απόσταση ασφαλείας, θα νιώσεις την ενέργεια της Ιστορίας. Οταν προσπεράσεις την μπάρα που έχει μπει για να απαγορεύει στους νεαρούς (ή παράνομους) εραστές να ανεβαίνουν στο πιο ψηλό και πιο απόμερο σημείο του χωριού με τα αυτοκίνητά τους, θα νιώσεις την ειρωνεία της ζωής.
Είναι λογικό να τα νιώσεις. Στις 10 Ιουνίου του 1944, έπειτα από άτακτες επιθέσεις ελλήνων ανταρτών, οι Γερμανοί, κοντά στο τέλος του πολέμου, κουρασμένοι, κοντά στην ήττα και σύμφωνα με διηγήσεις της εποχής στο χωριό, «με ροπή στο ποτό», μαζεύονται στην πλατεία του Διστόμου, συγκεντρώνουν τα οχήματα και όλη τη δύναμή τους και ξεκινούν μηχανικά να σφάζουν όποιον βρουν μπροστά τους. Φεύγουν το σούρουπο, γιατί φοβούνται ότι αν έρθει το βράδυ θα είναι ευάλωτοι απέναντι στους αντάρτες. Αφήνουν πίσω τους 218 άμαχους νεκρούς. Σαράντα επτά εξ αυτών παιδιά από λίγων μηνών μέχρι 12 χρόνων, 101 γυναίκες και 70 άνδρες.
Σε λίγους μήνες συμπληρώνονται 71 χρόνια από εκείνη την ημέρα. Η επικαιρότητα της προηγούμενης εβδομάδας όμως ήταν γεμάτη «Δίστομο». Αφορμή στάθηκε η προβολή μιας γλυκόπικρα σατιρικής εκπομπής του γερμανικού δημόσιου καναλιού ZDF, «Die Anstalt» («Το Ινστιτούτο»), στην οποία με ένα σκετς εξαντλητικής λεπτομέρειας παρουσιαζόταν ο τρόπος με τον οποίο η Γερμανία έχει αποφύγει να καταβάλει γερμανικές αποζημιώσεις εδώ και 71 χρόνια. Η παρουσία του Αργύρη Σφουντούρη, του άνδρα που σε ηλικία 4 ετών είδε τους γονείς του και 30 συγγενείς του να σφαγιάζονται, μεταφέρθηκε μέσω Ερυθρού Σταυρού σε ορφανοτροφείο στη Γενεύη, σπούδασε εκεί και, εδώ και χρόνια, ανακινεί το ζήτημα των αποζημιώσεων, ήταν επίσης καθοριστική. Λεπτομέρειες για τη ζωή του μπορείτε να βρείτε στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Ενα τραγούδι για τον Αργύρη», του αυστριακού σκηνοθέτη Στέφαν Χάουπτ, στο Internet.
Ολη αυτή η αιρετική γερμανική στάση της εκπομπής του ZDF ήταν ένας κεραυνός εν αιθρία στην ελληνική κοινή γνώμη. Για τους φωνακλάδες «αντιγερμανούς» –ό,τι και να σημαίνει αυτό –ήταν ένα ιδανικό επιχείρημα που επιβεβαίωνε τις βεβαιότητές τους. Για τους είρωνες «φιλογερμανούς» θα ήταν λαϊκισμός αν ήταν ελληνική παραγωγή, αλλά από τη στιγμή που ήταν γερμανική, προτίμησαν να μην το σχολιάσουν. Για τους ουδέτερους παρατηρητές, όλους εκείνους που ζούμε καταπιεσμένοι από τις οπαδικές βεβαιότητες και των δύο πλευρών ήταν μια αφορμή για σκέψη.
Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με τον τρόπο με τον οποίο ξαναγεννιούνται αυτές οι εθνικές εμμονές. Από τη μία είναι ένας ιδανικός αντιπερισπασμός στα τωρινά προβλήματά μας, σε μια γεωπολιτικά φορτισμένη εποχή που δεν σηκώνει επιπολαιότητες –ειδικά με τον Πάνο Καμμένο στο τιμόνι της άμυνας της χώρας. Από την άλλη, υπάρχει και μια λογική πίσω από αυτή την ξεχασμένη εμμονή, είτε είναι ηθική, όπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας ενώπιον της Ανγκελα Μέρκελ, είτε πραγματική, όπως επιμένουν οι νομικοί όταν αναφέρονται κυρίως στο κατοχικό δάνειο που η Ελλάδα υποχρεώθηκε να συνάψει και όχι στις αποζημιώσεις.
Αν παρατηρήσει κανείς τον τρόπο με τον οποίο η Γερμανία έχει επιλέξει να αναβάλλει τις υποχρεώσεις της τόσα χρόνια –και όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα –θα καταλάβει πολλά σχετικά με την ηθική και με το πόσο δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική. Σχετικά με τη στρατηγική και τους συσχετισμούς δύναμης και οικονομίας. Σχετικά με τη διπλωματία και τις ανίερες πρακτικές της. Μια καλή ιδέα μπορεί να πάρει κανείς από το πρόσφατο επεισόδιο της σειράς έρευνας «Ορίζοντας» που προβλήθηκε στο Mega.
Το κυριότερο όμως είναι πως μπορεί να βγάλει διδάγματα για το σήμερα. Σήμερα που η Ελλάδα είναι στριμωγμένη και βολικά θυματοποιημένη –πάντα νιώθαμε καλύτερα σε αυτόν τον ρόλο –αν υπάρχει ένα ηθικό δίδαγμα για όλα αυτά είναι πως οι χώρες διορθώνονται διαχρονικά με παρόμοιο τρόπο όπως χτίστηκε η μεταπολεμική Γερμανία: χωρίς τιμωρητική διάθεση, με σεβασμό. Χωρίς υπερβολική πίεση, με ευκαιρίες ανάνηψης. Χωρίς εμμονές, αλλά με λογικές διευκολύνσεις από τους συμμάχους της. Και αυτό αφορά τους δανειστές.
Από την άλλη, χτίζονται και αν θέλουν να ξαναχτιστούν. Και αυτό αφορά εμάς.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 5 Απριλίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ