Τη στιγμή που ο πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου επέφερε ένα σοβαρό πλήγμα στην υπό διαπραγμάτευση ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, για καθαρά πολιτικούς λόγους, η ιδέα των δύο κρατών που θα συνυπάρχουν το ένα δίπλα στο άλλο σε αυτή την περιοχή, παραμένει η καλύτερη εναλλακτική απέναντι σε μία βίαιη αντιπαράθεση. Και αυτή η ιδέα δεν θα πρέπει να σβήσει. Είναι όμως δύσκολο να καταλάβει κανείς ποία είναι η πραγματική άποψη του Νετανιάχου επί του θέματος.
Πρώτα, απέρριψε την ιδέα σε μία ύστατη προσπάθεια να συγκεντρώσει ψήφους προκειμένου να επανεκλεγεί, καλώντας την εκλογική του βάση να αντισταθμίσει τις ψήφους των ισραηλινών Αράβων την ημέρα των εκλογών. Έπειτα προσπάθησε να πάρει πίσω τις δηλώσεις του, τουλάχιστον επιφανειακά, λέγοντας στο MSNBC: «Επιθυμώ μία βιώσιμη, ειρηνική λύση δύο κρατών, αλλά για αυτό, οι συνθήκες πρέπει να αλλάξουν» είπε. Τη Δευτέρα, απολογήθηκε εν μέρει, για το σχόλιό του για τους Άραβες ψηφοφόρους. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ ο Νετανιάχου υποστήριξε ένα παλαιστινιακό κράτος το 2009, δεν βοήθησε τις αποτυχημένες διαμεσολαβητικές προσπάθειες της κυβέρνησης Ομπάμα.
Η πολιτική της επέκτασης του εποικισμού και η υπονόμευση της Ισραηλινής Αρχής δείχνουν ότι ποτέ δεν σκόπευε να βάλει τέλος στην ισραηλινή κατοχή της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας. Για να αποφευχθεί ένα μέλλον χτισμένο επάνω σε ένα μη βιώσιμο έδαφος μόνιμης υποταγής των Παλαιστινίων στον ισραηλινό στρατό, το ερώτημα τώρα είναι τί οι Παλαιστίνιοι, οι Αμερικανοί και ο υπόλοιπος κόσμος πρέπει να κάνουν για να κρατήσουν την ελπίδα της ειρήνης ζωντανή. Από τη στιγμή που οι διαπραγματεύσεις μοιάζουν αδύνατες, ο πρόεδρος Ομπάμα είπε στον Νετανιάχου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επανεξετάσουν τις επιλογές τους. Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Ομπάμα λένε ότι αυτό μπορεί να σημαίνει υποστήριξη σε ένα κάλεσμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για τη δημιουργία μίας κυρίαρχης Παλαιστίνης στα προ του 1967 σύνορα που χώριζαν το Ισραήλ από τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα.
Το λιγότερο θα ήταν η κυβέρνηση Ομπάμα να μην ασκήσει βέτο σε ένα ψήφισμα που αναμένεται να προταθεί από τη Γαλλία και άλλα μόνιμα μέλη του συμβουλίου ασφαλείας. Το σχέδιο είναι να παρατεθούν τα σημαντικότερα ζητήματα που πρέπει να διευθετηθούν σε μία ειρηνευτική συμφωνία – δηλαδή πού θα είναι τα σύνορα, πώς θα διαχειριστούν τους πρόσφυγες, πώς θα εγγυηθούν την ασφάλεια του Ισραήλ, το μέλλον της Ιερουσαλήμ – και πώς μπορούν να γεφυρωθούν τα προβλήματα. Σκοπός δεν είναι να επιβληθεί μία διευθέτηση αλλά να ενθαρρυνθούν οι διαπραγματεύσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν επί μακρόν ο βασικότερος σύμμαχος του Ισραήλ στα Ηνωμένα Έθνη, αποκρούοντας πολιτικές επιθέσεις και ασκώντας βέτο σε ψηφίσματα που επέκριναν ή τιμωρούσαν το Ισραήλ. Και ενώ τα Ηνωμένα Έθνη συχνά υπήρξαν άδικα προς το Ισραήλ και οι ΗΠΑ πρέπει να επαγρυπνούν ώστε να μην συμβαίνει αυτό, πρέπει να σκεφτούν εναλλακτικά ψηφίσματα αν το Ισραήλ συνεχίσει τον εποικισμό ή λάβει άλλα μέτρα που αποτρέπουν την πιθανότητα δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους.
Μία ξεκάθαρη δήλωση του Συμβουλίου Ασφαλείας που θα υποστηρίζει τη λύση των δύο κρατών θα ήταν σημαντική. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες μεγάλες δυνάμεις δείξουν άμεσα την υποστήριξή τους σε αυτή την προσέγγιση, θα μπορούσαν να αποτρέψουν τους Παλαιστινίους από το να προσφύγουν στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο κατά του Ισραήλ για «εγκλήματα πολέμου». Οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται ήδη σε κακή οικονομική κατάσταση και κάτω από το δίκαιο των Ηνωμένων Πολιτειών, θα μπορούσαν να χάσουν 400 εκ. δολάρια σε βοήθεια αν προσφύγουν στο δικαστήριο. Πριν από το ξέσπασμα του Νετανιάχου την παραμονή των εκλογών, η λύση των δύο κρατών δεν βρισκόταν στο επίκεντρο της ισραηλινής προεκλογικής εκστρατείας. Ο Νετανιάχου το μεταμόρφωσε σε λόγο σύγκρουσης που η Αμερική και άλλες μεγάλες δυνάμεις δεν μπορούν να αγνοήσουν.
*Είναι το κύριο άρθρο των New York Times