Η πρόσφατα επικρατούσα άποψη εις τας Ευρώπας είναι ότι το 2015 δεν επιδέχεται οποιασδήποτε αναλογικής σύγκρισης με το 2012 και ότι τώρα πλέον το ενδεχόμενο μιας grexit δεν θα προκαλέσει κανενός είδους κραδασμούς στην Ε.Ε. Πόσω μάλλον ένα domino effect, αφού-με εξαίρεση τη χώρα μας- τα πρώην (;) προβληματικά «γουρουνάκια», οι Ιρλανδία, Πορτογαλία και ειδικότερα η Ισπανία στην οποία αφιερώνει ένα ιδιαίτερα υμνητικό άρθρο ο Spiegel , εμφανίζοντάς την ως το απόλυτο αντώνυμο της Ελλάδας, φαίνονται να εκπληρώνουν σχεδόν όλες τις δανειακές υποχρεώσεις τους προς την Ε.Ε. επιδεικνύουσες διαγωγήν αρίστην (πάνω από κοσμιωτάτην) και αφήνοντας έκθετο και κατακριτέο το προτελευταίο γράμμα «G» του αρκτικόλεξου της ντροπής, και του διεθνούς διασυρμού, του «PIIGS». Ο μέγας ανθρωπιστής Σόρος προτιμάει να κάνει την grexit ντέρμπι με πιθανότητες εξόδου στο 50%. Κατά τα άλλα η Ελλάδα βάλλεται πανταχόθεν, αν και υπάρχουν στην Ε.Ε. κάποιες χλιαρές και υποτονικές εκδηλώσεις συμπαράστασης, πάντα όμως με την συμβουλευτικό αστερίσκο ότι η Ελλάδα πρέπει- μπορεί δεν μπορεί- να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις, στο ακέραιο ώστε να παραμείνει και αυτή σε μια θέση στον ευρωπαϊκό ήλιο.

Αναμενόμενα, τα γερμανικά ταμπλόιντ δεν ξεσάλωσαν εφέτος προεκλογικά με ιταμές απειλές και προκλητική παρέμβαση στα ελληνικά πολιτικά δρώμενα- τουλάχιστον όχι με την χωρίς προηγούμενο εξαλλοσύνη, όπως ακριβώς έπραξαν το 2012- για δύο βασικούς λόγους: Τον έναν τον είπαμε ήδη: δεν θα επηρεάσει ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή (και την παγκόσμια) οικονομία) μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας. Όπως λένε και οι Αγγλοσάξονες, απλά: « Good riddance!» (απλούστερα: «Στα τσακίδια!») . Ο άλλος λόγος είναι ότι κατάλαβαν πλέον πως οι Ελληνες, ως θύματα μιας κατά κυριολεξία ανθρωποκτόνας λιτότητας δεν επρόκειτο επ’ ουδενί να προβούν στο εκ νέου στο απονενοημένο διάβημα να ψηφίσουν το κόμμα της αρεσκείας των Γερμανών, με τις σαμαρικές κινδυνολογίες και απειλές, αλλά μάλλον τον «πολλά υποσχόμενο» ΣΥΡΙΖΑ, επαληθεύοντας όλες ανεξαιρέτως τις δημοσκοπήσεις που του έδιναν την πρωτιά.

Αλλά στο καλώς συντηρούμενο ιδεολόγημα τού: « Δεν χάθηκε ο κόσμος αν βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη», φάνηκε να διαφωνούν κάποιοι, ιδιαίτατα μάλιστα, ο καθ’ ύλην αρμόδιος, Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ε.Ε. Πιερ Μοσκοβισί που επέλεξε σκόπιμα τον σοβαρό online «Der Spiegel International» για να δώσει μια συνέντευξη, στραπατσάροντας κάπως το φαιδρό ενύπνιο όσων οραματίζονται μια ευρωζώνη – και ενδεχόμενα μια Ε.Ε.- χωρίς την «προβληματική» Ελλάδα που έχει κουράσει την Ευρώπη γενικά και τη Γερμανία ειδικότερα. Είπε απλά ότι «… μία grexit θα ήταν καταστροφή όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρη την ευρωζώνη», όταν τον κατηγόρησαν ότι έχει επιδείξει επιείκεια προς τους Ελληνες. Φυσικά δεν είναι ο μόνος με αυτή την άποψη, όπου, όπως συμπληρώνει δυσοίωνα ο Μοσκοβισί, αν δουν οι αγορές την ελληνική έξοδο θα αναρωτηθούν έμφοβες τι θα επακολουθήσει. Η ιδιότητα του καθιστά τη δήλωσή του όχι μόνο πολύ σοβαρή αλλά και τουλάχιστον άβολη για όσους θεωρούσαν την έξοδό μας ένα πανευρωπαϊκό ευτυχές γεγονός.

Αλλά ο Μοσκοβισί, ως γνήσιος Γάλλος σοσιαλιστής, γίνεται κατά το δοκούν αμφίσημος. Μολονότι λοιπόν βλέπει μια καταστροφή για Ελλάδα, σπεύδει αργότερα (18/3/2014) να προσθέσει σε άλλη εφημερίδα, («die Welt»), για να μην κατηγορηθεί πάλι για επιείκεια προς τη χώρα μας, ότι «Δεν θα κρατήσουμε την Ελλάδα στο ευρώ με κάθε τίμημα». Αρα εν ανάγκη η επαπειλούμενη καταστροφή Ελλάδας και Ευρώπης μπορεί να συμβεί ως grexident/graccident.(!). «Τα δυστυχήματα πάντα θα συμβαίνουν» accidents WILL happen ιδίως σε μια χώρα σαν την Ελλάδα και έτσι να μην την θεωρεί απίθανη την έξοδό της: Η Ελλάδα (δεν) παραμένει στο ευρώ.

Αφότου κέρδισε τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, άρχισε ένας ακήρυκτος πόλεμος μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας, ιδίως ανάμεσα σε Σόιμπλε και Βαρουφάκη, αφού εξ αντικειμένου ο τελευταίος προσφερόταν ως εύκολος στόχος. Ο πόλεμος κοσμήθηκε με ποικίλες δηλώσεις που συνιστούν τα πολεμικά ανακοινωθέντα, αυτού του «πολέμου λέξεων» ( και ονοματικών φράσεων). Οργανώθηκε μια οιονεί αντι-βαρουφακική εκστρατεία που σε τελική ανάλυση ζημίωσε την Ελλάδα, εμφανίζοντας τον Ελληνα ΥΠ.ΟΙΚ. ως ροκ σταρ, ως επηρμένο υπουργό μιας φτωχής χώρας που όφειλε να είναι στοιχειωδώς «σεμνός» και αρκούντως γραβατωμένος, αλλά αυτός περιφέρονταν αγέρωχος με σακάκι Πράντα και κόκκινο φυτιλάκι, ως « Ο διάβολος που φοράει Πράντα» και γενικά υπήρξε προκλητικά υβριστικός φωτογραφούμενος με την γυναίκα και φόντο την Ακρόπολη και όλα τα καλούδια και τις λιχουδιές στο τραπέζι σε μία Ελλάδα που πένεται και ένα καθόλου ευάριθμο μέρος της σχηματίζει ουρά στα συσσίτια.

Είναι όμως βέβαιο ότι επίσκεψη Τσίπρα στην Μέρκελ εξομάλυνε την αφόρητη αυτή κατάσταση με τις εμπάθειες τις μικρότητες και το ρητό ή άρρητο μίσος που χωρίζει τις δύο χώρες και που στην προκειμένη περίπτωση βέβαια ήταν η Γερμανία διά του Σόιμπλε και άλλων η οποία αναμφίλεκτα ήρξατε χειρών αδίκων.

Αφετέρου δυστυχώς εκτοξεύτηκε και η «ελληνική απειλή» ότι και μεις θα προβούμε σε δήμευση Γερμανικών περιουσιών, αρχίζοντας από το Ινστιτούτο Γκαίτε. Bad timing, αν σκεφθούμε ότι ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Αξελ Σέφερ, που μίλησε με θερμότατα λόγια υπέρ της Ελλάδος, μας απέτισε φόρο τιμής –φανερά συγκινημένος- γιατί πρώτοι δεχτήκαμε την ίδρυση του εν λόγω ινστιτούτου στη Ελλάδα.

Οντας ανεπανόρθωτα ζημιωμένοι, καθιστάμεθα ωσαύτως και διακεκριμένοι κερατάδες κατηγορούμενοι ως υπεύθυνοι της κρίσης λόγω της δημοσιονομικής φαιδρής μας ανευθυνότητας. Για όλα φταίει πρωτίστως η Ελλάδα και δευτερευόντως ο ΣΥΡΙΖΑ. Το είπε και ο Τσίπρας. Όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για την Ελλάδα. Η Μέρκελ τον συμπάθησε, απότομα, και τον ξενάγησε στα μεγαλειώδη μνημεία των τριών Ράιχ. «This is the beginning of a beautiful friendship όπως θα το έθετε ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ στην Καζαμπλάνκα, της οποίας η βιωσιμότητα όμως εξαρτάται από τους «θεσμούς» και τον Σόιμπλε.

Αλλά εν θλιβερά κατακλείδι, καταφέραμε(πώς το κατορθώσαμε;) να έχουμε χρήματα μέχρι την 20η Απριλίου. Υστερα βαθύ πυκνό σκοτάδι όπως το «οραματίζονται» χαιρέκακα οι πάντα πικρόχολοι ρεαλιστές των γερμανικών «Financial Times». Τι θα γίνει κατόπιν, εάν μετά τα Πάθη που διαρκούν μέχρι τις 11 Απριλίου δεν δούμε κάποια Ανάσταση; Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία ή, και ενίοτε διαφεύγει τον κίνδυνο.

* Ο Θάνος Κακουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.